Ομιλία του Πρωθυπουργού, κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, στην Ανοικτή Εκδήλωση της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ, 15 Ιουνίου 2020
Να ξεκινήσω συγχαίροντας τη νέα διοίκηση του Συνδέσμου σας και ευχαριστώντας προσωπικά τον Θόδωρο Φέσσα που παρέμεινε στο τιμόνι του ΣΕΒ για έξι χρόνια. Είμαι σίγουρος ότι θα συνεχίσει να πρωταγωνιστεί στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας με την ίδια συνέπεια, την ίδια εργατικότητα. Και βέβαια, να ευχηθώ καλή δύναμη, σιδεροκέφαλος, στον νέο Πρόεδρο, στον κ. Δημήτρη Παπαλεξόπουλο και στον κ. Ευθύμιο Βιδάλη.
Υπάρχουν πιστεύω όλες οι προϋποθέσεις, ώστε ως εκπρόσωπος τη νέας ελληνικής επιχειρηματικότητας, να την οδηγήσει στη θέση που της αξίζει, προς όφελος και των επιχειρηματιών, αλλά και των εργαζομένων. Και πρέπει να σας πω κύριε Πρόεδρε, ότι θαυμάζω πάντα τα πολύ υψηλά ποσοστά τα οποία συγκεντρώνει ο κάθε νέος Πρόεδρος του ΣΕΒ. Είναι αξιοζήλευτα -πρέπει να το ομολογήσω αυτό- και πάντα αποτελούν αντικείμενο και προσωπικού θαυμασμού.
Πριν από έναν ακριβώς χρόνο, σε μία πολύ διαφορετική συγκυρία από τη σημερινή, από το ίδιο όμως βήμα, υπογράμμιζα ότι εκείνη η Συνέλευση ήταν ξεχωριστή. Ήταν ξεχωριστή, διότι όπως ίσως θυμάστε, διεξαγόταν μόλις 18 μέρες πριν από τις εθνικές κάλπες. Πιστεύω ότι και αυτή με τον τρόπο της διαπνεόταν, όπως και ολόκληρη η ελληνική κοινωνία, από το ζητούμενο μιας μεγάλης πολιτικής αλλαγής, ώστε να τεθούν και πάλι σε κίνηση, όπως και πιστεύω έγινε, όλες οι υγιείς δυνάμεις της κοινωνίας και της οικονομίας.
Ξεχωριστή όμως είναι η φετινή συγκυρία. Όχι μόνο διότι η σημερινή Γενική Συνέλευση διεξάγεται ουσιαστικά διαδικτυακά, με παρόντα μόνο τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.
Η πανδημία ανέκοψε την αναπτυξιακή ορμή που είχε αναπτύξει η ελληνική οικονομία, το 2ο εξάμηνο του 2019, αλλά και τους δύο πρώτους μήνες του 2020. Αναστάτωσε το παγκόσμιο τοπίο. Μας υποχρέωσε να ξανασκεφτούμε, θέλω να πιστεύω με δημιουργικό τρόπο και τις εθνικές μας προτεραιότητες. Και έτσι μετά την πρώτη νίκη κατά του ιού, η Ελλάδα καλείται σήμερα να ξαναπιάσει το νήμα της προόδου.
Η υγειονομική περιπέτεια μπορεί να δοκίμασε την εθνική οικονομία, όμως πιστεύω ακράδαντα ότι τελικά δεν έπληξε τις βάσεις της, τα θεμέλιά της. Η ύφεση του α’ τριμήνου του 2020 ήταν 0,9%. Αισθητά χαμηλότερη, ευτυχώς, από το προβλεπόμενο. Πολύ χαμηλότερη, τέσσερις φορές χαμηλότερη για την ακρίβεια, από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Και βέβαια κατά τη διάρκεια αυτής της πρωτοφανούς κρίσης των τελευταίων τριών μηνών η Ελλάδα εντάχθηκε, επιτέλους, στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης. Τα ελληνικά ομόλογα γίνονται πια δεκτά από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η χώρα εξακολουθεί να μπορεί να δανείζεται με ευνοϊκούς όρους και με χαμηλά επιτόκια. Σήμερα η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου έφτασε στο 1,22% όταν το αντίστοιχο ιταλικό βρέθηκε στο 1,45%. Και αυτό από μόνο του κάτι λέει για τον τρόπο με τον οποίο οι διεθνείς αγορές, οι αγορές κεφαλαίου, οι αυστηρότεροι τελικά κριτές της απόδοσης της ελληνικής οικονομίας, αντιλαμβάνονται την παρούσα της κατάσταση, αλλά και τη δυναμική της.
Και θέλω να θυμίσω ότι λίγο πριν μας χτυπήσει ο COVID-19, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος βρέθηκε στο υψηλότερο σημείο εδώ και 19 χρόνια. Σήμερα που μιλάμε, παρά την προφανώς πολύ μεγάλη πτώση, είναι 10 μονάδες πάνω από την υπόλοιπη Ευρώπη. Τα δεδομένα αυτά προσφέρουν υλικό για να συνεχιστεί το χτίσιμο της οικονομικής ανάταξης με υπόβαθρο πάντα τις σημαντικές τομές που πρέπει ακόμα να γίνουν στο επιχειρηματικό τοπίο με εφόδιο την εμπιστοσύνη προς την Πολιτεία και την κοινωνική ευθύνη. Δεδομένα που πιστεύω ότι κατακτήθηκαν με πυξίδα τις μεταρρυθμίσεις, πολλές από τις οποίες, όπως γνωρίζετε, επιταχύνθηκαν και εξαιτίας της δύσκολης συγκυρίας, αλλά και μέσα σε αυτήν. Αλλά και με θεμελιώδη αρχή τον δίκαιο επιμερισμό των βαρών από την πρόσφατη θύελλα.
Στο προηγούμενο διάστημα είδαμε σύνορα να κλείνουν στις εξαγωγές και την ίδια ώρα να διεξάγεται ένας πόλεμος συχνά χωρίς αρχές για την προμήθεια ιατρικού εξοπλισμού. Ένα πρώτο λοιπόν προφανές συμπέρασμα είναι η ανάγκη να επαναπατριστούν στην Ευρώπη βιομηχανίες στρατηγικής σημασίας για τη συλλογική μας ασφάλεια. Η άλλη όψη της πραγματικότητας όμως ήταν ότι στην ήπειρό μας αλλά και στην Ελλάδα ο πρωτογενής και δευτερογενής τομέας άντεξαν, τροφοδότησαν τους ευρωπαίους πολίτες με όλα τα αναγκαία. Η παραγωγή και η μεταποίηση συνεπώς παραμένουν ένα μέγεθος κρίσιμο για το σήμερα και για το αύριο κάθε χώρας. Και βέβαια, η πανδημία ανέδειξε τη δυνατότητα της «μικρής» Ελλάδας να ξεχωρίζει ως θετικό διεθνές παράδειγμα μετά από πολλά χρόνια. Το Κράτος -το ίδιο αυτό Κράτος το οποίο συχνά προκαλεί τα παράπονά μας- λειτούργησε συνεκτικά και αποτελεσματικά και έδωσε σε όλους αίσθημα ασφάλειας, εμπιστοσύνης και υπερηφάνειας.
Θέλω με την ευκαιρία αυτή να ευχαριστήσω και όλες τις επιχειρήσεις μεγάλες, αλλά και μικρότερες που και αυτές συνεισέφεραν σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια για να αντιμετωπίσουμε από κοινού αυτή την πρωτοφανή συλλογική απειλή. Και αυτή η έννοια της νέας εμπιστοσύνης που χτίστηκε, χτίζεται μάλλον καλύτερα ανάμεσα σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους: Ανάμεσα στο Κράτος, ανάμεσα στις επιχειρήσεις, ανάμεσα στον κόσμο της εργασίας, στον κόσμο της κοινωνίας των πολιτών. Είναι κάτι το οποίο δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απεμπολήσουμε, καθώς βαδίζουμε προς τη νέα κανονικότητα.
Απέναντι στις συνέπειες αυτής της πρωτοφανούς κρίσης η Κυβέρνηση διέθεσε ένα σημαντικότατο, πολύ μεγάλο, τεράστιο τολμώ να πω, ποσό για το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας. 24 δισεκατομμύρια για τη στήριξη κρίσιμων κρατικών δομών, επιχειρήσεων, αλλά κυρίως για τη στήριξη των εργαζόμενων. Γνωρίζετε καλά ότι σε πρώτη φάση το Εθνικό Σύστημα Υγείας ενισχύθηκε άμεσα με παραπάνω από 4.000 προσλήψεις, νέων γιατρών, νέων νοσηλευτών, διπλασιάσαμε εκτάκτως τα κρεβάτια των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας. Τώρα θα φροντίσουμε οι δομές αυτές να γίνουν και μόνιμες και εξοπλίσαμε τα νοσοκομεία μας με όλα τα υλικά που απαιτούσε η άμυνα κατά του κορονοϊού.
Ταυτόχρονα, όμως, το Κράτος έγινε εργοδότης, όχι μόνο του δημόσιου τομέα που προφανώς και είναι εξ ορισμού, αλλά και του ιδιωτικού τομέα. Για όλο το διάστημα της κρίσης μισθοδότησε και κάλυψε ασφαλιστικά δικαιώματα ενός πολύ μεγάλου μέρους των εργαζόμενων της χώρας. Πήραμε επεκτείναμε τα επιδόματα ανεργίας. Συμπαρασταθήκαμε στις επιχειρήσεις διευκολύνοντας τες στο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν, που είναι αυτό της ρευστότητας. Συμμετείχαμε κατά 40% στο κόστος των ενοικίων και εκπονήσαμε ένα ευέλικτο σχέδιο για την χρηματοδότηση τους.
Το ευνοϊκό αυτό καθεστώς εξακολουθεί να διατηρείται σε κλάδους που ακομη και σήμερα πλήττονται ιδιαίτερα, όπως ο τουρισμός, η εστίαση και οι μεταφορές. Και μειώθηκε και ο Φ.Π.Α. από το 24% σε 13% σε μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες, ενώ σε εξέλιξη, με υψηλή ανταπόκριση, είναι και τα τρία σχέδια τόνωσης της ρευστότητας.
Η επιστρεπτέα προκαταβολή -η πρώτη φάση ήδη ολοκληρώθηκε- και δρομολογείται η δεύτερη φάση ύψους 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Για πρώτη φορά το Κράτος τόσο γρήγορα παρείχε άμεση κρατική ρευστότητα στις επιχειρήσεις. Το πρόγραμμα του ΤΕΠΙΧ ΙΙ, αλλά και το σημαντικότατο πρόγραμμα, το Ειδικό Ταμείο Κρατικής Εγγύησης στο οποίο παρέχει το Κράτος το 80% της εγγύησης για δάνεια, τρέχει σήμερα από τις τράπεζες και φιλοδοξούμε ότι θα διοχετεύσει μέχρι 7 δισεκατομμύρια στην πραγματική οικονομία και θα έχουν τη δυνατότητα να αντλήσουν απαραίτητα κεφάλαια οι επιχειρήσεις που για διάφορους λόγους δεν μπόρεσαν να ενταχθούν στο πρόγραμμα του ΤΕΠΙΧ.
Όπως εξήγησα και προ ημερών στην Βουλή, η πρώτη μας προτεραιότητα είναι η προστασία των θέσεων εργασίας και η διευκόλυνση του ιδιωτικού τομέα ώστε να παραμείνει ενεργός. Οι επιχειρήσεις που βλέπουν τον τζίρο τους να υποχωρεί, που βλέπουν μπροστά τους την απειλή, ενδεχομένως, μέχρι και του κλεισίματος, ίσως αναγκαστούν να αναδιατάξουν το προσωπικό τους. Δεν πρέπει, όμως, να αναδιαταχθεί και ο αριθμός των θέσεων εργασίας. Για αυτό και ακριβώς σχεδιάσαμε -και ήδη δρομολογούμε- το πρόγραμμα «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ». Το Κράτος θα επιδοτεί τους μισθούς και τώρα και ένα σημαντικό μέρος των εργοδοτικών εισφορών όσων θα απασχοληθούν με μειωμένο ωράριο, ώστε ακόμα και αν αλλάξουν ή χαθούν κάποιες ώρες, να μη χαθούν οι ίδιες οι δουλειές.
Πρόκειται όπως έχουμε πει πολλές φορές, για ένα προσωρινό σχέδιο που εξασφαλίζει σχεδόν ακέραιη την αμοιβή στον εργαζόμενο, ακόμα και αν αυτός απασχολείται το μισό χρόνο. Ένα σχέδιο που βοηθά τον επιχειρηματία να ξεπεράσει μια δύσκολη συγκυρία και να ορθοποδήσει. Βοηθάει τελικά ολόκληρη την κοινωνία που ξορκίζει τον κίνδυνο των απολύσεων και της ανεργίας.
Θέλω να θυμίσω σε όσους ασκούν κριτική σε αυτό το σχέδιο, ότι εφαρμόστηκε για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκές χώρες από σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Είναι ένα σχέδιο το οποίο έχει αποδείξει ότι δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν έκτακτες αλλαγές -η πιο έκτακτη αλλαγή από αυτήν την οποία βιώνουμε σήμερα, δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς- δίνοντάς τους προσωρινά τη δυνατότητα να έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στον τρόπο με τον οποίον αξιοποιούν το προσωπικό τους.
Καλώ και εσάς, και τα μέλη σας, να αξιοποιήσουν το σχήμα αυτό στο μέγιστο βαθμό. Είναι ένα σχήμα το οποίο θα έχει ειδική αναφορά στον κόσμο του τουρισμού. Και καθώς πολλά ξενοδοχεία θα βρεθούν μπροστά στο δίλημμα, αν πρέπει ή αν δεν πρέπει να ανοίξουν φέτος, η δική μας ισχυρή παρότρυνση είναι να ανοίξουν και να αξιοποιήσουν το πρόγραμμα «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ».
Έτσι θα μπορέσουν να ανταποκριθούν σε μια πραγματικότητα που τη βλέπουμε ήδη μπροστά μας, σημαντικά μειωμένου τζίρου, καθώς οι τουριστικές ροές το γνωρίζουμε ότι θα είναι μειωμένες. Θεωρώ ότι είναι και αυτός ένας τρόπος οι εύρωστες ελληνικές επιχειρήσεις -στον κλάδο του τουρισμού έχουμε πολλές- να μπορέσουν να συνεισφέρουν και αυτές με τον τρόπο τους σε αυτή τη δίκαιη κατανομή βαρών για την οποία μιλήσαμε. Αυτή είναι η υπεύθυνη στάση σήμερα, την οποία περιμένουμε από τις επιχειρήσεις και είμαι σίγουρος κύριε Πρόεδρε, ότι ο επιχειρηματικός κόσμος θα ανταποκριθεί σε αυτό.
Κυρίες και κύριοι, η εμπειρία του κορονοϊού υπήρξε πράγματι πρωτόγνωρη και για το Κράτος και για τους πολίτες. Ποτέ άλλοτε μία εξωγενής κρίση σε καιρό ειρήνης δεν έφερε μία τόσο γρήγορη, μια τόσο καθολική κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας σε όλα της τα επίπεδα, και στη ζήτηση και στην παραγωγή, σε κάθε σημείο του πλανήτη σχεδόν ταυτόχρονα, σχεδόν την ίδια στιγμή. Η οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία είναι συμμετρική. Οι συνέπειές της όμως δεν θα είναι κατ’ ανάγκη συμμετρικές.
Στην Πατρίδα μας λόγω των εθνικών ιδιομορφιών, αλλά και του χρόνου που εκδηλώθηκε η απειλή, ο τριτογενής μας τομέας δέχθηκε τη σφοδρότερη επίθεση. Ο πρωτογενής και ο δευτερογενής τομέας χτυπήθηκαν, αλλά πιστεύω όχι καίρια. Και αυτό οφείλεται όχι μόνο στη δυναμική που ήδη είχε αναπτύξει πριν μας βρει η κρίση, αλλά και σε μία δύναμη προσαρμογής που ανέδειξε η έκτακτη αυτή δοκιμασία. Ίσως, κύριε Πρόεδρε, μία ελληνική οικονομία η οποία έχει περάσει από πολλές δοκιμασίες εδώ και μία δεκαετία να μπορεί να επιδεικνύει μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα σε έκτακτες καταστάσεις, καθώς δυστυχώς έχουμε βιώσει πολλές στη χώρα μας αυτά τα τελευταία δέκα χρόνια.
Η παραγωγή των βασικών ειδών διατροφής και ο κλάδος της βιομηχανίας τροφίμων και ποτών, όπως είπα και πριν, ανταποκρίθηκαν με απόλυτη επιτυχία στη ζήτηση που διαμορφώθηκε. Κυρίως στην αρχή και παρά τη διαρκή και προφανή αναστάτωση στην εφοδιαστική αλυσίδα. Την ίδια στιγμή η βιομηχανία μας προσαρμόστηκε με μεγάλη οργάνωση, πειθαρχία και άμεσα στις ξαφνικές και δύσκολες συνθήκες. Οι ανατροπές στις μετακινήσεις των εργαζόμενων δεν διέσπασαν τους ρυθμούς και τις γραμμές παραγωγής και η πτώση του διεθνούς εμπορίου δεν έφερε ευτυχώς μεγάλες ελλείψεις σε πρώτες ύλες. Ο τομέας των υπηρεσιών και αυτός προσαρμόστηκε με θαυμαστή ταχύτητα. Και όλοι νομίζω ότι έχουμε διαπιστώσει πια το πόσο μεγάλη προστιθέμενη αξία μπορεί να δώσει η απασχόληση από το σπίτι.
Γνωρίζω πολλές επιχειρήσεις οι οποίες ήδη σκέφτονται έναν διαφορετικό τρόπο λειτουργίας που θα μπορέσει να δώσει στους εργαζόμενους -και ειδικά στις εργαζόμενες γυναίκες- μια διαφορετική δυνατότητα ευελιξίας και προσαρμογής σε μία πραγματικότητα όπου πρέπει, ταυτόχρονα, να έχουν τη δουλειά τους από τη μία και την φροντίδα της οικογένειας από την άλλη. Είναι ζητήματα τα οποία νομίζω ότι θα πρέπει να μας απασχολήσουν στην επόμενη φάση του διαλόγου που πρέπει να έχουμε. Διότι ενδεχομένως να μπορούμε να καταλήξουμε σε προτάσεις οι οποίες να είναι ωφέλιμες για όλους και για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τον κόσμο της εργασίας.
Ειδικά για την ελληνική βιομηχανία πρέπει να πω ότι και άντεξε και καινοτόμησε. Έδειξε ευελιξία, ετοιμότητα, προσαρμοστικότητα. Θυμίζω παραδείγματα μονάδων που μέσα σε λίγες μέρες -και βέβαια με τη βοήθεια του Κράτους ως προς τις απαραίτητες αλλαγές που έπρεπε να γίνουν στο ρυθμιστικό πλαίσιο- αναπροσανατόλισαν την παραγωγή τους σε είδη αυξημένης ανάγκης. Είτε μιλάμε για αντισηπτικά, είτε μιλάμε για μάσκες, είτε μιλάμε για μικρούς παραγωγούς οι οποίοι με μεγάλη ευρηματικότητα συνεργάστηκαν με ερευνητικά ιδρύματα για τρισδιάστατες εκτυπώσεις, όπως προστατευτικές μάσκες, αλλά και βαλβίδες αναπνευστήρων.
Αλλά και η ελληνική φαρμακοβιομηχανία εξασφάλισε πλήρη επάρκεια σε όλα τα απαιτούμενα είδη. Είναι επιτυχίες που πιστώνονται στην επινοητικότητα και στη σωστή κρίση των επιχειρηματιών μας, αλλά και στο φιλότιμο των εργαζομένων. Είναι ένα θετικό προηγούμενο αλλά και ένας δείκτης για το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε στο μέλλον. Υπήρξαν προφανώς απώλειες, όμως ήταν μικρότερες σε σχέση με άλλες χώρες.
Το Μάρτιο η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε κατά 1,9% όταν παντού στην Ευρώπη είχε μείωση. Τον Απρίλιο, με την υγειονομική κρίση να απλώνεται παντού, σημειώθηκε μια πτώση σχεδόν 9% σε σχέση με το Μάρτιο. Αλλά σε όλη την ήπειρο η υποχώρηση ήταν της τάξης του 17%. Στη Γαλλία ήταν 20%, στη Γερμανία 21%, στην Πορτογαλία 18%. Ο δευτερογενής τομέας συνεπώς έδειξε και αντοχή και δύναμη. Οι δε εξαγωγές μας -αν εξαιρέσουμε τα πετρελαιοειδή που όμως γκρεμίστηκαν παγκοσμίως- είχαν και μια μικρή αύξηση 1,1% μέσα στο α’ τετράμηνο αυτής της δύσκολης χρονιάς.
Κυρίες και κύριοι, ο περιορισμός των απωλειών από την πρόσφατη κρίση θα ήταν χίμαιρα αν δεν είχε προηγηθεί μια σοβαρή κυβερνητική δουλειά. Αν δεν είχαμε δηλαδή ήδη νομοθετήσει μέτρα για την διευκόλυνση των επενδύσεων, ελάφρυνση από φόρους, συρρίκνωση της γραφειοκρατίας. Ρυθμίσεις που πέρυσι είχα εξαγγείλει από αυτό ακριβώς το βήμα και έχουν ήδη γίνει πράξη. Ρυθμίσεις που είναι έτοιμες να ξεδιπλώσουν τη δυναμική τους, ώστε να δημιουργηθούν νέες δουλειές και να παραχθεί νέος πλούτος προς όφελος όλων. Κάποια ενδεικτικά παραδείγματα κυβερνητικών πρωτοβουλιών στους έντεκα μήνες.
Όλα είναι θέματα τα οποία είχα αναδείξει από αυτό ακριβώς το βήμα και αποτέλεσαν προεκλογικές μας δεσμεύσεις οι οποίες υλοποιήθηκαν. Η μείωση του συντελεστή φόρου των εταιρειών από το 28% στο 24% και η μείωση του φόρου στα μερίσματα από το 10% στο 5%. Σύντομα θα ανακοινωθεί ένα νέο πακέτο μείωσης φορολογικών βαρών.
Το ειδικό καθεστώς για αλλοδαπούς επενδυτές που φιλοδοξεί να καταστήσει την Ελλάδα ελκυστική φορολογική κατοικία για πρόσωπα με σημαντικά περιουσιακά στοιχεία. Θα ακολουθήσει και ένα αντίστοιχο τέτοιο πρόγραμμα για πολίτες του εξωτερικού με μικρότερο πλούτο, οι οποίοι ενδιαφέρονται να επενδύσουν σε ακίνητη περιουσία στην χώρα μας. Μειώσαμε την προκαταβολή φόρου και έχουμε ήδη δεσμευθεί ότι αυτή θα μειωθεί πολύ περισσότερο. Λεπτομερείς ανακοινώσεις θα γίνουν όταν έχουμε στην διάθεση μας όλα τα στοιχεία τον Ιούλιο. Ο νόμος «Επενδύω στην Ελλάδα» μετέβαλε προς το καλύτερο το επιχειρηματικό πλαίσιο για τις βιομηχανίες. Μονάδες με μικρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα μπορούν να εγκαθίστανται και στην Αττική. Λειτουργία των επιχειρηματικών πάρκων. Ένα ζητούμενο της επιχειρηματικής κοινότητας, ειδικά της βιομηχανίας, έγινε απλούστερη. Την αντίληψη για επενδύσεις στην μεταποίηση ορίζει πλέον η αρχή, πρώτα αδειοδοτώ και μετά ελέγχω. Κάτι που επιταχύνει σημαντικά τις επενδύσεις.
Η χώρα διαθέτει πλέον σαφείς κανόνες για επενδύσεις σε δίκτυα 5G. Αλλά και ένα νέο καθεστώς για επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας που σήμερα ήδη προχωρούν με μεγαλύτερη ταχύτητα. Με άδειες 15 ετών αντί για 10 ετών. Δημιουργήθηκαν και υλοποιούνται εθνικά σχέδια για την απολιγνιτοποίηση, αλλά και για την ηλεκτροκίνηση. Δυο εμβληματικές πολιτικές όπου ενώνεται το μέλλον της βιομηχανίας με εκείνο της οικονομίας και του ίδιου του μέλλοντος του πλανήτη.
Αγαπητοί φίλοι, το 1926 ο μόλις 22 ετών τότε Ξενοφών Ζολώτας εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο. Είχε τίτλο, «Η Ελλάς Εις Το Στάδιον της Εκβιομηχανήσεως». Βασική του θέση, θέση και πολλών από τους σημαντικούς μεταρρυθμιστές της γενιάς του ’20 και του ’30, ήταν ότι η χώρα έπρεπε να μετατραπεί γρήγορα από αγροτική σε βιομηχανική. Με δύο προϋποθέσεις όμως: Τα αναγκαία κεφάλαια από τη μία, την υψηλή κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού από την άλλη. Οι εποχές, βεβαίως, έχουν αλλάξει. Το πρόταγμα όμως της εκβιομηχάνισης για τη σχετικά φτωχή Ελλάδα του 1926 έχει μετατραπεί σήμερα σε επιταγή για τη φιλόδοξη Ελλάδα του 2020. Όπως άλλωστε, και πια για ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μήτρα της όλης έννοιας της ευρωπαϊκής ενοποίησης υπήρξε η βιομηχανία με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, Άνθρακα και Χάλυβα.
Η νέα βιομηχανική στρατηγική την οποία εισηγήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασμένο Μάρτιο περιγράφει τρεις στόχους, τρία βασικά ζητούμενα για τον 21ο αιώνα: Τόνωση της ανταγωνιστικότητας, τον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό και την ανάκτηση της αυτονομίας σε στρατηγικούς τομείς. Είχε εκπονηθεί η στρατηγική πριν από τον COVID. Σήμερα αυτός ο τρίτος πυλώνας είναι ακόμα πιο επίκαιρος.
Με αυτή την πορεία, λοιπόν, καλείται να ευθυγραμμιστεί και η ελληνική οικονομία ύστερα από 10 χρόνια κρίσης. Δεν μπορούμε να αρκούμαστε στο πενιχρό 9,5% ως μερίδιο της βιομηχανίας στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν. Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 15%. Η Ευρώπη η ίδια θέτει ως στόχο να φτάσουμε στο 20%. Ο δικός μας εθνικός στόχος θα πρέπει να είναι να πάμε στο 12% σε βάθος τετραετίας με προοπτική να φτάσουμε στο 15% έως το 2030. Είναι στόχοι φιλόδοξοι, αλλά εφικτοί. Ούτε βέβαια μπορούμε να αρκούμαστε σε εξαγωγές στο 37% του Α.Ε.Π. όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 48%. Εκεί πρέπει να φτάσουν και οι δικές μας εξαγωγές. Το ίδιο ισχύει και με το ποσοστό των άμεσων ξένων επενδύσεων στην ελληνική οικονομία. Σήμερα είμαστε στο φτωχό 1,8% του Α.Ε.Π. και αυτό πρέπει να το διπλασιάσουμε μέσα στην τετραετία.
Περιγράφω με άλλα λόγια τη μετάβαση από μία κλειστή σε μία ανοιχτή, εξωστρεφή, δυναμική οικονομία. Αυτή είναι η πρόκληση που έχουμε μπροστά μας. Και εάν η κυκλική οικονομία και η πράσινη ανάπτυξη αποτελούν στρατηγική επιλογή για την Ευρώπη, αλλά και για την Ελλάδα, η βιομηχανία δεν μπορεί παρά να αποτελεί βασικό βραχίονα που θα υπηρετεί αυτές τις πολιτικές. Με δημόσιους αρμούς που θα εγγυώνται τη συλλογική ασφάλεια και την κοινωνική συνοχή, αλλά και με τη συνεργασία του ιδιωτικού τομέα που θα τολμά να ερευνά και να καινοτομεί.
Το δίλημμα λοιπόν περί πρωτείων ενός συγκεκριμένου τομέα έναντι κάποιων άλλων, ας πούμε του τουρισμού, έναντι της βιομηχανίας, θεωρώ ότι αυτές τις ημέρες ακούγεται λίγο στατικό. Ενδεχομένως μέχρι και λίγο ξεπερασμένο. Όχι μόνο γιατί σήμερα όλοι οι τομείς πλέον διατρέχονται από την τεχνολογία, αλλά και γιατί αλληλοσυμπληρώνονται, καθώς η οικονομία μας είναι σήμερα πολύ πιο σύνθετη, πολύ πιο αλληλένδετη. Προϋπόθεση για την ανάπτυξη του τουρισμού -για να μείνω στο ίδιο παράδειγμα- είναι η προστασία του περιβάλλοντος. Η επεξεργασία όμως των απορριμμάτων είναι αποστολή της βιομηχανίας.
Αν θέλουμε να τολμήσουμε μια γενναία ενεργειακή αναβάθμιση του κτηριακού μας δυναμικού δημόσιου και ιδιωτικού, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρήσεων του τουρισμού, γιατί να μην στηριχθούμε σε μια δυναμική εγχώρια βιομηχανία δομικών υλικών; Βιομηχανικά προϊόντα χρησιμοποιούν οι υπηρεσίες και όταν αυτές ακμάζουν τότε μεγαλώνουν και την αγορά των πρώτων. Όλες οι δράσεις τελικά συναντώνται στην πράσινη ανάπτυξη. Και όλες είτε παράγουν είτε λειτουργούν χρειάζονται καθαρή και ολοένα και πιο φθηνή ενέργεια. Άρα συνυπάρχουν και αλληλοϋποστηρίζονται.
Κυρίες και κύριοι, για την Κυβέρνηση η αναγέννηση της βιομηχανίας αρχίζει από τη θεσμική της αναδιάρθρωση. Η κυβερνητική επιτροπή βιομηχανίας αναλαμβάνει τώρα το συντονισμό με τη συμμετοχή πέντε συναρμοδίων Υπουργών, αλλά και των προέδρων του Σ.Ε.Β., του ΙΟΒΕ, της Ένωσης Περιφερειών, της Ένωσης Επιμελητηρίων. Είναι το όργανο που θα συντάξει ένα προσχέδιο εθνικής στρατηγικής στις κατευθύνσεις που προσδιορίζει και η νέα βιομηχανική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρόθεσή μας είναι να αξιοποιηθεί κάθε πρόσφορο εθνικό και διεθνές χρηματοδοτικό εργαλείο. Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, τα κεφάλαια του ΕΣΠΑ για τα οποία ήδη λειτουργεί η υπηρεσία ειδικά για τους πόρους προς τη βιομηχανία και την ενέργεια. Για την περίοδο ’21 -’27 άλλωστε το ΕΣΠΑ προικοδοτείται με 50% περισσότερους πόρους για την ανταγωνιστική οικονομία και την ψηφιακή μετάβαση. Αυτό είναι κάτι το οποίο έχουμε ήδη συζητήσει και έχουμε την σύμφωνη γνώμη και του Σ.Ε.Β. και του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος.
Στην ενίσχυση του εκσυγχρονισμού και της επέκτασης της ελληνικής βιομηχανίας κρίσιμο ρόλο θα έχουν κονδύλια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το InvestEU. Μεγαλύτερο ρόλο θα έχει η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και στην ίδια κατεύθυνση πρόθεσή μας είναι να αξιοποιηθούν κέρδη από τα κρατικά ομόλογα, τα SMPs και ANFAs αλλά κυρίως τα σημαντικότατα κεφάλαια τα οποία θα εισρεύσουν στην χώρα από το Ταμείο Ανάκαμψης και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης. Όπως γνωρίζετε, αυτή την στιγμή σύμφωνα με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η χώρα έχει να λάβει περί τα 32 δισεκατομμύρια ευρώ σε πρόσθετους χρηματοδοτικούς πόρους, πέρα και πάνω από το ΕΣΠΑ ’21 – ’27. Ευελπιστούμε η τελική διαπραγμάτευση, σε επίπεδο Συμβουλίου, να κλείσει τον Ιούλιο, να οριστικοποιηθεί αυτό το ποσό και να εξακολουθούν να ισχύουν οι βασικοί κανόνες τους οποίους έθεσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ότι χρειάζεται μεγαλύτερη συμμετοχή σε αυτό το ποσό των επιχορηγήσεων και λιγότερα δανεικά.
Χρέος μας -χρέος όχι μόνο της Κυβέρνησης αλλά χρέος όλων των κοινωνικών εταίρων- είναι να συνδιαμορφώσουμε ένα πλαίσιο ουσιαστικής και αποτελεσματικής αξιοποίησης αυτού του πολύ σημαντικού αναπτυξιακού μερίσματος το οποίο προέκυψε μετά την κρίση του κορωνοϊού. Θα είναι μια μεγάλη ευκαιρία για έναν σημαντικότατο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Είναι μια ευκαιρία την οποία έχουμε χρέος να μην αφήσουμε να πάει χαμένη. Ως προς τα σχέδια μας για την εθνική βιομηχανία αυτά θα τονωθούν και από πρόσθετες φορολογικές ελαφρύνσεις που σύντομα θα έρθουν στην Βουλή. Αναφέρω ενδεικτικά την αύξηση στο 100% του συντελεστή υπερέκπτωσης φόρου για δαπάνες έρευνας και έκπτωση 50% για επενδύσεις σε νεοφυείς επιχειρήσεις από επενδυτικούς αγγέλους, Business angels. Παράλληλα θα αυξήσουμε και άλλο τον συντελεστή δόμησης σε επιχειρηματικά πάρκα. Θα γίνει ακόμα απλούστερη η διαδικασία χωροθέτησης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και η χωροθέτηση των υποδομών τους. Θα συνταχθεί σχέδιο για τους ορυκτούς πόρους και θα επικαιροποιηθεί και το χωροταξικό σχέδιο για την βιομηχανία.
Έτοιμο είναι και ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο, το οποίο θα συνδέει εκπαίδευση και αγορά εργασίας. Καθιερώνεται ένα εθνικό σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης με πρότυπα επαγγελματικά λύκεια, πειραματικά ΙΕΚ, επαγγελματικές σχολές, σε συνεννόηση με τον ιδιωτικό τομέα και με τοπικό και περιφερειακό χαρακτήρα όπου αυτό είναι απαραίτητο.Και βέβαια στη σημαντική προοπτική απολιγνιτοποίησης θα αναβαθμιστούν ειδικά οι επαγγελματικές σχολές στην Κοζάνη και στην Αρκαδία.
Σε μία από αυτές θα ιδρυθεί Green Job School με ειδικότητες σχετικά με τα επαγγέλματα της «πράσινης οικονομίας». Ειδικά όμως για το θέμα της ενέργειας και του κόστους της, όπως και για τις ΑΠΕ, για την πράσινη ανάπτυξη, θα είμαι πολύ πιο αναλυτικός σε ειδική παρουσίαση την οποία θα κάνω τις επόμενες εβδομάδες. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για εσάς, έχει ιδιαίτερη σημασία για τη βιομηχανία. Διότι το εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα έχει τελικά ως επίκεντρο τη βιομηχανία. Και πιστεύω ότι η παρουσίασή του θα είναι μία ευκαιρία να ξεδιπλώσουμε ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο μετάβασης σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Κυρίες και κύριοι, θέλησα να σας περιγράψω τη φάση που διανύει σήμερα η χώρα, τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε καθώς περνάμε από το μέτωπο της προστασίας της υγείας σε εκείνο της επανεκκίνησης της οικονομίας. Έδωσα και δίνω μεγάλο βάρος στη στήριξη των θέσεων εργασίας. Σας μίλησα για τα τολμηρά μέτρα της Κυβέρνησης για λιγότερους φόρους και περισσότερες επενδύσεις, για ένα φιλικό περιβάλλον, για μία δυναμική ανάπτυξη. Για αυτά σας είχα μιλήσει και όταν βρεθήκαμε πριν ένα χρόνο και πάλι. Τότε ήταν προεκλογικές δεσμεύσεις, τώρα γίνονται πραγματικότητα. Και η κρίση του κορονοϊού μας επιβάλλει να κινηθούμε με ακόμα μεγαλύτερη μεταρρυθμιστική ταχύτητα.
Θέλω να σας πω, ότι παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε τους τελευταίους τρεις μήνες, συνεχίσαμε να παράγουμε σημαντικό μεταρρυθμιστικό έργο. Ψηφίσαμε ένα σημαντικό νομοσχέδιο για την Παιδεία, για τα σχολεία μας. Ένα νομοσχέδιο το οποίο δίνει βαθμούς ελευθερίας στα Πανεπιστήμιά μας. Σήμερα συμμετείχα σε μία τηλεδιάσκεψη με 25 σημαντικά αμερικανικά Πανεπιστήμια τα οποία έχουν τεράστιο ενδιαφέρον να έρθουν στην Ελλάδα και να κάνουν διάφορες συμπράξεις με δημόσια ελληνικά Πανεπιστήμια καθώς βλέπουν την ανεκτίμητη προστιθέμενη αξία που μπορεί να προσφέρει η χώρα μας ειδικά σε μια εποχή όπου κάποιος μπορεί να δουλεύει, να σπουδάζει από οπουδήποτε. Η αξία της χώρας μας γίνεται ακόμη μεγαλύτερη.
Σας μίλησα επίσης για την αντίληψή μου για τη βιομηχανία και θα έχουμε, κύριε Πρόεδρε, την ευκαιρία όλα αυτά να τα συζητήσουμε και σε πολύ μεγαλύτερη λεπτομέρεια. Το σύνθημά μας είναι η Ελλάδα που παράγει και εξάγει και κάτω από αυτό καλούμαστε να συνταχθούμε όλοι. Κράτος, επιχειρηματίες και εργαζόμενοι. Και είμαι σίγουρος ότι η φετινή σας συνέλευση θα ανοίξει δρόμους ώστε το σύνθημα αυτό να γίνει πράξη. Επικαλούμαι, λοιπόν, κλείνοντας τα λόγια ενός εμβληματικού ήρωα που πρωταγωνιστεί θα έλεγε κανείς γιατί ήταν λίγο διφορούμενος χαρακτήρας, του Καραγάτση, του υποστηρικτή της εκβιομηχάνισης, Γιούγκερμαν. Στον «Κίτρινο Φάκελο» επισημαίνει με νόημα «η βιομηχανία είναι λειτούργημα κοινωνικής σκοπιμότητας. Κερδοφόρο βέβαια για τον βιομήχανο όχι όμως μόνο κερδοσκοπικό».
Προτείνω λοιπόν να κρατήσουμε αυτή τη φράση, όπως και τη φράση του Ζολώτα για τη σημασία της εκβιομηχάνισης με στήριξη του εργατικού δυναμικού της χώρας, ως παρακαταθήκη για το αύριο. Και έτσι θα κατακτήσουμε, επιτέλους, αυτό που τόσο έχει ανάγκη η πατρίδα μας, μια βιομηχανία ανάπτυξη για την Ελλάδα και μια βιομηχανία ευημερίας για όλους τους Έλληνες.
Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας
Αμέσως μετά την ομιλία ακολούθησε η εξής συζήτηση με τον Πρόεδρο του ΣΕΒ
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Κύριε Πρόεδρε, ο χρόνος δεν μας επιτρέπει να συζητήσουμε πολύ. Εξάλλου νομίζω ότι από διαφορετικές οπτικές γωνίες υπήρξε μία πολύ μεγάλη επικάλυψη των θεμάτων. Είμαι σίγουρος ότι θα έχουμε και άλλες ευκαιρίες να ανταλλάξουμε απόψεις. Θα ήθελα όμως να σας δώσω μία ευκαιρία, ίσως αυτό που θα έλεγα, εάν θα θέλατε να επικεντρωθείτε λίγο περισσότερο στο θέμα των δεξιοτήτων και της καινοτομίας ή ότι άλλο κρίνετε ως προϋπόθεση για την μακροχρόνια βιώσιμη ανάπτυξη.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κατ’ αρχάς, ευχαριστώ πολύ και για το πλαίσιο το οποίο θέσατε, το οποίο νομίζω ότι θα μας οδηγήσει στο να έχουμε μία πολύ εποικοδομητική συνεργασία, καθώς οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι κοινές. Και βέβαια οι επιχειρήσεις στη χώρα μας -και ειδικά οι μεγαλύτερες,οι πιο δυνατές, οι πιο εύρωστες- που κατά τεκμήριο εκπροσωπούνται στο Σ.Ε.Β., έχουν αντιληφθεί ότι και ο δικός τους ρόλος και η σχέση επιχειρήσεων και κοινωνίας, όπως σωστά το αναδείξατε, έχει αλλάξει.
Όταν ήμασταν στο Πανεπιστήμιο και εσείς και εγώ -δεν έχουμε τόση διαφορά ηλικίας- μαθαίναμε ότι πρώτος στόχος κάθε επιχείρησης είναι η μεγιστοποίηση της αξίας των μετόχων. Αυτό δεν ισχύει πια. Οι επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται το ρόλο τους στην κοινωνία πιο ολιστικά, πιο συνολικά, με υποστήριξη των εργαζομένων και επένδυση σε αυτούς. Με κοινωνικό αποτύπωμα κάθε επιχείρησης, πέρα από την εκπλήρωση των τυπικών της υποχρεώσεων. Με το να πληρώνει τους φόρους της και να συμμορφώνεται με τη νομοθεσία. Όλα αυτά αποκτούν μια νέα και πιο σημαντική διάσταση και βρίσκονται -πιστεύω- στον πυρήνα του τρόπου με τον οποίο θα σπάσουν και τα τελευταία απομεινάρια αμφισβήτησης της σημασίας που έχει η υγιής επιχειρηματικότητα για την ανάπτυξη του τόπου.
Και βέβαια πολύ μεγάλη σημασία αποδίδω -και αποδίδετε και εσείς- στον περιορισμό εκείνων των φαινομένων που αδίκησαν στο παρελθόν την έννοια της επιχειρηματικότητας, τη σπίλωσαν, την αδίκησαν. Έχω μιλήσει και από αυτό το βήμα για το κακό πρότυπο επιχειρηματικότητας το οποίο πρέπει να αφήσουμε πίσω μας. Όταν βρέθηκα στη θέση του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, θυμάμαι καλά την πρώτη ομιλία που είχα κάνει, ότι αντιμετωπίστηκε με λίγο έκπληξη ενδεχομένως από τα μέλη σας όταν μίλησα γι’ αυτή τη Συμφωνία Αλήθειας.
Εμείς θα κάνουμε αυτά τα οποία ήδη κάνουμε. Πρέπει να κάνουμε πολλά περισσότερα. Θα μειώσουμε φόρους, θα βελτιώσουμε το ρυθμιστικό περιβάλλον, θα βοηθήσουμε τη ρευστότητα και οι επιχειρήσεις θα επενδύσουν πάνω απ’ όλα στους εργαζόμενους τους. Και αυτό με φέρνει στο ερώτημά σας. Το ζήτημα των δεξιοτήτων είναι απολύτως κρίσιμο και χαίρομαι που το βάζετε στο ίδιο επίπεδο με τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και της τεχνολογικής επανάστασης, για τον απλούστατο λόγο ότι ξέρουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχει χάσμα δεξιοτήτων αυτή τη στιγμή.
Μπορεί το ζητούμενο για τη χώρα μας να μην είναι μόνο η προσέλκυση κεφαλαίων, με την οικονομική έννοια του όρου, αλλά για να υποστηρίξουμε την ανάπτυξή μας χρειαζόμαστε ανθρώπινο κεφάλαιο. Εξίσου σημαντικό με το οικονομικό κεφάλαιο. Και εκεί έχουμε ζητήματα αυτή τη στιγμή. Άρα, επένδυση στη διαρκή μάθηση, στην κατάρτιση, στην επαγγελματική εκπαίδευση. Αυτό το οποίο ανέφερα που είναι πάρα πολύ μεγάλης σημασίας στο νομοσχέδιο το οποίο θα φέρουμε μέσα στους επόμενους δύο μήνες. Ειδικό νομοσχέδιο για την επαγγελματική κατάρτιση.
Δεν ήθελα να το ενσωματώσω στο νομοσχέδιο για τα σχολεία γιατί αποδίδω εξαιρετικά μεγάλη σημασία στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αναδιατάξουμε όλη την έννοια της επαγγελματικής εκπαίδευσης στη χώρα μας. Η διαρκής κατάρτιση. Η δυνατότητα που μας δίνει σήμερα η τεχνολογία και το απέδειξε πολύ καλά η κρίση του κορονοϊού από την καλή και από την κακή πλευρά μερικές φορές. Κι εμείς πήραμε κάποια μαθήματα για το τι σημαίνει ουσιαστική κατάρτιση σήμερα εξ αποστάσεως. Μην έχετε καμία αμφιβολία ότι θα υπάρχουν σημαντικότατοι ευρωπαϊκοί πόροι διαθέσιμοι. Αλλά η κατάρτιση πρέπει να γίνει με σωστούς όρους με τη συμμετοχή της ιδιωτικής οικονομίας, με τις επιχειρήσεις να μας υποδεικνύουν πού είναι οι ανάγκες τους, με την πιστοποίηση να είναι απλή και να παρέχεται εύκολα από πιστοποιημένους με τη σειρά τους φορείς. Άρα εκεί έχουμε να κάνουμε πάρα πολλά.
Και βέβαια τα Πανεπιστήμια και το πώς θα ανοίξουν στον κόσμο της παραγωγής. Η δική μας πρόθεση είναι να απελευθερώσουμε τα δημόσια Πανεπιστήμια, τα οποία έχουν πολλές εστίες δημιουργικότητας, να συνεργαστούν περισσότερο με τον ιδιωτικό τομέα. Να σας ενθαρρύνουμε να επενδύσετε και εσείς στα Πανεπιστήμια με περισσότερα προγράμματα συνεργασίας, με περισσότερες δωρεές ίσως για τη δημιουργία ειδικών εδρών σε αντικείμενα που μπορεί να σας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, τα οποία θα είναι προς όφελος όμως και του δημόσιου πανεπιστημίου και βέβαια για να καταλήξουμε και στα πιο μικρά παιδιά.
Έχουμε μιλήσει για την ανάγκη να μπει -το θεσμοθετήσαμε ήδη με το νομοσχέδιο αυτό στα πλαίσια της επέκτασης του προγράμματος- το μάθημα της επιχειρηματικότητας στα σχολεία. Κι έχει γίνει καταπληκτική δουλειά από φορείς με τους οποίους συνεργαζόμαστε και εμείς, συνεργάζεστε και εσείς, για το τι σημαίνει να διδάσκουμε επιχειρηματικότητα στα παιδιά. Όποτε κάνουμε τέτοια προγράμματα virtual επιχειρηματικότητας, τα παιδιά και από πιο μικρές ηλικίες ανταποκρίνονται με πρωτοφανή ενθουσιασμό. Και είναι αμαρτία να μην επενδύσουμε σε αυτό.
Και βέβαια το πολύ μεγάλο κεφάλαιο του επαναπατρισμού, για να κλείσω με αυτό, του brain drain, που μπορεί να γίνει brain gain, και ίσως εκεί ο κορονοϊός μας βοήθησε. Για πρώτη φορά άλλαξε αυτή η εικόνα της χώρας ως μια χώρα η οποία είναι αναξιοκρατική, αδύναμη να αντιμετωπίσει βασικές προκλήσεις. Νομίζω ότι μέσα από αυτό που πετύχαμε -και το πετύχαμε όλοι μαζί- πρέπει να το διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού. Δημιουργήσαμε μια ευκαιρία και σε παιδιά που έφυγαν στο εξωτερικό να γυρίσουν στην Ελλάδα γιατί βλέπουν το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία, όχι το μέλλον το άμεσο τον επόμενο χρόνο, αλλά το μακροπρόθεσμο μέλλον. Και την ίδια αισιοδοξία πρέπει να έχετε και εσείς. Ναι, θα είναι δύσκολο το ΄20 αλλά πιστεύω ότι έχουμε τις προϋποθέσεις να μην είναι τελικά τόσο άσχημο όσο κάποιοι πίστευαν και η ανάκαμψη στο ’21 να είναι πολύ δυναμική.
Αλλά αυτό προϋποθέτει και εσείς να πιστέψετε στις μακροπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές και να επενδύσετε στις εταιρίες σας. Και αν αυτό σημαίνει ότι για να ξεπεραστεί η κρίση στη λογική του burden sharing να πρέπει να επενδυθούν κάποια χρήματα από τους μετόχους της εταιρείας μέσω αυξήσεων κεφαλαίου, αυτό πρέπει να γίνει.
Εμείς κάνουμε το δικό μας κομμάτι και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε γιατί το να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις είναι πάνω από όλα να στηρίξουμε τον κόσμο της εργασίας. Και πιστεύω ότι και η υγιής ελληνική επιχειρηματικότητα μέσα από αυτή τη ματιά θα αντιμετωπίσει αυτή την πρόκληση και όταν με το καλό κάνουμε το συνολικό απολογισμό του τι έγινε αυτό το χρόνο να διαπιστώσουμε ότι κάναμε πράξη αυτό το οποίο λέμε αλλά σχεδόν ποτέ δεν κάνουμε, οπότε η κάθε κρίση είναι και μια ευκαιρία. Στο χέρι μας είναι να αποδείξουμε ότι αυτό.
Δημήτρης Παπαλεξόπουλος: Ευχαριστώ για την τοποθέτηση. Λέξεις κοινές, εμπιστοσύνη, χτίσιμο εμπιστοσύνης μεταξύ επιχειρήσεων και κοινωνίας, αύξηση της συμμετοχής στη βιομηχανία, κυκλική οικονομία, πράσινη ανάπτυξη, ψηφιακή επανάσταση, δεξιότητες και μια αισιοδοξία ότι μαζί μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα χειρότερα το κορονοϊού. Εδώ θα είμαστε του χρόνου να τα ξαναπούμε.