Δελτίο Τύπου: ”Τοποθέτηση του ΣΕΒ στην Κοινή Συνεδρίαση των Επιτροπών Οικονομικών και Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής στο πλαίσιο του Γ΄ Κύκλου συζήτησης για το Ασφαλιστικό”, 28/11/2007
Τις θέσεις του ΣΕΒ σχετικά με την ενοποίηση των ασφαλιστικών φορέων κατέθεσε σήμερα, ο Αντιπρόεδρος του ΣΕΒ, κ. Χάρης Κυριαζής, στο πλαίσιο του Γ’ κύκλου συζήτησης για το Ασφαλιστικό, ενώπιον των Επιτροπών Οικονομικών και Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής.
Όπως υπογράμμισε ο εκπρόσωπος του ΣΕΒ:
Εκσυγχρονισμός θεσμού των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων
Οι σημερινές συνθήκες, με την εφαρμογή νέων τεχνολογιών και μεθόδων εργασίας, την αύξηση των νομοθετημένων μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, αλλά και τη σύμπραξη ιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας στις επιχειρήσεις, επιβάλλουν την αναθεώρηση του θεσμού των ΒΑΕ. Ο θεσμός αυτός δημιουργήθηκε υπό τις συνθήκες μιας παλαιότερης εποχής, προκειμένου ακριβώς να αντισταθμίσει, τόσο την έλλειψη νομοθεσίας στο ευρύτερο αντικείμενο της υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, όσο και την αδυναμία της παλιάς τεχνολογίας να απομακρύνει τον επαγγελματικό κίνδυνο. Άλλωστε, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και το παράδειγμα των υπόλοιπων χωρών της ΕΕ, όπου μόνο σε τρείς χώρες (Ιταλία, Γερμανία, Αυστρία) υπάρχουν απομεινάρια νομοθεσίας – και αυτή αρκετά περιορισμένη – σχετικά με τα ΒΑΕ, αναγνώριση ότι ο θεσμός κινδυνεύει να θεωρηθεί ως επιβράβευση και πριμοδότηση των κακών συνθηκών εργασίας. H σημερινή κατάσταση όπου το 37% των ασφαλισμένων του ΙΚΑ εντάσσονται στα ΒΑΕ δεν μπορεί να είναι ανεκτή. Πρώτο μέλημα όλων μας πρέπει να είναι η βελτίωση συνθηκών ασφάλειας και υγιεινής των εργαζομένων.
Προαιρετική, με κίνητρα, παραμονή στην εργασία
Στη σημερινή εποχή δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις των εργαζομένων που έχουν τη διάθεση και τη δυνατότητα να συνεχίσουν να προσφέρουν με την εργασία τους, παρόλο που έχουν συμπληρώσει προϋπηρεσία συνταξιοδότησης. Τις περιπτώσεις αυτές πρέπει να τις δούμε θετικά, διότι μια τέτοια δυνατότητα, εφόσον βρίσκει ανταπόκριση και από την εργοδοτική πλευρά, παρέχει οφέλη σε όλους: τον εργαζόμενο, τον εργοδότη, το ασφαλιστικό σύστημα και την Εθνική Οικονομία γενικότερα.
Για να επιτευχθεί αυτό το όφελος, πρέπει να φροντίσουμε, ώστε μετά την κατοχύρωση των δικαιωμάτων σύνταξης που ισχύουν για κάθε εργαζόμενο, να του δίνεται σε ατομική και εθελούσια βάση η δυνατότητα να επιλέξει, χωρίς αντικίνητρα ή άλλες δεσμεύσεις, να συνάψει κατάλληλες συμφωνίες – συμβάσεις εργασίας, οι οποίες θα δίνουν την ευχέρεια σε συνταξιούχους, να αξιοποιηθούν από την αγορά εργασίας και μετά τη συνταξιοδότησή τους, συνεχίζοντας την εργασία τους.
Προτείνεται, δηλαδή, ουσιαστικά η δυνατότητα διαμόρφωσης ενός καινούργιου πλαισίου, το οποίο να μην αποτρέπει την παραμονή των συνταξιούχων στην αγορά εργασίας, κατά τρόπο όμως τέτοιο ο οποίος να ανταποκρίνεται και να είναι προσαρμοσμένος στις ανάγκες και των δύο εμπλεκομένων στην εργασιακή σχέση πλευρών, δηλαδή του συνταξιούχου και του εργοδότη. Προς την κατεύθυνση αυτή θα μπορούσε να συμβάλλει σημαντικά η άρση των κανονιστικών απαγορεύσεων και η κατάργηση οικονομικών αντικινήτρων, ούτως ώστε η παραμονή των συνταξιούχων στην αγορά εργασίας να μπορεί να αποβεί πολλαπλώς επωφελής.
Θωράκιση συστήματος απονομής αναπηρικών συντάξεων
Συμφωνούμε σε πρόσθετα μέτρα θωράκισης που θα αποτρέπουν τις καταχρήσεις χωρίς να βλάπτεται η αξιοπρέπεια των αληθινών δικαιούχων.
Ενίσχυση χαμηλών και μεσαίων συντάξεων
Η ενίσχυση των χαμηλών και μεσαίων συντάξεων θα πρέπει να αποτελεί γενικότερα βασική πολιτική κάθε σύγχρονου κράτους πρόνοιας το οποίο στοχεύει στην ισόρροπη κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Δεν παύει όμως να είναι ζήτημα προνοιακής πολιτικής το οποίο περιπλέκει τη συζήτηση για το ασφαλιστικό, διότι η προνοιακή πολιτική πρέπει να χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από το κράτος. Η σύγχυση που έχει προκληθεί στο παρελθόν όπου τα Ταμεία έχουν επωμισθεί το βάρος των προνοιακών πολιτικών δεν πρέπει να συνεχίσει – ήδη αποτελεί σημαντικό μέρος του οικονομικού αδιεξόδου των Ταμείων.
Μητρότητα
Στο πλαίσιο των διεθνώς και συνταγματικά κατοχυρωμένων αρχών της ισότητας των δύο φύλων και της προστασίας της μητρότητας, κρίνεται επιβεβλημένη η διαμόρφωση πολιτικών που εκτός της προστασίας των γυναικών εργαζομένων, από ενδεχόμενες διακρίσεις, να συμβάλλουν στην άμεση ενίσχυση και αύξηση της απασχολησιμότητάς τους.
Βασικός άξονας μιας τέτοιας πολιτικής θα πρέπει να είναι μεταξύ άλλων και η παροχή κινήτρων για την παραμονή των εργαζόμενων μητέρων στην αγορά εργασίας όταν διανύουν την κρίσιμη περίοδο προσχολικής ηλικίας των παιδιών τους, μέσω της ασφαλιστικής κατοχύρωσης της μητρότητας. Ανάλογο παράδειγμα που έχει ισχύσει για τους άνδρες είναι η εξαγορά του χρόνου στρατιωτικής θητείας.
Η θέσπιση ενός τέτοιου μέτρου προνοιακού χαρακτήρα θα συντελέσει, ώστε οι γυναίκες που βρίσκονται σε κατάσταση λοχείας ή έχουν μικρά παιδιά, να μην αναγκάζονται να εγκαταλείπουν οριστικά την αγορά εργασίας, αντίθετα θα διευκολύνει και πρακτικά τον συγκερασμό του επαγγελματικού, ιδιωτικού και οικογενειακού βίου, που αποτελεί βασικό στόχο κάθε εθνικής κοινωνικής και εργασιακής πολιτικής.
Για να είναι όμως ουσιαστικά αποτελεσματικό το εν λόγω μέτρο, η ασφαλιστική κατοχύρωση της μητρότητας θα πρέπει να παρέχεται για το χρονικό διάστημα που αποδεδειγμένα αυτή απαιτείται, δηλαδή όταν η διαρκής μητρική φροντίδα είναι απαραίτητη για το παιδί, διαφορετικά καθίσταται ανενεργό και δεν υπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο θεσπίζεται.