Η φορολογική ανταγωνιστικότητα κλειδί για την ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων σήμερα

1 Μαρτίου 2024 | Άρθρα & Συνεντεύξεις
Θεματικές: Εργασιακά

Άρθρο κας Κατερίνας Δασκαλάκη, Διευθύντριας Τομέα Εργασιακών Σχέσεων ΣΕΒ, στο αφιέρωμα του περιοδικού  Epsilon7 με θέμα: “Μισθοί και Οικονομία | Ο «γρίφος» των αυξήσεων – Οι ανάγκες των εργαζομένων και οι αντοχές των επιχειρήσεων”.

Παρά τη συγκρατημένη αισιοδοξία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας -ειδικά σε σύγκριση με την ευρωζώνη-, μια σειρά από παράγοντες, όπως η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, ο παρατεταμένος πληθωρισμός, οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, και οι εντάσεις στη Μέση Ανατολή, επιδρούν στην οικονομική δραστηριότητα και στις προσδοκίες εργαζομένων και επιχειρήσεων.

Σε αυτό το περιβάλλον, οι επιχειρήσεις επιβραβεύουν την απόδοση και δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας διατηρώντας μια εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στη αντιμετώπιση της δυσμενούς συγκυρίας και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους.

Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα Business Pulse του ΣΕΒ, οι επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται πως η βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους περνάει μέσα από τη βελτίωση των απολαβών των εργαζομένων. Όμως, το 84% των επιχειρήσεων αναγνωρίζει τη φορολόγηση της εργασίας ως  το μεγαλύτερο εμπόδιο στη βελτίωση των μισθών των εργαζομένων, με το 67% των επιχειρήσεων να ζητάει μεγαλύτερη φορολογική ανταγωνιστικότητα και το 52% των επιχειρήσεων να θεωρεί αναγκαία τη φορολογική ανταγωνιστικότητα για την εργασία.

Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η συζήτηση για τη σχέση μισθών, παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας.

Στον ΣΕΒ θεωρούμε στρατηγική προτεραιότητα την ανάγκη της διατήρησης της ανταγωνιστικής παραγωγής, της ανταγωνιστικότητας και της πραγματικής σύγκλισης με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ και τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ε.Ε. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίος ο παραγωγικός μετασχηματισμός της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

Στο σημερινό διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον η ανάπτυξη εξαρτάται από τί παράγεις και τι εξάγεις, ενώ το τι μισθούς μπορείς να πληρώνεις εξαρτάται από αυτό.  Επιπλέον,  ο συνδυασμός των προϊόντων που παράγει μια χώρα σε μεγάλο βαθμό επηρεάζει το πρότυπο παραγωγικής διαφοροποίησης και οικονομικής ανάπτυξης. Και, εν τέλει,  επηρεάζει και τις μισθολογικές δυνατότητες κάθε επιχείρησης, κάθε κλάδου,  κάθε περιφέρειας, κάθε οικονομίας.

Η μη μισθολογική ανταγωνιστικότητα, και συνεπώς οι μισθοί που μπορεί να καταβάλλονται χωρίς να υπονομεύεται η διεθνής ανταγωνιστικότητα, εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες: την παραγωγικότητα του επενδυμένου κεφαλαίου, τις τεχνολογικές μεταβολές και γνώσεις που ενσωματώνονται στο κεφάλαιο, το φορο- ασφαλιστικό πλαίσιο, το ρυθμιστικό και διοικητικό περιβάλλον, τις μακροοικονομικές προοπτικές, την πρόσβαση σε χρηματοδότηση με διεθνώς ανταγωνιστικούς όρους, τη λειτουργία του «κράτους δικαίου», τη γραφειοκρατία, αλλά και τις παραγωγικές επενδύσεις οι οποίες βελτιώνουν με βιώσιμο τρόπο την παραγωγή και παραγωγικότητα. Σημασία έχει, συνεπώς, όχι μόνο το απόλυτο ύψος των μισθών και του γενικότερου κόστους της εργασίας, αλλά η ισορροπία τους με τη μη μισθολογική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, η οποία τελικά καθορίζεται από όλους τους παραπάνω παράγοντες.

Εάν οι αυξήσεις των μισθών και γενικότερα του κόστους εργασίας δεν είναι συνεπείς με την πραγματικότητα που διαμορφώνουν αυτοί οι παράγοντες, αργά ή γρήγορα ενισχύουν τον πληθωρισμό, χειροτερεύουν την εσωτερική και διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας, οδηγούν σε αποδυνάμωση των εξαγωγών και της ικανότητας υποκατάστασης εισαγωγών, αποθαρρύνουν την οικονομική ανάπτυξη και οδηγούν σε απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας, θέσεων εργασίας και εισοδημάτων για όλο και περισσότερα νοικοκυριά.

Στο παραπάνω πλαίσιο, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας επιτρέπει διαφορετικές αυξήσεις μισθών και όχι τις ίδιες αδιακρίτως σε όλους τους κλάδους, καθώς διαφορετικές επιχειρήσεις έχουν διαφορετικές αντοχές σε αυξήσεις μισθών, αναλόγως της αύξησης της παραγωγικότητάς τους. Οι αποφάσεις για αύξηση των μισθών πρέπει να συνδέονται με την αύξηση της παραγωγικότητας στους κλάδους των «διεθνώς εμπορευσίμων», της οποίας η αύξηση πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα και προϋπόθεση για την παράλληλη και ταυτόχρονη αύξηση των μισθών και την διατήρηση και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

Δομικά προβλήματα η υψηλή φορολογία και το υψηλό μη μισθολογικό κόστος της μισθωτής εργασίας.

Δομικό πρόβλημα της ελληνικής αγοράς εργασίας παραμένει, αφενός, το υψηλό μη μισθολογικό κόστος της μισθωτής εργασίας, το οποίο είναι σημαντικά υψηλότερο του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ, και, αφετέρου, η υψηλή φορολογία της εργασίας, αποτελώντας αντικίνητρο για συμμετοχή στην επίσημη αγορά εργασίας. Σχετικά με την υψηλή φορολογία της εργασίας: με τη φορολογική σφήνα (tax wedge) για τον μέσο εργαζόμενο στην Ελλάδα στο 37,1% το 2022, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 19η υψηλότερη θέση μεταξύ των 38 χωρών μελών του ΟΟΣΑ. Ενώ παρά τις μειώσεις των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης την τριετία 2019-2022, το άθροισμα εισφορών εργαζόμενου και εργοδότη στην Ελλάδα είναι το 10ο υψηλότερο στις χώρες της Ε.Ε. (36.7%) και κατά 10,6 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το μέσο όρο των ανεπτυγμένων οικονομιών του ΟΟΣΑ. Τα ποσοστά αποδεικνύουν περίτρανα ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης του εισοδήματος των εργαζομένων της χώρας μας.

Η μείωση της φορολογίας της μισθωτής απασχόλησης θα έχει άμεσα θετικές συνέπειες στο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, και ιδίως των μεσαίων στελεχών που αποτελούν την πλειονότητα των εργαζομένων των επιχειρήσεων, θα βελτιώσει τη σχετική αγοραστική δύναμη των χαμηλόμισθων εισοδηματικών κλιμακίων, θα δημιουργήσει κίνητρα για επίσημη απασχόληση, με ευεργετικές επιδράσεις τόσο για την πραγματική οικονομία όσο και για τη δημοσιονομική κατάσταση μεσο-μακροχρόνια ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αυξήσουν τις καθαρές αμοιβές που προσφέρουν χωρίς υπέρμετρη επιβάρυνση της ανταγωνιστικότητάς τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, η βιομηχανία παραμένει ο πυλώνας ανθεκτικότητας της οικονομίας, με πολύ-επίπεδα οφέλη για όλη την κοινωνία. Η βιομηχανία προσφέρει σήμερα  υψηλότερες απολαβές σε σχέση με τους περισσότερους κλάδους, με τον μέσο ετήσιο μισθός να υπερβαίνει την αντίστοιχη επίδοση στο σύνολο της οικονομίας κατά περίπου 30%, ποσοστό που είναι το υψηλότερο στην ΕΕ (σε Τσεχία και Πορτογαλία, οι απολαβές του κλάδου υπολείπονται συγκριτικά με την οικονομία – 18η και 21η θέση αντίστοιχα).

Συμπέρασμα: Η πραγματική βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, των επενδύσεων, των θέσεων απασχόλησης, της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και της παραγωγικότητας περνάει από τη μείωση της υπερφορολόγησης της εργασίας και του εξορθολογισμού του μη μισθολογικού κόστους εργασίας. Τα τελευταία αποτελούν δομικά προβλήματα της ελληνικής αγοράς εργασίας τα οποία επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα κόστους της ελληνικής παραγωγής.

X

    Στοιχεία εταιρίας

    Επωνυμία επιχείρησης*

    Tαχ. δ/νση διοίκησης

    Κλάδος οικονομικής δραστηριότητας*

    Έτος ίδρυσης

    Αριθμός εργαζομένων

    Κέρδη τριών (3) τελευταίων ετών (προ φόρων)

    Σύνολο ενεργητικού τελευταίου έτους

    Αρμόδιος επικοινωνίας

    Oνοματεπώνυμο*

    Email

    Τηλ

    X

      Το όνομά σας *

      Το επίθετό σας *

      Email *

      Τηλέφωνο επικοινωνίας

      To μήνυμά σας

      Μόλις υποβάλετε το ερώτημά σας, ένα μέλος της ομάδας μας θα έρθει σε επαφή μαζί σας το συντομότερο δυνατό.
      Είμαστε αφοσιωμένοι στο ιδιωτικό σας απόρρητο. Μάθετε πώς φροντίζουμε τα δεδομένα σας στην πολιτική απορρήτου μας.

      X

        Στοιχεία εταιρίας

        Επωνυμία επιχείρησης*

        Tαχ. δ/νση διοίκησης

        Κλάδος οικονομικής δραστηριότητας*

        Έτος ίδρυσης

        Αριθμός εργαζομένων

        Κύκλος εργασιών τελευταίου έτους

        Αρμόδιος επικοινωνίας

        Oνοματεπώνυμο*

        Email

        Τηλ