Προκλήσεις και ευκαιρίες για νέες, παραγωγικές επενδύσεις – Άρθρο κ. Κωνσταντίνου Μπίτσιου, Αντιπροέδρου του ΣΕΒ στο protothema.gr, 16/2/2019
Οι ικανοποιημένοι επενδυτές είναι οι καλύτεροι πρεσβευτές για την προσέλκυση νέων κεφαλαίων και επενδύσεων στη χώρα.
Κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικής μας συνομιλίας, την περασμένη εβδομάδα, ο Μάκης Πολλάτος με ρώτησε εάν έχω στοιχεία που να με κάνουν αισιόδοξο ότι έρχονται επενδύσεις στην Ελλάδα.
Το ερώτημα είναι κρίσιμο, γιατί η ανάπτυξη, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ιδιωτικές, παραγωγικές επενδύσεις ως κρίσιμης προϋπόθεσης για τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας.
Η Ελλάδα πρέπει να τρέξει με 4 και 5% ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης και με μια ετήσια αύξηση επενδύσεων της τάξης του 15%, αν θέλουμε σε 4-5 χρόνια να συγκλίνουμε ξανά με την Ευρώπη και να ισορροπήσουμε την Ελληνική οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχουμε ως στόχο οι επενδύσεις να αυξηθούν από 22 δις ευρώ το 2018 σε 45 δις ευρώ το 2022, ή στο 20% του ΑΕΠ, που είναι και ο μέσος όρος των επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εύλογα συνεπώς προκύπτει, ότι η μετάβαση στην επόμενη μέρα δεν θα είναι ούτε εύκολη, ούτε αυτόματη διαδικασία.
Οι τρεις προκλήσεις για την προσέλκυση επενδύσεων:
Η ελληνική οικονομία, αντιμετωπίζει, τρεις προκλήσεις στην προσέλκυση επενδύσεων. Η πρώτη είναι ποσοτική και αφορά στην κάλυψη του επενδυτικού κενού σε σχέση με την Ευρωπαϊκή οικονομία. Ο ΣΕΒ υπολογίζει ότι το κενό επενδύσεων που έχει δημιουργηθεί από την αρχή της κρίσης, ανέρχεται στα 100 δις ευρώ. Είναι ένα επενδυτικό κενό που πρέπει να καλύψουμε. Η δεύτερη πρόκληση είναι ποιοτική. Αφορά στο μείγμα των επενδύσεων από το οποίο θα προκύψει το νέο παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας.
Δηλαδή, σε ποιους τομείς θα επικεντρώσουμε τις επενδύσεις. Ο ΣΕΒ υποστηρίζει ότι σε αυτό το νέο κύκλο που ανοίγεται μπροστά μας, σε αντίθεση με ό,τι κάναμε στο παρελθόν, η έμφαση πρέπει να δοθεί στους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας, στη βιομηχανία και μεταποίηση, στην καινοτομία.
Η τρίτη πρόκληση αφορά στη βελτίωση των επιδόσεων μας στους διεθνείς δείκτες ανταγωνιστικότητας. Η επενδυτική και επιχειρηματική ανταγωνιστικότητα της χώρας αποκλίνει σημαντικά από εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρά τις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών, απέχουμε σε όλους τους δείκτες που αφορούν σε πρακτικές που ενθαρρύνουν τις παραγωγικές επενδύσεις.
Σε μια οικονομία στην οποία το θεσμικό πλαίσιο συχνά εμποδίζει αντί να διευκολύνει τη λειτουργία των επιχειρήσεων, η σημασία των διαρθρωτικών αλλαγών που θα αντιστρέψουν αυτή την πραγματικότητα και θα απελευθερώσουν εγκλωβισμένες παραγωγικές δυνάμεις είναι προφανής.
Υλοποιήσαμε μεταρρυθμίσεις αλλά όχι όσες απαιτούνται.
Είναι ένα καίριο σημείο, γιατί εάν είχαμε ολοκληρώσει τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, οι επιπτώσεις της κρίσης δεν θα ήταν τόσο οδυνηρές, η έξοδος από το πρόγραμμα θα ήταν ταχύτερη και η οικονομία, σήμερα, θα ήταν πιο ανταγωνιστική. Υλοποιήσαμε μεταρρυθμίσεις αλλά όχι όσες απαιτούνται για να μπει η χώρα σε σταθερή και δυναμική αναπτυξιακή τροχιά. Ακυρώνονται από τη διαχρονική έλλειψη πολιτικής βούλησης.
Αναφέρω ενδεικτικά, την αρνητική επίδραση της υπερφορολόγησης στις επενδύσεις, τους μεγάλους χρόνους αδειοδότησης, το αυξημένο κόστος ενέργειας, τις ανεπαρκείς υποδομές μεταφορών, την αδυναμία μετασχηματισμού της έρευνας σε εμπορεύσιμα προϊόντα, την αδυναμία ανάπτυξης παραγωγικών δικτύων, την έλλειψη ασφάλειας δικαίου, την ασάφεια και έλλειψη σταθερότητας στις αποφάσεις της δημόσιας διοίκησης. Επισημαίνω, ότι η υπερφορολόγηση φθάνει στο 55-60% στους ιδιωτικούς υπαλλήλους ενώ στους ελεύθερους επαγγελματίες μπορεί να φθάσει το 70%!
Αν συνεχίσουμε να προσεγγίζουμε τις επενδύσεις με τα σημερινά εργαλεία, θα χρειαστούμε 10 και πλέον χρόνια για να επανέλθουμε στο μέσο ευρωπαϊκό όρο. Μας ικανοποιεί η προοπτική αυτή; Είναι αυτό που θέλουμε και επιδιώκουμε για τη χώρα; Δεν το νομίζω και υποστηρίζω, ότι πρέπει να έχουμε άλλο όραμα και άλλες επιδιώξεις για την Ελλάδα.
Γιατί δεν βάζουν τα κεφάλαιά τους οι ξένοι στη χώρα:
Οι επιχειρήσεις – μέλη μας, παρά τις αντιξοότητες, σκοπεύουν να προχωρήσουν στην υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων 16 δις ευρώ τα επόμενα χρόνια. Είναι προφανές, όμως, ότι αυτές δεν φθάνουν. Χρειαζόμαστε και ξένες, παραγωγικές επενδύσεις για να καλύψουμε το επενδυτικό κενό.
Όταν, όμως θέτεις το ερώτημα σε επενδυτές, γιατί δεν βάζουν τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα η απάντηση είναι στερεότυπη. Οι πολύπλοκες και χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες για να υλοποιήσει κάποιος την επένδυση του. Και ο χρόνος απονομής της δικαιοσύνης που είναι αργός, τριπλάσιος απ’ ότι σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν δεν αποδίδεται δικαιοσύνη σε εύλογο χρόνο, η ασφάλεια του δικαίου κλονίζεται και οι επενδύσεις είτε δεν πραγματοποιούνται, είτε ματαιώνονται.
Υπάρχουν ώριμα επενδυτικά σχέδια, από Έλληνες και ξένους επενδυτές που περιμένουν ένα σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον για να υλοποιηθούν. Απαιτείται, όμως, και ένα κλίμα εμπιστοσύνης γύρω από τις προοπτικές των επενδύσεων. Όταν μια εταιρεία είναι συνεπής με τις υποχρεώσεις της, το κράτος οφείλει και πρέπει να τη διευκολύνει να ολοκληρώνει την επένδυση της. Να λειτουργεί απρόσκοπτα.
Ξεκάθαροι κανόνες και σεβασμός στους επενδυτές.
Είναι, όμως, και κάτι άλλο. Όσα στο πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων η Πολιτεία παραχωρεί με διαγωνισμούς σε ιδιώτες, πρέπει να τα παραχωρεί καθαρά, χωρίς κρυφά βάρη και κρυφές υποθήκες και κυρίως χωρίς κρυφά εμπόδια. Οφείλει δηλαδή, πριν παραχωρήσει να έχει ξεκαθαρίσει πλήρως το τοπίο. Πυροβολούμε τα πόδια μας, όταν η Πολιτεία προσκαλεί επενδυτές, συμφωνεί ιδιωτικοποιήσεις και στη συνέχεια προκύπτουν προσκόμματα. Θέλω να υπογραμμίσω, ότι η απρόσκοπτη υλοποίηση των υφιστάμενων επενδύσεων είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την προσέλκυση νέων.
Βέβαια, δεν φθάνει να έχουμε μεγάλες επενδύσεις. Ως Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών επιδιώκουμε να ενισχύσουμε τις επιχειρήσεις μας αλλά και να δημιουργήσουμε νέες, υγιείς οργανωμένες επιχειρήσεις, που θα στηρίζουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο στο καλά αμειβόμενο ανθρώπινο δυναμικό, στη διαρκή εκπαίδευσή του και στη σύνδεση των μισθών με την παραγωγικότητα της εργασίας.
Συνεπώς, οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις πρέπει να επιταχυνθούν και κρίσιμα νομοσχέδια να υιοθετηθούν από τη Βουλή ώστε η χώρα να μπει σε σταθερή και δυναμική αναπτυξιακή τροχιά. Αναφέρω ενδεικτικά το νέο πλαίσιο για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς, τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις και μετατροπές. Την επιτάχυνση των στρατηγικών επενδύσεων.
Το πλαίσιο χρήσης του αιγιαλού και της παραλίας και την εξυγίανση των Οινοφύτων. Η ανάπτυξη δεν μπορεί πλέον να (μας) περιμένει.