«Οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι ικανοποιημένοι» – Συνέντευξη κ. Δημήτρη Παπαλεξόπουλου, Προέδρου ΣΕΒ, στην Καθημερινή της Κυριακής, 25/10/2020
Όταν αναλάβατε τα καθήκοντά σας, μιλήσατε για την αναγκαιότητα μιας νέας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ κοινωνίας και επιχειρήσεων. Γιατί οι Έλληνες αντιμετωπίζουν με καχυποψία τις επιχειρήσεις, τουλάχιστον περισσότερο απ’ όσο άλλοι λαοί και δη τις μεγάλες; Πώς μπορεί να χτιστεί αυτή η νέα σχέση εμπιστοσύνης; Τι μπορείτε να κάνετε εσείς ως σύνδεσμος και οι επιχειρήσεις; Τι θα θέλατε να δείτε από την πλευρά του κράτους προς αυτή την κατεύθυνση;
Πράγματι, η σχέση των Ελλήνων με τις επιχειρήσεις δεν διέπεται πάντα από εμπιστοσύνη. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη δομή της οικονομίας μας σε συνδυασμό με την ελλειμματική λειτουργία του κράτους δικαίου. Είμαστε μια οικονομία μικρή, με παράδοση στην εσωστρέφεια και στην υπερ-ρύθμιση, όπου οι έντιμοι σπάνια επιβραβεύονται και οι ασυνεπείς σπάνια υφίστανται κυρώσεις. Ως αποτέλεσμα, έχουμε ζήσει φαινόμενα στρέβλωσης του ανταγωνισμού, αλλά και κυνικές πρακτικές, που δικαίως κάνουν ένα μέρος της κοινωνίας μας να αμφιβάλλει για τα κίνητρα των επιχειρήσεων.
Η μεγάλη εικόνα, όμως, δεν είναι αυτή. Οι επιχειρήσεις – όπως και οι άνθρωποι που τις διοικούν- είναι αναπόσπαστο μέρος της κοινωνίας και χωρίς εύρωστη και υγιή επιχειρηματικότητα μια κοινωνία σήμερα δε μπορεί να προοδεύσει, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, αλλά και να δώσει την ευκαιρία στους νέους της να σχεδιάσουν τη ζωή τους όπως επιθυμούν. Στην Ελλάδα σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία των οργανωμένων επιχειρήσεων είναι οργανισμοί, που πορεύονται με ακεραιότητα, τηρούν τους νόμους, επενδύουν στους εργαζομένους τους, αλλά και ανταποκρίνονται σε ευρύτερες κοινωνικές ανάγκες ως μέρος πλέον της ταυτότητάς τους. Αυτό φάνηκε και στη συνεισφορά για την αντιμετώπιση της πανδημίας, όχι μόνο σε χρήματα, αλλά και σε τεχνογνωσία, εθελοντική προσφορά κλπ. Θέλω να πιστεύω ότι μία θετική παρενέργεια της σκληρής δοκιμασίας που περνάμε όλοι μαζί, θα είναι η ενίσχυση της συναντίληψης για τον θετικό ρόλο της επιχειρηματικότητας στην κοινωνία.
Από την πλευρά μας, κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να ενισχύσουμε περισσότερο τη σωστή εταιρική διακυβέρνηση, τη διαφάνεια στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων, την αξιοκρατία, την εκπαίδευση των εργαζομένων, τη βιώσιμη ανάπτυξη, με στόχο οι επιχειρήσεις να γίνουν στη χώρα βασικοί συντελεστές θετικών αλλαγών σε ολόκληρο το φάσμα της ζωής μας. Το κράτος, με τη σειρά του, περιμένουμε να συμβάλει στην απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων της οικονομίας, αναπτύσσοντας ένα σαφές, σοβαρό, αλλά υποστηρικτικό ρυθμιστικό πλαίσιο. Μπορούμε και οφείλουμε να τα πάμε καλύτερα.
Τα στοιχεία δείχνουν πως οι επιχειρήσεις – μέλη του ΣΕΒ αμείβουν καλύτερα από το μέσο όρο τους εργαζόμενούς τους. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, ο ΣΕΒ παρουσιάζεται από κάποιους ως ο κύριος εκφραστής αιτημάτων για περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και συρρίκνωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Πώς το εξηγείτε;
Δεν θα συμφωνήσω με τη φράση «απορρύθμιση της αγοράς εργασίας». Αντίθετα, ο ΣΕΒ σταθερά μιλάει για την ανάγκη βελτίωσης των ρυθμίσεων, ώστε αυτές να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και προκλήσεις της εποχής. Και αυτές αφορούν τόσο τις επιχειρήσεις, όσο και τους εργαζόμενους. Βασική παράμετρος για την επιβίωση – αλλά και για την επιτυχία – είναι η ικανότητα προσαρμογής στις κοσμογονικές και επιταχυνόμενες αλλαγές που συντελούνται. Το ζήσαμε όλοι με την πανδημία σε ακραίο βαθμό. Σε αυτή τη διαδικασία, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι, δεν βρίσκονται απέναντι, αλλά μαζί. Καμία επιχείρηση δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς ικανοποιημένους εργαζόμενους, και κανένας εργαζόμενος δεν μπορεί να μεγιστοποιήσει τη συμβολή του χωρίς διαρκώς ανανεούμενες δεξιότητες και προσαρμοστικότητα σε νέα δεδομένα. Επιδίωξη μας είναι ο διάλογος για τα θέματα της αγοράς εργασίας να διευρυνθεί και πέρα από τα πραγματικά ή συνθηματικά διλλήματα του παρελθόντος. Έχουμε όλοι να κερδίσουμε από αυτό.
Ένας άλλος στόχος που θέσατε αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά σας είναι η στροφή στη μεταποίηση, στη βιομηχανία. Θα ήθελα κατ΄ αρχάς να ρωτήσω εάν έχετε την αίσθηση πως ακόμη κι ο ίδιος ο Σύνδεσμος ήταν λιγότερο της…βιομηχανίας τις τελευταίες δεκαετίες, και περισσότερο των άλλων επιχειρήσεων.
Αν και η βιομηχανία και η μεταποίηση βρίσκονται στον πυρήνα του Οργανισμού εδώ και πάνω από έναν αιώνα, ο ΣΕΒ σήμερα εκπροσωπεί πολλές οργανωμένες επιχειρήσεις, όλων των μεγεθών, από πάρα πολλούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Στην ουσία, το μητρώο μελών του ΣΕΒ αντανακλά και την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας με την άνοδο των υπηρεσιών, του εμπορίου και τη σταθερή θέση της βιομηχανίας. Από εκεί και πέρα, η παραγωγική οικονομία είναι ενιαία και διασυνδεδεμένη και ο ΣΕΒ κινείται πάντα με τρόπο που να αντανακλά αυτή την πραγματικότητα. Εξάλλου, τα τελευταία χρόνια έχουμε επιδιώξει συνειδητά να εξελιχθούμε σε εκφραστή του συνόλου της οργανωμένης, ανταγωνιστικής επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα. Όχι μόνο γιατί πολλά από τα θέματα που μας απασχολούν, όπως η φορολογία, το μέλλον της εργασίας, η δικαιοσύνη, η εκπαίδευση, το ρυθμιστικό περιβάλλον ή η χρηματοδότηση, είναι οριζόντια και αφορούν σε όλους τους κλάδους της οικονομίας. Αλλά κυρίως για να αποκτήσουμε κοινή, ισχυρή φωνή, όλοι όσοι πιστεύουμε ότι η συνεπής επιχειρηματικότητα, που συμβαδίζει με τις ανάγκες της κοινωνίας, συνιστά ίσως το σημαντικότερο συστατικό στοιχείο για την ανάπτυξη σε βάθος χρόνου.
Κάποιοι λένε πως είναι λίγο δονκιχωτική η προσπάθεια μεγέθυνσης του μεταποιητικού κλάδου, ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να γίνει Γερμανία. Άρα ας εστιάσουμε στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τριτογενούς τομέα. Ποια είναι η άποψή σας;
Όχι, Γερμανία δεν πρόκειται να γίνουμε, αλλά γιατί δεν μπορούμε να φτάσουμε την Πορτογαλία; Η πορτογαλική βιομηχανία εξάγει σήμερα βιομηχανικά προϊόντα αξίας €53δις έναντι 30δις. της Ελλάδας και απασχολεί στη βιομηχανία το 17% των εργαζομένων έναντι 9% στην Ελλάδα.
Η βιομηχανία έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία. Ενώ αντιπροσωπεύει σήμερα μόλις το 10% του ΑΕΠ, έχει μεγάλο πολλαπλασιαστή: το 1/3 σχεδόν της απασχόλησης οφείλεται στην επίδραση της μεταποίησης, το 44% των εξαγωγών προέρχεται από αυτήν. Πληρώνει μισθούς κατά μέσον όρο αισθητά μεγαλύτερους από την υπόλοιπη οικονομία, συνεισφέρει περισσότερο από το μερίδιο της στα έσοδα του κράτους. Και βοηθάει τη χώρα να γίνει πιο ανθεκτική στις κρίσεις. Για αυτό, κεντρικός στόχος του ΣΕΒ για την οικονομία μας, τον οποίο έχει ενστερνιστεί και η κυβέρνηση, είναι η αύξηση της συμμετοχής της βιομηχανίας στο ΑΕΠ στο 15% μέσα σε μια δεκαετία, εξέλιξη που θα δημιουργήσει σταδιακά έως 550.000 νέες, καλές θέσεις εργασίας. Ο στόχος είναι σίγουρα φιλόδοξος, αλλά η συγκυρία είναι παραδόξως καλή καθώς δημιουργούνται ευκαιρίες για να ξαναέρθουν κοντά οι εφοδιαστικές αλυσίδες στην Ευρώπη, οι ευρωπαϊκοί πόροι μπορούν να δώσουν σημαντική ώθηση και η πρόσβαση στην τεχνολογία είναι πιο εύκολη από ποτέ. Υπάρχουν κλάδοι στους οποίους έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα ως χώρα και τους οποίους μπορούμε να αναπτύξουμε.
Τι πρέπει να γίνει για να αυξηθεί η συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ; Ποια είναι τα εμπόδια που πρέπει να αρθούν;
Η αύξηση της συμμετοχής της βιομηχανίας στο ΑΕΠ θα είναι αποτέλεσμα πολλών διαφορετικών προϋποθέσεων στο πλαίσιο μιας συγκροτημένης βιομηχανικής πολιτικής. Ένας καίριος πυλώνας είναι οι μεταρρυθμίσεις, όπως η άρση εμποδίων στην αδειοδότηση, τη χωροταξία, τη δικαιοσύνη, τη γραφειοκρατία, τη φορολογία, και τη φορολογική επιβάρυνση της εργασίας.. Το κόστος της ενέργειας επίσης. Την ίδια στιγμή, φορολογικά κίνητρα όπως οι υπεραποσβέσεις, που θεσπίστηκαν, και η συνεπής συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας είναι βασικές επενδυτικές προϋποθέσεις. Παράλληλα, όμως, η προσπάθεια πρέπει να οργανωθεί γύρω από τις κρίσιμες επιταγές της εποχής: τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τις σύγχρονες δεξιότητες και την πράσινη ανάπτυξη. Εκεί πρέπει να στηριχθεί και η συστηματική ενίσχυση της καινοτομικής δυνατότητας, αλλά και ο προσανατολισμός των απαραίτητων δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων σε ψηφιακές, ενεργειακές και μεταφορικές υποδομές.
Ένα από τα βασικά θέματα που απασχολεί τη βιομηχανία είναι το ενεργειακό κόστος. Πόσο υψηλότερο είναι στην Ελλάδα σε σχέση με τον ανταγωνισμό; Έχουν ληφθεί κάποια μέτρα. Είναι επαρκή; Ποια άλλα πρέπει να ληφθούν, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα; Τι περιμένετε από την κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση;
Το θέμα του κόστους της ενέργειας για τη βιομηχανία είναι κρίσιμο και επείγον καθώς αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη. Με δεδομένο τον πολύ έντονο διεθνή ανταγωνισμό, αλλά και το γεγονός ότι το κόστος της ενέργειας για τη βιομηχανία στην Ελλάδα είναι υψηλότερο από σχεδόν όλες τις χώρες της ευρύτερης περιοχής, αλλά και της ΕΕ, , έχουμε προτείνει να αναληφθούν πρωτοβουλίες για τη μείωσή του αλλά και για μια ανοιχτή και διασυνδεδεμένη αγορά ενέργειας. Όπως, πρόσφατα τονίσαμε στον κ. Υπουργό Ενέργειας, στις γενικότερες αβεβαιότητες που αντιμετωπίζουν για το 2021 οι ελληνικές εξαγωγές, δεν πρέπει να προστεθεί και το υψηλό κόστος της ενέργειας.
Συνειρμικά η βιομηχανία συσχετίζεται με φουγάρα. Πώς μπορεί να λειτουργήσει σε μια εποχή στην οποία κυρίαρχο αίτημα είναι η πράσινη ανάπτυξη;
Η εικόνα αυτή δεν ανταποκρίνεται στη σύγχρονη βιομηχανική πραγματικότητα. Όχι μόνο γιατί οι βιομηχανίες μας ακολουθούν τις αυστηρές ευρωπαϊκές προδιαγραφές για την προστασία του περιβάλλοντος. Όχι μόνο γιατί δεν αναδεικνύει πόσο η τεχνολογία και η οικονομία της γνώσης έχουν μεταμορφώσει τη διαδικασία της παραγωγής. Πολύ περισσότερο, γιατί κοιτώντας το μέλλον, η βιομηχανία αναγνωρίζει την πράσινη ανάπτυξη ως αναγκαία για ένα καλύτερο μέλλον για όλους. Ταυτόχρονα όμως την αντιμετωπίζει ως μία θετική πρόκληση, η οποία προσφέρει και επιχειρηματικές ευκαιρίες, όπως για παράδειγμα στην κυκλική οικονομία. Η ΕΕ δείχνει το δρόμο: Το ζητούμενο είναι μια ισορροπημένη προσέγγιση που συνδυάζει φιλόδοξους περιβαλλοντικούς στόχους με πρωτοβουλίες που προστατεύουν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις από τον εν δυνάμει αθέμιτο εκτός ΕΕ ανταγωνισμό, ενώ παράλληλα προωθούν έναν αποτελεσματικό και δίκαιο ενεργειακό μετασχηματισμό. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, εφόσον κινηθούμε σωστά και αποτελεσματικά, η Ελλάδα θα να είναι από τους κερδισμένους.
Θα υπάρξει ένα πολύ μεγάλο πακέτο οικονομικής στήριξης από την Ευρώπη και μαζί με το επόμενο ΕΣΠΑ η Ελλάδα θα έχει στη διάθεσή της κεφάλαια της τάξης των 72 δισ. Πώς πρέπει να αξιοποιηθούν, ποιοι είναι οι στρατηγικοί στόχοι, την επίτευξη των οποίων θα πρέπει κατά τη γνώμη σας να χρηματοδοτήσουν; Μια κριτική που ασκήθηκε για μέτρα στήριξης της οικονομίας στη διάρκεια της πανδημίας είναι πως δόθηκαν συχνά χρήματα με ελαστικά κριτήρια, ακόμη και σε επιχειρήσεις που δεν ήταν βιώσιμες. Σας ανησυχεί το ενδεχόμενο να επαναληφθεί κάτι τέτοιο με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης;
Η πρωτοφανής χρηματοδοτική ευκαιρία, που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης μαζί με το νέο ΕΣΠΑ μπορεί να αποδειχθεί καταλύτης για ευρεία ιδιωτική και δημόσια, επενδυτική κινητοποίηση τα χρόνια, που έρχονται. Το πλαίσιο που θέτει η ΕΕ δίνει σαφείς και αυστηρές κατευθύνσεις: επιβάλλει τη διασύνδεση του πακέτου με την ψηφιακή επανάσταση, την πράσινη ανάπτυξη και μία συνεκτική στρατηγική μεταρρυθμίσεων. Υπό αυτή την έννοια είναι επίκαιρη και ιδιαίτερα χρήσιμη η Έκθεση Πισσαρίδη, η οποία έχει εκπονηθεί με μία τέτοια λογική. Συνεπώς η δομή του Ταμείου Ανάκαμψης είναι σχεδιασμένη για να μας προστατεύσει από τα λάθη του παρελθόντος. Το μεγάλο ζητούμενο είναι το πώς θα υλοποιηθεί και μάλιστα μέσα στα ασφυκτικά (για τις παραδοσιακές επιδόσεις της χώρας μας) χρονικά περιθώρια που τίθενται. Χρειάζονται μεθοδολογικές τομές που να απλοποιούν, να επιταχύνουν, να δίνουν πραγματικές λύσεις
Πως μπορεί να συμβάλει η εκπαίδευση/δεξιότητες στον παραγωγικό μετασχηματισμό;
Θίγετε μία από τις σημαντικότερες, αλλά και πιο δυσεπίλυτες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε. Πώς είναι δυνατόν με την ανεργία κοντά στο 20%, πάνω από το 1/3 των επιχειρήσεων να μη βρίσκει τις δεξιότητες που χρειάζεται και άρα να μη μπορεί να καλύψει κενές θέσεις εργασίας; Το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν εφοδιάζει με επαρκείς γνώσεις και εφόδια που χρειάζονται οι νέοι για να ενταχθούν στην αγορά εργασίας. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν ικανοποιητική πρόσβαση στη δια βίου μάθηση που χρειάζεται για να εξελίσσουν τις δεξιότητες τους. Παράλληλα, έχουμε από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής στην επαγγελματική εκπαίδευση (μόλις 28%) αλλά και τη χαμηλότερη απασχόληση των αποφοίτων της. Έχουμε ένα διαρθρωτικού επιπέδου χάσμα μεταξύ του εκπαιδευτικού συστήματος και των επιχειρήσεων. Πρέπει να αναβαθμίσουμε ριζικά αυτή τη διασύνδεση, όπως γίνεται ήδη εντατικά σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Στον ΣΕΒ έχουμε αναλάβει σειρά σχετικών πρωτοβουλιών και προσδοκούμε να βρούμε ανταπόκριση. Πιστεύουμε ότι ένας επανασχεδιασμός με ενεργό ρόλο των επιχειρήσεων ως προς την επιλογή ειδικοτήτων και την οργάνωση, προκειμένου να διασυνδεθεί οργανικά με τις ανάγκες της οικονομίας, θα είχε πολλαπλά οφέλη για την οικονομία και την κοινωνία.