Είναι το νέο ΕΣΠΑ μια νέα αρχή;
Άρθρο Δρ Γιώργου Ξηρογιάννη, Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή ΣΕΒ, στα ΝΕΑ
Τα ΕΣΠΑ αποτελούν σημαντικά εφόδια της οικονομίας. Παρέχουν πόρους για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων (ΜμΕ) αλλά και την περιφερειακή ανάπτυξη. Στα 40 χρόνια συμμετοχής στην ενωμένη Ευρώπη, η χώρα έχει λάβει από τα ευρωπαϊκά ταμεία €160δις, σχεδόν ένα ΑΕΠ. Ειδικά μέσα στην υγειονομική κρίση το ΕΣΠΑ δρομολόγησε σημαντικούς πόρους για τη στήριξη των επιχειρήσεων. Όμως, η διάθεση των πόρων στην πραγματική οικονομία, μετατρέπεται πάντα σε έναν αγώνα δρόμου. Σήμερα, ένα εξάμηνο μετά την ονομαστική ολοκλήρωση του τρέχοντος ΕΣΠΑ, η υλοποίηση (δηλαδή οι πραγματικές εκταμιεύσεις στην οικονομία) δεν υπερβαίνει το 60%.
Το νέο ΕΣΠΑ 2021 – 2027, αποτελεί ευκαιρία για μια αλλαγή πορείας. Με πόρους άνω των €21δις, δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί μόνο σαν εργαλείο αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης ή άτοκης χρηματοδότησης επενδύσεων περιορισμένης έκτασης στις επιχειρήσεις. Με την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ΜμΕ να υπολείπεται κατά 50% των αντίστοιχων στην ΕΕ, το νέο ΕΣΠΑ πρέπει να επιταχύνει την ουσιαστική σύγκλιση της ελληνικής οικονομίας με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές.
Η σύγκλιση αυτή όμως προϋποθέτει μια μεγάλη ανατροπή στη λογική διάθεσης πόρων στην Ελλάδα. Τα προγράμματα του ΕΣΠΑ 2021 – 2027 είναι αναγκαίο να σταματήσουν να εστιάζουν στο πόσες επιχειρήσεις λαμβάνουν ενισχύσεις και να ξεκινήσουν να αντιλαμβάνονται στο πως και αν οι ενισχύσεις αυτές βοηθούν τις επιχειρήσεις να γίνουν ανταγωνιστικές διεθνώς.
Η νέα αυτή λογική μπορεί να αντιμετωπίσει το διαχρονικό πρόβλημα της μεγέθυνσης των επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Οι ΜμΕ συνεχίζουν να είναι αναπόσπαστο τμήμα της παραγωγικής βάσης σε όλη την ΕΕ. Όμως οι μεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι 3 φορές λιγότερες από το μέσο όρο της ΕΕ ενώ οι μικρές τρεις φορές περισσότερες. Επίσης η λογική αυτή μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, την εφαρμογή πράσινων πολιτικών και την υιοθέτηση των αρχών της κυκλικής οικονομίας. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι ελληνικές επιχειρήσεις συνεχίζουν τις χαμηλές πτήσεις. Ενδεικτικά, μόνο το 3% των επιχειρήσεων επενδύει σε τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης (45% στην ΕΕ), παρά τους σημαντικούς πόρους για ΤΠΕ που έχει διαθέσει το ΕΣΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση, η επιμονή του νέου ΕΣΠΑ στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων αναδεικνύεται στην πλέον κρίσιμη προϋπόθεση για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Παρά τον ικανό αριθμό αποφοίτων σε θετικές και τεχνολογικές επιστήμες, η χώρα παραμένει χαμηλά στις ψηφιακές δεξιότητες έχοντας μόλις την 24η θέση στην ΕΕ. Πρόσφατη ανάλυση του ΣΕΒ δείχνει ότι το 85% των θέσεων εργασίας του 2030 δεν έχει δημιουργηθεί ακόμα, ενώ 4 στα 10 σημερινά επαγγέλματα θα αλλάξουν περιεχόμενο εξαιτίας του ψηφιακού αυτοματισμού. Χωρίς σύγχρονα προγράμματα επανακατάρτισης, ενδο-επιχειρησιακής εξειδίκευσης, πρακτικής άσκησης και μαθητείας, οι δεξιότητες των εργαζομένων θα συνεχίσουν να απέχουν από τις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Τέλος, το νέο ΕΣΠΑ πρέπει να μειώσει σημαντικά τη γραφειοκρατία του. Η εξοικείωση του δημοσίου τομέα με τα ψηφιακά συστήματα τους τελευταίους μήνες, πρέπει να επεκταθεί στο νέο ΕΣΠΑ. Η δημόσια διοίκηση μπορεί να τηρεί προθεσμίες αναζητώντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά μέσω των πληροφοριακών συστημάτων της, να προγραμματίζει έγκαιρα προκηρύξεις και ελέγχους σε εθνικό επίπεδο και να εκταμιεύει πληρωμές σε σύντομο χρόνο.