H πρόταση Οδηγίας για την BEFIT με τη ματιά της BusinessEurope
Κωνσταντίνος Διαμαντούρος
Μόνιμος Αντιπρόσωπος στην BusinessEurope και την ΕΕ
Άρθρο στο Μηνιαίο Ενημερωτικό Δελτίο ΣΕΒ – Ρυθμιστικό Περιβάλλον και Επιχειρήσεις – 29 Φεβρουαρίου 2024
Η πρόταση Οδηγίας για την BEFIT (Business in Europe: Framework for Income Taxation) πλέον λαμβάνει τη θέση της CCCTB και έχει ως στόχο την εδραίωση ενός ενιαίου τρόπου υπολογισμού της φορολογικής βάσης για τις εταιρείες στην Ένωση. Τα προβλεπόμενα κέρδη για τις εταιρείες, κατά τον ευρωπαίο νομοθέτη, περιλαμβάνουν την εξάλειψη της υποχρέωσης συμμόρφωσης με 27 χωριστά πλαίσια και την ενιαία αντιμετώπιση από ένα σημείο επαφής, που βρίσκεται στο κράτος μέλος της έδρας της μητρικής του ομίλου. Παράλληλα, βέβαια έχουμε και τις συνεχείς εξελίξεις στο διεθνές φορολογικό πλαίσιο, όπως τη συμφωνία στον ΟΟΣΑ για το πλαίσιο φορολόγησης που στον «Πυλώνα 2» προβλέπει ελάχιστο εταιρικό φόρο 15%, ώστε να μειωθεί ο φορολογικός ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών, αλλά και τις εξελίξεις στο πλαίσιο περί Transfer Pricing.
Η πρόταση για την BEFIT, ως έχει αφορά μεγάλες εταιρίες και ομίλους με κύκλο εργασιών άνω των €750 εκατ., όπως δηλαδή και ο Πυλώνας 2 της συμφωνίας του ΟΟΣΑ, με τα κέρδη αυτά να καταγράφονται σε 2 τουλάχιστον από τα 4 τελευταία έτη. Η πρόταση εφόσον υιοθετηθεί θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιούλιο 2028.
Το κύριο σημείο της πρότασης είναι ο ενιαίος τρόπος υπολογισμού της φορολογικής βάσης, για όλο τον όμιλο. Στη συνέχεια, βάσει ενός καταρχήν προσωρινού κανόνα που βασίζεται στο μερίδιο των κερδών που προέρχεται τα τελευταία χρόνια από την κάθε χώρα, η βάση αυτή κατανέμεται στο κάθε κράτος μέλος και στη βάση αυτή επιβάλλει τον εθνικό φορολογικό συντελεστή. Σημειώνεται ότι για την τελική διαμόρφωση της φορολογικής βάσης γίνονται αρκετές προσαρμογές, όπως για αποσβέσεις (για εξοπλισμό αναφέρεται ότι γίνονται κατά το πρότυπο που ακολουθείται), ζητήματα εξαγορών, ζητήματα ανείσπρακτων απαιτήσεων (όπου απουσιάζει για την ώρα μια ρητή αναφορά για την αναγνώριση συμφωνιών διαγραφής απαιτήσεων στα πλαίσια συμφωνιών εξυγίανσης).
Ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα για τις εταιρείες, κατά τον νομοθέτη, θα είναι η ικανότητα να συμψηφίζουν ζημιές μιας δικαιοδοσίας με κέρδη άλλης, κατά τον υπολογισμό της καθαρής κερδοφορίας όλου του ομίλου, ενώ ζημιές του ομίλου θα μεταφέρονται για συμψηφισμό και στο μέλλον. Βέβαια, η πρόταση αυτή διαμορφώθηκε μετά τη συμφωνία στον ΟΟΣΑ, που στην πράξη σημαίνει ότι και με τις προσαρμογές αυτές, αθροιστικά σε επίπεδο ομίλου, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι ο όμιλος καταβάλλει ελάχιστο φόρο 15% επί των κερδών του, γεγονός που κατά την BusinessEurope απομειώνει σημαντικά την ελκυστικότητα αυτού του πλεονεκτήματος. Η πρωτοβουλία στοχεύει και στην απλοποίηση διαδικασιών, καθώς θα υπάρχει μια υποβολή, με ενιαία φόρμα, σε ένα One Stop Shop και συντονισμένοι έλεγχοι από κλιμάκια των εμπλεκόμενων κρατών μελών.
H BusinessEurope έχει επίσης εκφράσει σημαντικές επιφυλάξεις ως προς το βαθμό που η Οδηγία πράγματι συμβάλλει αφενός στην απλοποίηση του συστήματος εταιρικής φορολογίας και αφετέρου στη μείωση του κόστους συμμόρφωσης. Συγκεκριμένα, θεωρεί ότι εισάγονται αρκετοί παράγοντες που δημιουργούνε πολυπλοκότητα και αβεβαιότητα και ζητάει τουλάχιστον, πριν οριστικοποιηθεί η Οδηγία, να ξεκαθαρίσει το πλαίσιο που είναι σε εξέλιξη μετά τη συμφωνία του ΟΟΣΑ και μετά τις τελευταίες αλλαγές στο πλαίσιο για το transfer pricing. Το κύριο μειονέκτημα της πρότασης Οδηγίας είναι ότι δίνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να αποκλίνουν από το κοινό πλαίσιο που, ως αποτέλεσμα, αναιρεί το οφέλη του προτεινόμενου ενιαίου τρόπου υπολογισμού της φορολογικής βάσης. Επιπλέον, προβλήματα θα προκύπτουν και αν, κατά τον υπολογισμό της προσωρινής κατανομής της φορολογικής βάσης, βάσει του κανόνα που θα ισχύει, ακολουθήσουν δικαστικές διεκδικήσεις φορολογικών αρχών των κρατών μελών. Τέλος, η BusinessEurope βλέπει μια παρέμβαση στην εφαρμογή του κανόνα arms length που θα αποκλίνει από τα ήδη εδραιωμένα.