Κορωνοϊός COVID-19 και τηλεργασία: Μετατρέποντας την πρόκληση σε ευκαιρία – Άρθρο του Απόστολου Αγναντόπουλου, Policy Analyst, Τομέας Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας ΣΕΒ, στο Πρώτο Θέμα, 22/3/2020
Η εξελισσόμενη επιδημία του κορωνοϊού COVID-19 δημιουργεί την ανάγκη λήψης έκτακτων μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας και την ομαλή συνέχιση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Μια πρακτική που θα μπορούσε να συμβάλει σε αυτήν την κατεύθυνση είναι η εργασία από το σπίτι – τηλεργασία. Πολλές επιχειρήσεις, τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα, έχουν ήδη αρχίσει να την εφαρμόζουν συμβάλλοντας τόσο στην υγεία των εργαζομένων όσο και στη συνέχιση της λειτουργίας τους.
Ανταποκρινόμενο στην ανάγκη μεγαλύτερης ευελιξίας στην οργάνωση της εργασίας, το Υπουργείο Εργασίας αποφάσισε την προσωρινή ελαστικοποίηση της διαδικασίας αναγγελιών στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ. Εκκρεμεί βέβαια το βασικό ζήτημα της νομικής θωράκισης των επιχειρήσεων, ώστε να μπορούν να επιβάλλουν μονομερώς την εργασία από το σπίτι, σε περίπτωση που υπάρχει αντίστοιχη εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου από τον ιατρό εργασίας.
Ανεξαρτήτως όμως όλων των παραπάνω, έχει ιδιαίτερη σημασία να αναγνωρίσουμε ότι η τηλεργασία αποτελεί μια σύγχρονη και ανερχόμενη μορφή οργάνωσης της εργασίας με πολλαπλά και αμοιβαία οφέλη τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και τους εργαζόμενους. Μεταξύ άλλων αυξάνει την παραγωγικότητα έως και 50%, συμβάλει στην εξισορρόπηση προσωπικής επαγγελματικής ζωής και ενισχύει τις ευκαιρίες απασχόλησης για πληθυσμιακές ομάδες με περιορισμένη πρόσβαση στην αγορά εργασίας (π.χ. ΑμΕΑ, νέες μητέρες κλπ).
Εκτός όμως από την απαραίτητη αλλαγή νοοτροπίας θα πρέπει να αντιμετωπιστούν και ορισμένα επιμέρους προβλήματα που προκύπτουν κατά την εφαρμογή της τηλεργασίας κυρίως λόγω της πολυπλοκότητας και ακαμψίας του ισχύοντος εργατικού και φορολογικού δικαίου.
Ειδικότερα, το ασαφές πλαίσιο που διέπει τη φορολόγηση των μη μισθολογικών παροχών (Ν. 4646/2019) δημιουργεί τον κίνδυνο άδικης επιβάρυνσης του τηλεργαζομένου, σε περίπτωση που δαπάνες που αφορούν την παροχή της τηλεργασίας και καλύπτονται – βάση και των προβλέψεων του νόμου – από την επιχείρηση, θεωρηθούν από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς ότι αποτελούν παροχή σε είδος (για το υπερβάλλον των 300 € ποσό). Θα πρέπει λοιπόν να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση που να προβλέπει ρητά την απαλλαγή των τηλεργαζομένων από οποιοδήποτε φορολογικό βάρος για πληρωμές που ουσιαστικά ανήκουν στις παραγωγικές δαπάνες της επιχείρησης.
Αντίστοιχα, θα ήταν χρήσιμη η δημιουργία από το Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛ.ΙΝ.Υ.Α.Ε.) ενός πρότυπου – συνοπτικού οδηγού αξιολόγησης των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας στο χώρο κατ’ οίκον εργασίας, ο οποίος να έχει και δεσμευτική ισχύ για τα συμβαλλόμενα μέρη.
Επίσης, το ισχύον νομικό πλαίσιο για τη ρύθμιση και έλεγχο του ωραρίου εργασίας περιορίζει την αυτονομία του εργαζομένου, ακυρώνοντας στην πράξη ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της τηλεργασίας. Για αυτό το λόγο θα ήταν σκόπιμο στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου να αναζητηθούν λύσεις που προωθούν τη λειτουργική ευελιξία στην οργάνωση της εργασίας, χωρίς να θίγουν τα προβλεπόμενα όρια εργασίας και ανάπαυσης.