Είναι εφικτό ένα άλμα προς τα εμπρός για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας
Γράφει ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, Πρόεδρος του ΣΕΒ, στην ειδική έκδοση της Ναυτεμπορικής «100 ΧΡΟΝΙΑ 1924-2024 | 100+ προσωπικότητες υπογράφουν το μέλλον της οικονομίας»
Οι εξελίξεις σήμερα είναι τεκτονικές, ταχύτατες και απρόβλεπτες. Από τους πολέμους στη γειτονιά μας, μέχρι την κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα ή τον μεταβαλλόμενο χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης, ο κόσμος μας αλλάζει. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία μετασχηματίζει εκ βάθρων τον τρόπο που ζούμε και δουλεύουμε, ενώ ολόκληρο το παραγωγικό υπόδειγμα ξαναστήνεται γύρω από μια νέα ενεργειακή πραγματικότητα, διαφορετική από αυτή που ξέραμε για σχεδόν δύο αιώνες. Η ασφάλεια και η ανθεκτικότητα εξελίσσονται στα θεμέλια όπου θα στηριχθεί η κοινή μας οικονομική και κοινωνική προοπτική και ευημερία. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα είναι, ασυνήθιστα, νησίδα σταθερότητας, με σαφώς θετική τροχιά και προοπτικές που είναι όχι μόνο καλές, αλλά καλύτερες του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικά για την Ευρώπη, η φθίνουσα ανταγωνιστικότητα που αντιμετωπίζει εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες, φαίνεται να έχει μπει σε μια φάση επιτάχυνσης και επιδείνωσης, συνέπεια και των απανωτών κρίσεων των τελευταίων τεσσάρων ετών (πανδημία, ενεργειακή κρίση, πόλεμος στην Ουκρανία και κρίση ακρίβειας), αλλά και ενός παγκόσμιου οικονομικού τοπίου σκληρού διεθνούς ανταγωνισμού, που συμπεριλαμβάνει και τη σταδιακή αμφισβήτηση των ανοιχτών αγορών και των αξιών του Δυτικού πολιτισμού.
Οι προκλήσεις είναι τέτοιες που πρέπει να κινηθούμε διαφορετικά, ώστε όχι μόνο η οικονομία, αλλά και η κοινωνία να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν χωρίς να μείνουν πίσω. Η Ευρώπη ηγείται (και σωστά) στην κλιματική φιλοδοξία, αλλά χρειάζεται πολιτικός, οικονομικός και κοινωνικός ρεαλισμός ώστε να ελαχιστοποιηθούν τα κόστη της υφιστάμενης αποβιομηχάνισής της και να αποτραπεί η διαιώνισή της. Πρόκειται για σύνθετες, πολυδάπανες και χρονοβόρες προκλήσεις, για τις οποίες χρειάζεται σχέδιο και αποφασιστικότητα, όχι μόνο εδώ στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη σημασία η Ευρώπη να ξαναβρεί την αναπτυξιακή της πυξίδα απέναντι στις τεχνολογικές, κλιματικές, δημογραφικές και γεωπολιτικές προκλήσεις, αλλά και απέναντι στις ελλείψεις σε ανθρώπους και δεξιότητες που επηρεάζουν εργαζόμενους και επιχειρήσεις. Μπροστά μας έχουμε ένα συλλογικό παράθυρο ευκαιρίας. Οι επιχειρήσεις συνειδητοποιούν ξεκάθαρα πως πρέπει να εξελιχθούν πιο γρήγορα, να γίνουν προδραστικές και να προσαρμοστούν. Το κράτος επίσης βελτιώνεται, το βλέπουμε σε πολλούς δείκτες, αλλά πρέπει να κινηθεί πιο αποτελεσματικά και πιο τολμηρά σε μεταρρυθμίσεις που αφαιρούν στρεβλώσεις από τη λειτουργία του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Για να πετύχουμε τους στόχους της συμπεριληπτικής ανάπτυξης, η συνταγή δεν είναι καινοφανής: Χρειάζεται να επιταχύνουμε τις αλλαγές, και οι επιχειρήσεις και η δημόσια διοίκηση, με αποφασιστικότητα και διάθεση να κινηθούμε διαφορετικά, και να στηρίξουμε την ελληνική παραγωγή, τη μεταποίηση και τη βιομηχανία, ακόμα και αν δεν είναι πάντα ο εύκολος δρόμος.
Είμαστε σε μια συγκυρία όπου, εφόσον επιταχύνουμε, είναι εφικτό ένα άλμα προς τα εμπρός και ο μετασχηματισμός του παραγωγικού μας μοντέλου που εδώ και μία δεκαετία συζητάμε, ώστε να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την ανταγωνιστικότητα, την παραγωγικότητα, την καινοτομία, τη γνώση που χρειάζεται για να βελτιώσουμε το βιοτικό μας επίπεδο με τρόπο μακροχρόνιο και διατηρήσιμο. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη χώρα ήταν το πρώτο βήμα.