Συνέντευξη του Προέδρου του ΣΕΒ κ. Θ. Φέσσα στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 14/5/2017

Κύριε Πρόεδρε μπορεί πραγματικά  η Ελλάδα να βρεθεί εκτός των αναπτυγμένων χωρών αν δε κάνει την μετάβαση στην ψηφιακή οικονομία; Μήπως υπερβάλλετε λιγάκι;
Σας διαβεβαιώ καθόλου. Η ψηφιακή οικονομία προκαλεί ένα συνολικό μετασχηματισμό στον  κόσμο, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα: της επιχείρησης, της εργασίας, του κράτους, της κατανάλωσης αγαθών και υπηρεσιών.  Από την μία πλευρά συνιστά απειλή,  υπό την έννοια ότι αν δεν δράσουμε άμεσα, συντονισμένα και στοχευμένα, θα χάσουμε κι άλλο έδαφος και θα περιθωριοποιηθούμε περαιτέρω στον διεθνή οικονομικό ανταγωνισμό.  Συνεπώς, η απειλή είναι υπαρκτή και επηρεάζει το σύνολο της οικονομίας μας.  Από την άλλη όμως η ψηφιακή οικονομία μας δίνει μία ευκαιρία, που αν την αδράξουμε –και δεν λέω ότι είναι εύκολο, είναι όμως εφικτό- μπορούμε να επιταχύνουμε την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα.

 

Παρουσιάσατε στο Συνέδριό του ΣΕΒ για την ψηφιακή στρατηγική μία ολοκληρωμένη μελέτη για την Ψηφιακή Ελλάδα. Ποιο είναι το βασικό συμπέρασμα της μελέτης; Πιστεύετε ότι  μπορεί η Ελλάδα να φτάσει τις ψηφιακά ώριμες χώρες της Ευρώπης;
Η μελέτη, αφού κάνει μία διάγνωση σε βάθος για την ψηφιακή ωριμότητα της χώρας, και τη βρίσκει πολύ χαμηλή, προτείνει ένα συγκροτημένο Οδικό Χάρτη με 60 δράσεις, προκειμένου να βγούμε από το ψηφιακό τέλμα. Η Ελλάδα, σήμερα, δυστυχώς δεν μπορεί να κάνει ένα άλμα: δεν μπορεί δηλαδή σε 4  χρόνια  να  φτάσει και να προσπεράσει άλλες χώρες της Ευρώπης, που βρίσκονται σε παρόμοια θέση με την δική μας. Όμως στα επόμενα 4 χρόνια μπορούμε, να κινητοποιήσουμε την οικονομία μας προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό  και να  βάλουμε τις βάσεις για ένα άλμα. Αν λοιπόν τα καταφέρουμε, μέχρι το 2021 θα αυξήσουμε επιπλέον τον εθνικό μας πλούτο κατά 4% (7,6 δις περίπου), δημιουργώντας άμεσα τουλάχιστον 50,000 νέες, μόνιμες και καλές θέσεις απασχόλησης. Αυτό από μόνο του θα είναι σημαντικό επίτευγμα για τη χώρα. Όμως το πραγματικό άλμα θα μπορεί να γίνει μετά. Έτσι σε 10 με 15 χρόνια θα μπορούμε να ανήκουμε στις ψηφιακά ώριμες χώρες της Ευρώπης. Επειδή όμως ξεκινάμε από πολύ χαμηλά, θα πρέπει να κινηθούμε σε μία τροχιά επιτάχυνσης, όπου  πολλά αλληλένδετα πράγματα θα πρέπει να γίνουν παράλληλα, τόσο για το κράτος, όσο και για την ιδιωτική οικονομία.

Ποιες εκτιμάτε ότι θα είναι οι επιπτώσεις της ψηφιοποίησης της οικονομίας στην εργασία και τις θέσεις απασχόλησης;

Η ψηφιακή οικονομία δεν καταργεί αυτόματα θέσεις απασχόλησης, και αυτό δείχνει η διεθνής εμπειρία. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι γίνεται μία ανακατανομή στην απασχόληση, και κερδισμένοι είναι όσοι έχουν τον κατάλληλο συνδυασμό ψηφιακών δεξιοτήτων που ζητάει η αγορά. Ούτως ή άλλως  στην Ελλάδα ξεκινάμε από αρκετά πίσω και εκτιμούμε ότι η ψηφιοποίηση της οικονομίας θα αλλάξει μεν την φύση της εργασίας του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά δεν θα επηρεάσει σημαντικά την απασχόληση. Αντιθέτως, μπορεί να ανασχέσει και το κύμα του brain drain συμβάλλοντας στην επιστροφή των νέων επαγγελματιών που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό λόγω της κρίσης. Γι΄ αυτό, όπως και σας ανάφερα προηγουμένως εκτιμάμε πολύ συντηρητικά ότι το σχέδιό μας θα προκαλέσει μία καθαρή αύξηση της απασχόλησής κατά 50,000 θέσεις εργασίας τουλάχιστον.   Είναι βεβαίως ένα ζήτημα που θα πρέπει να ξαναδούμε πολύ αργότερα, αλλά για την ώρα αυτό που είναι κρίσιμο είναι να αναμορφώσουμε το εκπαιδευτικό μας σύστημα, σε όλες του τις βαθμίδες, προκειμένου να παρέχει στους νέους μας τον καλύτερο δυνατό συνδυασμό ψηφιακών δεξιοτήτων. Και επίσης να καταρτίσουμε το εργατικό μας δυναμικό, ώστε αυτή η ανακατανομή στην εργασία να είναι εφικτή, όπως για παράδειγμα στο δημόσιο τομέα, όπου η ηλεκτρονική διακυβέρνηση θα επηρεάσει σημαντικά τη ροή εργασίας.

 

Πιστεύετε ότι με το μείγμα των μέτρων πολιτικής που περιλαμβάνονται στη τεχνική συμφωνία για τη 2η αξιολόγηση είναι βιώσιμος ο στόχος για  πλεονάσματα  του 3,5%. Η αγορά και η πραγματική οικονομία θα αντέξουν το βάρος της υπερφορολόγησης; Τι προτείνετε στο πλαίσιο αυτό;

Η συμφωνία έχει θετικές και αρνητικές όψεις. Είναι θετικό ότι η κυβέρνηση αποφάσισε να βάλει τέλος στην αβεβαιότητα κλειδώνοντας το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο χρηματοδότησης της οικονομίας. Αυτό θα δημιουργήσει εμπιστοσύνη σε αγορές και επενδυτές. Το αρνητικό είναι ότι για άλλη μια φορά δεν συμφωνήθηκε ένας ευδιάκριτος οδικός χάρτης εξορθολογισμού των φόρων στην εργασία και την παραγωγή που ωθούν κάθε μέρα που περνάει επιχειρήσεις και εργαζόμενους στην γκρίζα ζώνη της παραοικονομίας. Εκτιμώ βέβαια οτι μια αμφισβήτηση των δημοσιονομικών στόχων δεν θα ωφελήσει τη χώρα αυτή τη στιγμή, καθώς η όποια αναπτυξιακή επίπτωση χαλάρωσης τους θα υπερκεραστεί από την επίπτωση ενός ανεπιθύμητου νέου κύκλου αβεβαιότητας. Έτσι μένει ένας μόνος δρόμος «εξόδου από τα μνημόνια» και ανάκαμψης της χώρας: Η χώρα και η δημόσια διοίκηση να αποκτήσουν ταχύτατα την ικανότητα διοίκησης ενός εξαιρετικά σύνθετου προγράμματος μεταρρυθμίσεων, ώστε επανακτώντας σταδιακά την εμπιστοσύνη των εταίρων να προχωρήσουμε σε ταχύτερη βελτίωση των φορολογικών συντελεστών.

Η χώρα πλέον εκπληρώνει κανονικά τις δημοσιονομικές της υποχρεώσεις, στο πλαίσιο του προγράμματος. Ο ιδιωτικός τομέας όμως συνεχίζει να υποφέρει από χρηματοδοτική ασφυξία. Υπάρχει αναπτυξιακό μέλλον τελικά; 
Δεν υπάρχει καμία χώρα που να έχει αναπτυχθεί χωρίς να έχει ένα χρηματοπιστωτικό τομέα που να λειτουργεί, πόσο μάλλον όταν επιπλέον υπερφορολογείται. Είναι κρίσιμο να κατανοήσουν τόσο οι εταίροι μας στην Ε.Ε. όσο και η ελληνική κυβέρνηση ότι η δυνατότητα πρόσβασης των Ελλήνων σε φθηνούς όρους χρηματοδότησης παρόμοιους με αυτούς που απολαμβάνουν οι επιχειρήσεις των υπόλοιπων χωρών της Ενιαίας Αγοράς, είναι βασική προτεραιότητα για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Όχι μόνο διότι χωρίς χρηματοδότηση δεν υποστηρίζονται οι επενδύσεις που χρειάζεται να γίνουν, αλλά και διότι η έλλειψη ρευστότητας οδηγεί σε μείωση της φορολογητέας ύλης και υποσκάπτει τις δημοσιονομικές επιδόσεις.
Ξένοι και όχι μόνο  παράγοντες  ισχυρίζονται ότι πρώτα οφείλουν να επενδύσουν στη χώρα τους οι Έλληνες επιχειρηματίες και μετά θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι. Πόσο εφικτό είναι αυτό με το σημερινό πλαίσιο αβεβαιότητας και χρηματοδοτικής ασφυξίας;  
Θυμίζω ότι ετησίως γίνονται στη χώρα μας περί τα 17-18 δις ευρώ επενδύσεις. Σίγουρα δεν καλύπτουν τις εθνικές ανάγκες, όμως γίνονται μέσα σε ένα αντίξοο περιβάλλον πολυετούς ύφεσης και υπερφορολόγησης. Και βεβαίως χρειαζόμαστε πράγματι διπλάσιες επενδύσεις για να υπηρετήσουμε το στόχο της ανάπτυξης. Δύο είναι οι παράγοντες που θα οδηγήσουν σε περισσότερες επενδύσεις: ο πρώτος, το κλίμα εμπιστοσύνης και σταθερότητας, επιτυγχάνεται πλέον με το κλείσιμο της αξιολόγησης. Ο δεύτερος, το ελκυστικό επιχειρηματικό περιβάλλον χρειάζεται δουλειά ακόμη. Θυμίζω ότι οι ξένοι επενδυτές δανείζονται με πραγματικά επιτόκια κάτω από 1% πατώντας μετά από χρόνια ανάπτυξης πάνω σε υγιείς ισολογισμούς ενώ οι έλληνες επιχειρηματίες στην καλύτερη περίπτωση δανείζονται με πραγματικά επιτόκια 7%, και έχουν τραυματισμένους από την ύφεση και υπερφορολόγηση ισολογισμούς.

Πως κρίνετε το σχέδιο νόμου για την εξωδικαστική ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των επιχειρήσεων; Ποιες βελτιώσεις έχετε προτείνει σχετικά;

Εμείς έχουμε πει καταρχήν ότι η νέα διαδικασία πρέπει να θωρακιστεί ώστε συστημικοί κακοπληρωτές να μην λάβουν ένα μεγάλο δώρο που θα το πληρώσει τελικά οι έντιμοι που δικαιούνται μια λύση. Με δεδομένο το Νόμο, αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από το πώς θα λειτουργήσει η ηλεκτρονική πλατφόρμα. Δυστυχώς έχουμε επιφυλάξεις για το αν η Κυβέρνηση έχει συνειδητοποιήσει το μεγάλο κίνδυνο που θα προκύψει αν ξεκινήσει η εφαρμογή του Νόμου με μια πλατφόρμα που θα επιτρέπει την υποβολή στοιχείων που δεν μπορεί άμεσα να επαληθευτούν για την ακρίβεια και εντιμότητα τους. Υπάρχουν όμως και ορισμένα σημαντικά ζητήματα, που αφορούν και τις άλλες προπτωχευτικές διαδικασίες, και που αν δεν λυθούν το εγχείρημα θα αποτύχει. Ενδεικτικά, θα πρέπει να επιστραφούν οι φόροι που έχουν καταβληθεί επί των ποσών που διαγράφονται, όπως ο ΦΠΑ και ο φόρος εισοδήματος, και να επεκταθεί η δυνατότητα συμψηφισμού ζημιών με κέρδη μελλοντικών χρήσεων και πέρα από τα 5 έτη που ισχύουν σήμερα. Τα φορολογικά αυτά ζητήματα όμως πρέπει να λυθούν και για τις διαδικασίες της εξυγίανσης του Άρθρου 99 ή της ειδικής διαχείρισης του «Νόμου Δένδια». Αντίστοιχα, για όλες αυτές τις διαδικασίες πρέπει να ισχύσει η προστασία από διώξεις στελεχών που κινούνται βάσει των εγκεκριμένων διαδικασιών καθώς και η γενναία συμμετοχή του δημοσίου στις διαγραφές οφειλών που ισχύει πλέον στον «εξωδικαστικό».

X

    Στοιχεία εταιρίας

    Επωνυμία επιχείρησης*

    Tαχ. δ/νση διοίκησης

    Κλάδος οικονομικής δραστηριότητας*

    Έτος ίδρυσης

    Αριθμός εργαζομένων

    Κέρδη τριών (3) τελευταίων ετών (προ φόρων)

    Σύνολο ενεργητικού τελευταίου έτους

    Αρμόδιος επικοινωνίας

    Oνοματεπώνυμο*

    Email

    Τηλ

    X

      Το όνομά σας *

      Το επίθετό σας *

      Email *

      Τηλέφωνο επικοινωνίας

      To μήνυμά σας

      Μόλις υποβάλετε το ερώτημά σας, ένα μέλος της ομάδας μας θα έρθει σε επαφή μαζί σας το συντομότερο δυνατό.
      Είμαστε αφοσιωμένοι στο ιδιωτικό σας απόρρητο. Μάθετε πώς φροντίζουμε τα δεδομένα σας στην πολιτική απορρήτου μας.

      X

        Στοιχεία εταιρίας

        Επωνυμία επιχείρησης*

        Tαχ. δ/νση διοίκησης

        Κλάδος οικονομικής δραστηριότητας*

        Έτος ίδρυσης

        Αριθμός εργαζομένων

        Κύκλος εργασιών τελευταίου έτους

        Αρμόδιος επικοινωνίας

        Oνοματεπώνυμο*

        Email

        Τηλ