Μεταρρυθμίσεις και εμπιστοσύνη: κλειδιά για την ανάκαμψη
Άρθρο κ. Μιχάλη Μητσόπουλου, Διευθυντή Τομέα Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών ΣΕΒ, στα Νέα
Τι μας έδειξε η έρευνα του ΣΕΒ «Business Pulse 2021
Από το 2017 ο ΣΕΒ, συνεργαζόμενος με την MRB, πραγματοποιεί μια ετήσια έρευνα γνώμης στις επιχειρήσεις της Ελλάδας. Αυτή διεξάγεται με μια αντιπροσωπευτική διασπορά σε κλάδους, μεγέθη και γεωγραφική κατανομή. Ειδικά φέτος, η χώρα μας, όπως και όλος ο κόσμος, αντιμετωπίζει ένα ιδιαίτερο συνδυασμό από προκλήσεις και κινδύνους και, συνεπώς, τα αποτελέσματα της έρευνας αξίζει να διαβαστούν προσεκτικά.
Καταρχήν, καταγράφεται ότι η μεταρρυθμιστική προσπάθεια αναγνωρίζεται από την αγορά. Παρεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν στην πράξη το επιχειρηματικό περιβάλλον, τελικά, αργότερα ή ταχύτερα, αξιολογούνται θετικά από την αγορά καθώς αυτή αισθάνεται τη βελτίωση στην καθημερινή της λειτουργία. Μπορεί τα φορολογικά ζητήματα, τόσο σε ότι αφορά τους συντελεστές και τη σταθερότητα του σχετικού πλαισίου, να παραμένουν κορυφαία εμπόδια για το επιχειρείν, αλλά το ποσοστό των επιχειρήσεων που αξιολογούν τα εμπόδια αυτά ως τα κορυφαία μειώνεται σταθερά και ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Οπότε, αν και παραμένει χώρος για βελτίωση της φορολογικής ανταγωνιστικότητας της χώρας, η αγορά αναγνωρίζει έμπρακτα τα μέτρα που έχουν ληφθεί.
Το ίδιο συμβαίνει και στο πεδίο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Καταρχήν, η ψηφιοποίηση στο δημόσιο αναγνωρίζεται ως κορυφαία σε σημασία και αποτελεσματικότητα πρωτοβουλία από πλευράς του κράτους. Βελτιώσεις καταγράφονται, επίσης, σε ζητήματα διαφθοράς και διαφάνειας, συνεργασίας αγοράς και πανεπιστημίων, στην ανταγωνιστική λειτουργία των αγορών, στο σύστημα δημόσιων συμβάσεων, όπου εξελίσσονται σημαντικά έργα με τεχνική βοήθεια, στο πλαίσιο ευθυνών διοικητών όπου υπήρξε σημαντική εκλογίκευση της νομοθεσίας έναντι των φορολογικών και ασφαλιστικών αρχών, στο πλαίσιο για τη δεύτερη ευκαιρία όπου υπήρξαν καίριες επεμβάσεις στο επίπεδο της εξυγίανσης και εκκαθάρισης επιχειρήσεων, σε ζητήματα αδειοδότησης όπου εξελίσσεται σημαντικό μεταρρυθμιστικό έργο και της χωροταξίας όπου εξαλείφθηκαν σημαντικές αντιφάσεις της νομοθεσίας. Όμως, παραμένουν πεδία όπου εκκρεμεί μια πρόοδος που θα γίνει πιο απτά αντιληπτή από την αγορά, αποδεικνύοντας ότι ενώ η Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει σημαντικό μεταρρυθμιστικό έργο, παραμένει εξίσου σημαντικό έργο προς υλοποίηση.
Σε αυτό το, συνολικά, θετικό περιβάλλον θεσμικών εξελίξεων η εγχώρια μακροοικονομική σταθερότητα εδραιώνεται ξεκάθαρα, παρά την ωρίμανση του πολιτικού κύκλου, ενώ πλέον οι αβεβαιότητες προέρχονται από το εξωτερικό. Αυτά, αναγνωρίζονται από την αγορά που βλέπει το μέλλον με τη μεγαλύτερη αισιοδοξία που έχει καταγραφεί από το 2017. Όμως, την ίδια ώρα, οι αυξήσεις στο κόστος ενέργειας και πρώτων υλών πλήττουν ξεκάθαρα εκείνους τους κλάδους που προσθέτουν τη μεγαλύτερη αξία σε αυτές τις εισροές, δηλαδή τις εξωστρεφείς μεταποιητικές επιχειρήσεις.
Την ώρα που ο συνδυασμός μεταρρυθμίσεων και αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στη χώρα δημιουργεί μια, πρωτοφανή, ευκαιρία κάλυψης των κενών που επιμένουν εδώ και δεκαετίες στον παραγωγικό ιστό της χώρας, οι εξελίξεις αυτές δημιουργούν μια αναπάντεχη «απειλή» που, εφόσον δεν αντιμετωπιστεί με κατάλληλα μέτρα πολιτικής, μπορεί να υπονομεύσει τις εξαιρετικές προοπτικές μιας διατηρήσιμης και ταχείας ανάκαμψης.
Μάλιστα, την πρόκληση αυτή περιπλέκει περισσότερο το γεγονός ότι η χάραξη μιας, ορθώς, φιλόδοξης πορείας προς τη βιώσιμη ανάπτυξη διατυπώνεται σε επιμέρους τμήματα, χωρίς να έχει τύχει επεξεργασίας ακόμα το ισορροπημένο εκείνο μίγμα κινήτρων, φορολογικών αντικινήτρων και ρυθμιστικών παρεμβάσεων που θα διασφαλίσουν, με ασφάλεια δικαίου, την ισορροπία ανάμεσα στην κλιματική φιλοδοξία και την ταχεία μεν αλλά ρεαλιστική ταυτόχρονα πορεία υλοποίησης των φιλοδοξιών αυτών. Το πρόβλημα αυτό είναι πανευρωπαϊκό, αλλά ειδικά στην Ελλάδα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας η γνώση για τις επικείμενες απαιτήσεις ενός σημαντικού μετασχηματισμού παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Η αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης με τον καλύτερο τρόπο για τη χρηματοδότηση αυτού του μετασχηματισμού και την επιτάχυνση του εφικτού ρυθμού προσαρμογής αναδεικνύεται, συνεπώς, σε μια ιδιαίτερα μεγάλη πρόκληση και ευκαιρία όχι μόνο για τον δημόσιο τομέα αλλά και για τον ιδιωτικό τομέα.