Ανακοίνωση ΣΕΒ για τις προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής και το ρόλο της ελληνικής βιομηχανίας, 5/9/2013
Η χώρα βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή. Μέσα στο 2014 θα κριθεί αν θα παραμείνουμε παγιδευμένοι στον φαύλο κύκλο μιας ύφεσης που ούτε η κοινωνία ούτε η οικονομία μας αντέχουν πια, ή αν θα δούμε μία έστω δειλή αντιστροφή της κρίσης.
Η επικοινωνιακή επικέντρωση στον στόχο της επίτευξης πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος είναι σε μεγάλο βαθμό αποπροσανατολιστική. Διευκολύνει ασφαλώς τους εταίρους μας, ιδιαίτερα τη Γερμανία, ώστε να αναγνωρίσουν τις αντικειμενικές ανάγκες της προσπάθειας που καταβάλλει η Ελλάδα και να συνεχίσουν να τη στηρίζουν. Αλλά, ένα λογιστικό πρωτογενές πλεόνασμα έχει κυρίως συμβολική σημασία. Δεν προσελκύει ξένες επενδύσεις. Δεν αποτελεί κίνητρο για τους εγχώριους επενδυτές. Δεν ενθαρρύνει την κατανάλωση. Δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας. Δεν φέρνει την ανάπτυξη.
Δίνοντας τη λογιστική μάχη του ελλείμματος, λησμονήσαμε στην πράξη τον στόχο της ανάπτυξης: με ποια δομικά υλικά, με ποιες προϋποθέσεις, με ποιες επιλογές και πολιτικές μπορούμε να τη διεκδικήσουμε.
Ο τόπος μπορεί να ξαναμπεί σε αναπτυξιακή τροχιά μόνο αν στηρίξουμε και στηριχτούμε στην πραγματική οικονομία, στην πραγματική παραγωγική βάση της χώρας. Και αιχμή του δόρατος αυτής της παραγωγικής βάσης είναι η εν πολλοίς υποτιμημένη και συκοφαντημένη ελληνική βιομηχανία.
Ακούμε συστηματικά από επίσημα χείλη να πλέκεται το πληθωρικό εγκώμιο κλάδων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, που παρουσιάζονται ως εθνικοί πρωταθλητές. Σε αντιδιαστολή, έχουμε παθητικά αποδεχτεί τη δήθεν αποβιομηχάνιση της χώρας. Η στοιχειοθετημένη αλήθεια, όμως, είναι άλλη. Ενδεικτικά:
-
Η βιομηχανία συμβάλλει στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία κατά 15,5% (28,4 δισ. ευρώ) –περισσότερο από κάθε άλλο κλάδο.
-
Η βιομηχανία απασχολεί το 16,6% όλων των εργαζομένων (739.000 εργαζόμενοι), προσφέροντας σταθερή δουλειά με πλήρη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών όλο τον χρόνο.
-
Η βιομηχανία καταβάλλει το 17,1% των συνολικών αποδοχών όλων των εργαζομένων (12,4 δισ. ευρώ) και αντίστοιχα συνεισφέρει στα ασφαλιστικά ταμεία.
-
Οι μεγαλύτερες μεταποιητικές επιχειρήσεις καταβάλλουν έως και διπλάσιο μισθό από τις μικρές επιχειρήσεις και έως και 50% ψηλότερους μισθούς από τον μέσο μικτό μισθό που καταβάλλεται σε ασφαλισμένους του ΙΚΑ.
-
Οι κερδοφόρες επιχειρήσεις (ΑΕ και ΕΠΕ) της βιομηχανίας (μαζί με τις κατασκευές) κάλυψαν το 2011 το 35% των φορολογητέων κερδών των επιχειρήσεων εκτός του χρηματοπιστωτικού κλάδου, καταβάλλοντας τον αντίστοιχο φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων.
-
Οι επιχειρήσεις της βιομηχανίας συνεισφέρουν με άνω του 22% στα έσοδα του ΙΚΑ.
-
Οι επιχειρήσεις ΑΕ και ΕΠΕ της βιομηχανίας συνεισφέρουν με 40% στον κύκλο εργασιών όλων των ΑΕ και ΕΠΕ, και αντίστοιχα στην πραγματική καταβολή ΦΠΑ.
-
Οι εξαγωγές προϊόντων (άνω των 27,7 δισ. ευρώ το 2012 κατά ΕΛΣΤΑΤ και 21,3 κατά ΤτΕ) ανέρχονται σε αξία όσο τα συνολικά έσοδα από εισπράξεις υπηρεσιών (κυρίως τουρισμό και την ναυτιλία, 24,5 δισ. ευρώ κατά ΕΛΣΤΑΤ και 23,3 κατά ΤτΕ).
-
Η συντριπτική πλειοψηφία των εξαγωγών, ακόμα και γεωργικών προϊόντων και πρώτων υλών, αφορά προϊόντα με κάποιο ποσοστό μεταποίησης.
Η βιομηχανία είναι ο πραγματικός πρωταθλητής της εθνικής μας οικονομίας –μολονότι αντιμετωπίζει σε μόνιμη βάση μία μεροληπτική διαιτησία. Η βιομηχανία είναι απαραίτητη για να αξιοποιήσει πλήρως η χώρα τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα στον τουρισμό, τη ναυτιλία και την αγροτική παραγωγή. Μοχθούμε, επενδύουμε, παράγουμε και προσφέρουμε στην οικονομία και την κοινωνία μας, ακόμη και μέσα στα πέτρινα χρόνια της κρίσης, κάτω από συνθήκες αντίξοες –για να μην πούμε εχθρικές.
Τις συνθήκες αυτές περιγράφει και το World Economic Forum (WEF) στην τελευταία έκθεσή του για την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα, όπου χάρη στις μετρημένες μεταρρυθμίσεις η ανταγωνιστικότητα συνολικά της ελληνικής οικονομίας βελτιώθηκε οριακά στη διεθνή κατάταξη, από την 96η στην 91η θέση. Η έκθεση αφήνει, όμως, μετεξεταστέα την Ελλάδα στους πιο κρίσιμους τομείς –καταγράφοντας την ανεπάρκεια της γραφειοκρατίας/δημόσιας διοίκησης, τη δύσκολη πρόσβαση σε πιστώσεις, το επαχθές φορολογικό σύστημα και τους συνεχείς πολιτικούς πειραματισμούς. Καταγράφει, με άλλα λόγια, το κακοτράχαλο έδαφος στο οποίο αγωνίζεται να σταθεί η ελληνική βιομηχανία.
Η αποβιομηχάνιση δεν είναι ούτε πραγματικότητα ούτε νομοτέλεια, όπως συστηματικά παρουσιάζεται. Είναι θέμα επιλογής, είναι θέμα πολιτικής. Έχουμε αλήθεια συμβιβαστεί με την ιδέα μιας Ελλάδας χωρίς σύγχρονη βιομηχανική βάση; Ή μήπως είναι η ώρα να αναθεωρήσει η κυβέρνηση την άποψή της για τη δυναμική, τις προτεραιότητες και το μέλλον της εθνικής μας οικονομίας, χαράσσοντας μια επιθετική πολιτική στήριξης της βιομηχανίας μας;