Μετάβαση στη Βιομηχανία 4.0 μέσα από 3 μεγάλες προκλήσεις
Άρθρο κ. Αλέξη Νικολαΐδη, Associate Advisor του Τομέα Βιομηχανίας, Ανάπτυξης, Δικτύων & Περιφερειακής Πολιτικής ΣΕΒ, στον Οικονομικό Ταχυδρόμο
O ΣΕΒ, σε πρόσφατη έκδοσή του, υπογράμμισε τη δυνατότητα της Ελλάδας να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση. Η επίτευξη του εγχειρήματος προϋποθέτει την ταχύτερη υλοποίηση στρατηγικών, τόσο από την Πολιτεία, όσο και τις επιχειρήσεις. Ας μην ξεχνάμε ότι η τεχνολογική προσαρμογή δημιουργεί αξιόλογες επενδυτικές ευκαιρίες, ιδίως στο μετα-πανδημικό περιβάλλον, όπου οι διεθνείς παραγωγικές αλυσίδες ανατρέπονται, και αρχίζουν σκέψεις περί αναγκαιότητας «επαναπατρισμού» βιομηχανιών και δημιουργίας συντομότερων -και ανθεκτικότερων σε εξωγενείς συνθήκες- εφοδιαστικών δικτύων.
Ο ΣΕΒ έχει αναφερθεί επανειλημμένως στον ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η Πολιτεία, με την εφαρμογή μιας εθνικής στρατηγικής μετάβασης στη Βιομηχανία 4.0 και την ταχεία απορρόφηση, και πρωτίστως εκτέλεση, των πόρων που θα διατεθούν για ενίσχυση τεχνολογικών επενδύσεων.
Προτάσεις
Όσον αφορά τώρα τη συμβολή των επιχειρήσεων, ετήσιες εκθέσεις του ΣΕΒ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δείχνουν ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός τους κινείται ταχύτερα σε σχέση με το παρελθόν, βοηθώντας στη βελτίωση της ψηφιακής εικόνας της χώρας. Γίνονται λοιπόν βήματα προόδου, αλλά πρέπει να γίνουν ακόμα περισσότερα ώστε να μειώσουμε την απόκλισή μας από την ΕΕ. Μάλιστα, επισημαίνονται λαμπρά παραδείγματα από μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους, οι οποίοι κάθε χρόνο επιταχύνουν τις τεχνολογικές τους επενδύσεις.
Ωστόσο, η σύγκλιση με την υπόλοιπη ΕΕ προϋποθέτει τον παραδειγματισμό και των μικρότερων επιχειρήσεων από όσους καινοτομούν. Προκειμένου η σύγκλιση αυτή να γίνει πραγματικότητα ταχύτερα, το Παρατηρητήριο Ψηφιακού Μετασχηματισμού του ΣΕΒ παρουσίασε προτάσεις για ταχύτερη τεχνολογική προσαρμογή.
Τεχνολογίες αιχμής
Αρχικά, οι επιχειρήσεις να εστιάσουν σε τεχνολογίες αιχμής. Στην Ελλάδα, διαπιστώνεται έλλειψη επενδύσεων σε καινοτόμα τεχνολογικά συστήματα, καθώς η πλειονότητα των επιχειρήσεων εξακολουθεί να επενδύει σε λύσεις ξεπερασμένων δυνατοτήτων. Η τάση αυτή αντανακλάται στη σημαντική υστέρηση των ελληνικών επιχειρήσεων σε όρους ψηφιακής ετοιμότητας (25η θέση) σε σχέση με χώρες όπως η Δανία, το Βέλγιο και η Πορτογαλία (2η, 7η, 16η θέση αντίστοιχα). Φυσικά, απαιτείται αλλαγή επιχειρηματικής φιλοσοφίας, με μια πιο δεκτική στάση στις ψηφιακές τεχνολογίες.
Προσαρμογή διοικητικών πρακτικών
Να προσαρμόσουν τις διοικητικές πρακτικές, ώστε να αξιοποιήσουν τις τεχνολογίες αιχμής. Η υιοθέτηση μιας καινοτόμου τεχνολογίας δεν αρκεί. Η επένδυση θα αποδώσει τα μέγιστα αν συνοδευτεί από ανάλογη προσαρμογή των μοντέλων λειτουργίας και λήψης αποφάσεων. Τα παραδοσιακά, κάθετα ιεραρχικά μοντέλα πρέπει να αντικατασταθούν από ευέλικτες, οριζόντιες δομές, που μπορούν να εκμεταλλευθούν τις ευκολίες των νέων τεχνολογιών. Στην προσπάθεια για επανεκκίνηση στη μετά-Covid εποχή, οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να προσαρμόζουν ταχύτερα τη λειτουργία και δομή τους. Ωστόσο, μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο συμβαίνει με αργούς ρυθμούς, με αποτέλεσμα τις χαμηλές επιδόσεις στο δείκτη πραγματικής διείσδυσης τεχνολογιών αιχμής (Ελλάδα: 21η θέση, σε σχέση με Δανία: 2η, Βέλγιο: 3η και Πορτογαλία: 11η).
Χρηματοδοτικοί μηχανισμοί
Να αξιοποιήσουν χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, ιδίως οι ΜμΕ, ώστε να μεταστρέψουν τη σημαντική ψηφιακή τους υστέρηση. Τα επόμενα χρόνια, στην Ελλάδα θα διατεθούν σημαντικά κονδύλια για δράσεις ψηφιοποίησης των επιχειρήσεων (ΕΣΠΑ, Ταμείο Ανάκαμψης, Αναπτυξιακός Νόμος). Οι προκλήσεις της Πολιτείας για τη διαχείριση και διοχέτευση των πόρων είναι τεράστιες. Οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους, οφείλουν να κατανοήσουν την κρισιμότητα του θέματος και να διεκδικήσουν κονδύλια, υποβάλλοντας ώριμες, κατάλληλα επεξεργασμένες προτάσεις, για επενδύσεις όμως που θα αφορούν προϊόντα και υπηρεσίες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.
Η χρηματοδότηση αποτελεί κομβικό ζήτημα ιδίως για τις ΜμΕ, λόγω του πολύ χαμηλότερου επιπέδου ψηφιακής ωριμότητας. Στην Ελλάδα μάλιστα, εμφανίζουν αρκετά χαμηλότερη παραγωγικότητα από τις ευρωπαϊκές (προστιθέμενη αξία ανά εργαζόμενο: €11.400 και €40.000 αντίστοιχα), ενώ είναι πολύ πιο ευάλωτες σε δυσμενείς συνθήκες: το 2020, όταν και οι επιπτώσεις της πανδημίας άρχισαν να γίνονται ορατές, έχασαν σχεδόν το 20% της προστιθέμενης αξίας τους (αντίστοιχη μείωση 4% στη Δανία, 9,5% στο Βέλγιο και 10,1% στην Πορτογαλία). Τα προβλήματα αυτά θα έπρεπε να κινητοποιήσουν επενδύσεις για ενσωμάτωση τεχνολογιών Industry 4.0, κάτι που ακόμα δεν έχει συμβεί στον βαθμό που απαιτείται. Το νέο ΕΣΠΑ σίγουρα θα βελτιώσει την κατάσταση, με στόχο να διοχετεύει πόρους βάσει των διαφορετικών αναγκών των ΜμΕ και της τεχνολογικής έντασης κάθε επένδυσης.