Εξωστρέφεια: πηγή νέων, πολλών και καλών θέσεων εργασίας
Άρθρο κ. Χρήστου Α. Ιωάννου, Διευθυντή Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας ΣΕΒ, στα ΝΕΑ
Παρά τα θετικά βήματα στη ανάκαμψη της απασχόλησης κατά 1,9% το β’ τρίμηνο 2021 έναντι του 2020, και τη μείωση της ανεργίας (β’ τρίμηνο 2021:15,8% έναντι 2020:16,7%, 2019:16,9%), χρειάζονται να γίνουν άλματα, και αλλαγή πορείας, για την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης στην Ελλάδα.
Τα τελευταία στοιχεία της ΕΕ για την απασχόληση ( α’ τρίμηνο 2021) φέρνουν την Ελλάδα στο χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης (58,3%). Καίτοι αυξάνεται, παραμένει χαμηλότερο έναντι των άλλων ουραγών: Ιταλίας (61,1%), Ισπανίας (66,6%). Το χάσμα απασχόλησης είναι μεγάλο (13 και πλέον μονάδες) έναντι του μέσου όρου της ΕΕ (71,9%) και της Ευρωζώνης (71,3%), και τεράστιο έναντι των υψηλών Ολλανδίας (81%), Σουηδίας (79,5%), αλλά και Τσεχίας και Εσθονίας (79,4%), προ τριών δεκαετιών ανατολικοευρωπαϊκών.
Κοινωνική συνοχή και ευημερία στην Ελλάδα συνδέονται με την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των νέων, των γυναικών, αλλά και των ανδρών, στρεφόμενοι στις πηγές των νέων θέσεων εργασίας. Ποιες είναι αυτές; Είναι οι επιχειρήσεις, οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις, που, κι αν δεν είναι, γίνονται, αναπτύσσοντας και την εξωστρέφεια τους.
Όπως είναι μετρήσιμο το ποσοστό απασχόλησης, που είναι χαμηλό στην Ελλάδα, το ίδιο μετρήσιμο είναι και το ποσοστό της απασχόλησης που συνδέεται με, και προέρχεται από, την παραγωγική εξωστρέφεια. Υπάρχει συνάφεια και συσχέτιση ανάμεσα στο χαμηλό ποσοστό απασχόλησης και στο χαμηλό ποσοστό παραγωγής και εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας.
Στην ΕΕ συνολικά 37 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στηρίζονται στην εξωστρέφεια των επιχειρήσεων, στο βαθμό που αυτές εξάγουν, αλλά και στην εξωστρέφεια των αλυσίδων παραγωγής αξίας όπου συμμετέχουν. Δηλαδή και στις επιχειρήσεις που υποστηρίζουν με την παραγωγή τους την εξαγόμενη παραγωγή των εξωστρεφών.
Το 2019, πριν την κρίση του κορονοϊού, στην ΕΕ το 17,9% της συνολικής απασχόλησης (των 209 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας), δηλαδή μία στις έξι θέσεις εργασίας, στηρίζεται στην εξωστρέφεια. Η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο όλων στην ΕΕ, με 12,2%. Κατά τι καλύτερα είναι τα πράγματα στην Πορτογαλία (12,5%). Στην άλλη, υψηλότερη, άκρη βρίσκονται ευρωπαϊκές οικονομίες και κοινωνίες όπου σχεδόν τρεις στις δέκα θέσεις εργασίας στηρίζονται στην εξωστρέφεια: Ιρλανδία (29,4%), Λουξεμβούργο (29,1%).
Μπορεί να μην θέλουμε, ή να μην μπορούμε, να γίνουμε Ιρλανδία, αλλά μέχρι το 29,5%, υπάρχουν άλλες 25 καλύτερες επιδόσεις θέσεων εργασίας (Μάλτα (23,5%) Τσεχία (22,2%), Ολλανδία (21,6%) κοκ) που προέρχονται από την εξωστρέφεια. Αυτό μας δείχνει πού βρίσκονται πηγές πολλών νέων θέσεων εργασίας (και αύξησης του ποσοστού απασχόλησης) σε σχέση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αν επιλέξουμε, επιδιώξουμε να γίνουμε παραγωγικότεροι και ανταγωνιστικότεροι, το όφελος είναι ένα περιθώριο αύξησης του ποσοστού της απασχόλησης κατά 10 – 15%. Μόνον έτσι μπορούμε να αυξήσουμε το ποσοστό απασχόλησης κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (71%). Στην παραγωγική εξωστρέφεια βρίσκονται οι νέες θέσεις εργασίας που χρειαζόμαστε, οι πηγές τους. Οι οποίες είναι πλήρους απασχόλησης, δυναμικές, βιώσιμες, καλύτερα αμειβόμενες έναντι του μέσου όρου της ευρωπαϊκής οικονομίας, του μέσου όρου κάθε χώρας, και στην Ελλάδα.
Πως; Ενισχύοντας την εγχώρια εξωστρεφή και ανταγωνιστική παραγωγή, με δυο λόγια τα «διεθνώς εμπορεύσιμα» προστιθέμενης αξίας, στη μεταποίηση, στις νέες τεχνολογίες, στις υπηρεσίες που συνδέονται με τις νέες τεχνολογίες, στρέφοντας και διευκολύνοντας παραγωγικές επενδύσεις προς τα εκεί.