Περί διευθυντικών στελεχών
Κωστής Μπακόπουλος
Νομικός Σύμβουλος ΣΕΒ για Εργασιακά θέματα
Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ – Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Άρθρο στο Μηνιαίο Ενημερωτικό Δελτίο ΣΕΒ – Ρυθμιστικό Περιβάλλον και Επιχειρήσεις – 30 Δεκεμβρίου 2021
Η υπουργική απόφαση για τα διευθυντικά στελέχη που εκδόθηκε πρόσφατα περιέχει κάποιες ασάφειες και επικαλύψεις:
α) Το κριτήριο της “άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος” (κριτήριο Α α) είναι ασαφές, με δεδομένο ότι εντός της επιχείρησης υπάρχουν πλείονα επάλληλα ιεραρχικά επίπεδα. Aπό ποιό επίπεδο ιεραρχίας και πάνω ο εργαζόμενος που “ασκεί το διευθυντικό δικαίωμα έναντι λοιπών εργαζομένων της επιχείρησης” θα χαρακτηρίζεται διευθύνων υπαλληλος; Το ίδιο ερώτημα τίθεται, κατ’ αναλογία, όσον αφορά εργαζομένους που “εκπροσωπούν και δεσμεύουν την επιχείρηση προς τρίτους” (κριτήριο Α β).
β) Ποιά είναι η σκοπιμότητα της ύπαρξης δύο ξεχωριστών κριτηρίων (Β και Γ), που έχουν ως βάση το ύψος των αποδοχών; Ένας εργαζόμενος που καλύπτει το κριτήριο Γ (αποδοχές οκταπλάσιες του ΒΜ), πόσο πιθανό είναι να μην κατέχει συγχρόνως και κάποια διοικητική ή ιεραρχική θέση, ίδια ή ανάλογη εν πάση περιπτώσει με τις αναφερόμενες στο κριτήριο Β;
Αυτά είναι κάποια ενδεικτικά ζητήματα εφαρμογής που πρέπει η Διοίκηση να διευκρινίσει. Πέρα όμως από αυτό, τίθεται και το ευρύτερο θέμα της συμβατότητας της υπουργικής απόφασης με την παγιωμένη νομολογία για την έννοια του διευθύνοντος υπαλλήλου. Πρόκειται για τη Διεθνή Σύμβαση της Ουάσιγκτων «περί περιορισμού των ωρών εργασίας στις βιομηχανικές επιχειρήσεις”, που κυρώθηκε με το ν. 2269/1920 και αποτελεί κανόνα δικαίου αυξημένης τυπικής ισχύος στην ελληνική έννομη τάξη. Το άρθρο 2 αυτής προσδιορίζει, κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο τον κύκλο των προσώπων που εξαιρούνται από τη νομοθεσία περί χρονικών ορίων εργασίας Σύμφωνα με τη νομολογία, η ιδιότητα του διευθύνοντος υπαλλήλου δεν κρίνεται από ένα στοιχείο μεμονωμένα ούτε βεβαίως από το αν ο εργαζόμενος έχει ή όχι τον ανάλογο τίτλο ή χαρακτηρισμό στη σύμβαση εργασίας. “Η έννοια του διευθύνοντος … αποδίδεται με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια της καλής πίστεως και της κοινής πείρας και λογικής από τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών, που κρίνονται ενιαίως, καθώς και από την ιδιάζουσα θέση εκείνου που τις παρέχει, τόσο προς τον εργοδότη όσο και προς τους λοιπούς εργαζομένους.” (ΑΠ 902/2020). Δεν αποκλείεται καθόλου ένας εργαζόμενος που θα καλύπτει κάποιο από τα κριτήρια της υπουργικής απόφασης (ένα μόνο αρκεί), να μην χαρακτηρισθεί ως διευθύνων υπάλληλος από το δικαστήριο.
Είναι κατανοητή η ανάγκη της Διοίκησης για διευκόλυνση των ελεγκτικών αρχών σε ό,τι αφορά την τήρηση των διοικητικών διατυπώσεων του ΕΡΓΑΝΗ. Η υπουργική απόφαση εκδόθηκε με εξουσιοδοτικό έρεισμα τα άρθρα 73 παρ. 2 και 79 παρ. 5 του ν. 4808/2021. Με το πρώτο προβλέφθηκε για πρώτη φορά η ειδική καταχώριση στο Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 και Ε4) της κτήσης ή απώλειας της ιδιότητας του διευθύνοντος, ενώ με το δεύτερο εξουσιοδοτήθηκε ο Υπουργός Εργασίας να καθορίσει τα στοιχεία από τα οποία διαπιστώνεται εάν ο εργαζόμενος έχει τέτοια ιδιότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν υποκαθιστά, ούτε αντικαθιστά τον λεγόμενο ορθό νομικό χαρακτηρισμό, που είναι έργο της νομολογίας, αλλά ούτε τροποποιεί νομοθεσία αυξημένης τυπικής ισχύος.