Αναβάθμιση αγοράς εργασίας: εφικτό το άλμα προς τα εμπρός!
Άρθρο κ. Μιχάλη Μητσόπουλου, Διευθυντή Τομέα Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών του ΣΕΒ, στην εφημερίδα “Πελοπόννησος”
Η έρευνα Business Pulse την οποία πραγματοποιεί για 7η χρονιά ο ΣΕΒ με την MRB δείχνει ότι την ώρα που οι απανωτές κρίσεις και οι γεωπολιτικές αστάθειες έχουν, ήδη, κάμψει την οικονομική προοπτική στις περισσότερες χώρες του εξωτερικού, οι ελληνικές επιχειρήσεις συνεχίζουν να είναι αισιόδοξες και να καταγράφουν ιδιαίτερα θετική πορεία. Ο δυναμισμός αυτός αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο για τη χώρα, που μετά από μια υπερδεκαετή κρίση, έχει πράγματι κατορθώσει να κάνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις και να ανακάμψει με τρόπο που λαμβάνει πολλά εύσημα από το εσωτερικό και το εξωτερικό.
Ο δυναμισμός αυτός είναι μια κρίσιμη προϋπόθεση, ώστε να μπορέσουμε να διανύσουμε όλο τον μακρύ δρόμο που έχουμε ακόμα μπροστά μας, μέχρι να φτάσουμε στην ουσιαστική ανόρθωση της παραγωγικής βάσης της χώρας, κάτι που με τη σειρά του είναι και προϋπόθεση για την πραγματική σύγκλιση της ευημερίας της κοινωνίας μας με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Ο δυναμισμός αυτός σηματοδοτεί και την επιστροφή της μεγάλης πλειοψηφίας των επιχειρήσεων σε δείκτες κερδοφορίας, μετά από τις θηριώδεις ζημιές της κρίσης που για την παραγωγική οικονομία και μόνο ανήλθαν, σωρευτικά, σε μισό ΑΕΠ. Οι δείκτες αυτοί, όπως προκύπτουν από την μόνη αξιόπιστη πηγή, δηλαδή τους δημοσιευμένους ισολογισμούς της συντριπτικής πλειοψηφίας των επιχειρήσεων παραγωγικών κλάδων, παραμένουν όμως συγκρατημένοι αν συγκριθούν με τα επίπεδα κερδοφορίας που επικρατούν στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Η έρευνα καταγράφει επίσης δυο σημαντικά σημεία: Πρώτον, ότι οι επιχειρήσεις πιστεύουν ότι οι αμοιβές των εργαζόμενων πρέπει να αυξηθούν αλλά και ότι η φορολογία αποτελεί εμπόδιο στην αύξηση των μισθών. Δεύτερον, τις ιδιαίτερα σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στην εξεύρεση εργατικού δυναμικού.
Τα ευρήματα αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά αν αναλογιστεί κανείς ότι η ανάκαμψη της χώρας τα τελευταία χρόνια έχει βασιστεί ιδιαίτερα στην ανάκαμψη της αγοράς εργασίας, αν και αυτή κυρίως αφορά θέσεις χαμηλότερης εξειδίκευσης και αμοιβών. Το ζήτημα αυτό αφορά όχι μόνο την αγορά εργασίας αλλά και την ευημερία της κοινωνίας άμεσα, αν παρατηρήσει κανείς ότι το 2010 το μέσο κόστος εργοδότη στην Ελλάδα ήταν 26.6 χιλιάδες ευρώ ετησίως και στη ζώνη του ευρώ 36 χιλιάδες, ενώ σήμερα στη ζώνη του ευρώ 45 χιλιάδες και στην Ελλάδα περίπου 20.
Τα ευρήματα αυτά πρέπει να συμπληρωθούν με δυο ακόμα πραγματικότητες. Καταρχήν, παρόλο που το μη μισθολογικό κόστος, δηλαδή το ύψος των φόρων και εισφορών που μειώνουν τον καθαρό μισθό που λαμβάνει ο εργαζόμενος, έχει μειωθεί, παραμένει από τα υψηλότερα στην Ευρώπη για μισθούς που κινούνται πάνω από τον μέσο όρο. Έτσι, όμως, εμποδίζεται στην πράξη η αύξηση του μέσου μισθού και άρα η ανάπτυξη της αγοράς εργασίας για θέσεις υψηλότερων αμοιβών. Επίσης, με δεδομένη την επικέντρωση της αγοράς εργασίας σε θέσεις χαμηλότερης εξειδίκευσης, ακριβώς λόγω της αύξησης του μη μισθολογικού κόστους για εργαζόμενους με υψηλότερες αμοιβές, αναδεικνύεται όλο και περισσότερο το γεγονός ότι η χώρα παραμέλησε την επαγγελματική εκπαίδευση τις τελευταίες δεκαετίες.
Και για τα δυο αυτά ζητήματα ο ΣΕΒ έχει αναλάβει πρωτοβουλίες. Προβάλλοντας σταθερά το αίτημα για την παραπέρα μείωση του μη μισθολογικού κόστους. Αλλά και ενδυναμώνοντας την επαγγελματική εκπαίδευση, με σειρά πρωτοβουλιών όπως το Skills4Jobs, που στοχεύουν στην αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού και τη διασύνδεση με την αγορά εργασίας.