Τοποθέτηση του Προέδρου του ΣΕΒ κ. Δημήτρη Δασκαλόπουλου μετά τη συνάντηση με τους Κοινωνικούς Εταίρους, 2/2/2012
Σήμερα, μετά τις θέσεις που διατύπωσε η τρόικα για τα εργασιακά και ενόψει των διαπραγματεύσεών της με την κυβέρνηση, οι κοινωνικοί εταίροι
είχαμε χρέος να ξεκαθαρίσουμε τις θέσεις μας. Και ν’ αναλάβουμε τις ευθύνες μας.
Η πρόσκληση αφορούσε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την ανταγωνιστικότητα. Η πραγματική πρόκληση όμως, ήταν εξαρχής σαφής: οι κοινωνικοί εταίροι κλήθηκαν να συγκλίνουν σε μία συμφωνία που θα αντιμετώπιζε το θέμα του μέσου κόστους εργασίας, έτσι ώστε να διασφαλίσει τον κατώτατο μισθό και τα δώρα και να αποτρέψει μία νομοθεσία για εμάς χωρίς εμάς.
Τρία ήταν τα θέματα: το μισθολογικό κόστος, το μη μισθολογικό κόστος και το ευρύτερο περιβάλλον που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Για το μισθολογικό κόστος, ο ΣΕΒ υποστήριξε την ελευθερία των συλλογικών διαπραγματεύσεων και τον θεσμό των συλλογικών συμβάσεων και της ΕΓΣΣΕ. Πρότεινε να τηρηθεί η Εθνική Σύμβαση για φέτος μέχρι τη λήξη της τον Δεκέμβριο, χωρίς μειώσεις ως προς τον κατώτατο μισθό και τον 13ο και 14ο μισθό, αλλά χωρίς την αύξηση της 1ης Ιουλίου 2012 και με αναθεώρηση των τριετιών. Σε αυτήν και σε άλλες προτάσεις από τους εργοδοτικούς φορείς δεν έγινε ουσιαστική διαπραγμάτευση, παρουσιάστηκαν όμως οι απόψεις όλων των πλευρών.
Στο θέμα του μη μισθολογικού κόστους συμφωνήσαμε να συνεχίσουμε τη συζήτηση των διαφόρων προτάσεων από κοινού, πλέον, με την κυβέρνηση, που έχει την ευθύνη της νομοθέτησης και της αντιμετώπισης των οικονομικών επιπτώσεων της όποιας μείωσης των εισφορών.
Στο ευρύτερο θέμα της ανταγωνιστικότητας αναθέσαμε στους επιστημονικούς μας συνεργάτες να διαμορφώσουν το πλαίσιο με βάση το οποίο οι κοινωνικοί εταίροι θα καταλήξουν σε κοινές προτάσεις.
Όλα τα σημεία συμφωνίας και μη συμφωνίας θα καταγραφούν σε κοινή επιστολή την οποία οι κοινωνικοί εταίροι θα απευθύνουν στον Πρωθυπουργό και τους αρχηγούς των κομμάτων.
Ο ΣΕΒ προσήλθε στον διάλογο με ανοιχτό μυαλό και καλή πίστη. Για μένα, η κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή επιτάσσει να έχουν δουλειά οι άνθρωποι. Να μην συμβιβαστούμε με τα λουκέτα και τις απολύσεις. Να δώσουμε κεντρική θέση στο τραπέζι του κοινωνικού διαλόγου στους εκατοντάδες χιλιάδες άνεργους. Να μην κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Να δώσουμε λύσεις.
Θέλω να πω και κάτι ακόμη. Είναι άγονο και αποπροσανατολιστικό να καταγγέλλουμε την τρόικα για τις σκληρές της θέσεις –με τις οποίες είμαστε και εμείς αντίθετοι. Αλλά, η τρόικα δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Μας παρέχει δανεικά, που τα ζητάμε και τα χρειαζόμαστε για να μην καταστραφούμε και, επομένως, φροντίζει για τα συμφέροντα των δανειστών μας.
Αν το πολιτικό μας σύστημα είχε αντιμετωπίσει εδώ και χρόνια, και μάλιστα τα δύο τελευταία χρόνια, τα ουσιαστικά προβλήματα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας –την πολυνομία και γραφειοκρατία, τη διαφθορά, το υπερτροφικό και σπάταλο κράτος, τις κλειστές αγορές, το αντιεπιχειρηματικό περιβάλλον– δεν θα ήμασταν σήμερα αναγκασμένοι να συζητάμε για το μισθολογικό κόστος.
Αν το πολιτικό μας σύστημα είχε κάνει τη δουλειά του, δεν θα αντιμετωπίζαμε σήμερα το εκβιαστικό δίλημμα: λουκέτα και απολύσεις, ή μειώσεις μισθών.
Η αδράνεια του πολιτικού συστήματος μάς άφησε χωρίς δικό μας πρόγραμμα για τη σωτηρία της χώρας, χωρίς επιχειρήματα έναντι των δανειστών και εταίρων μας, χωρίς αξιοπιστία, χωρίς φίλους.
Το ζητούμενο παραμένει ένα κοινωνικό συμβόλαιο για τη διάσωση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, τον εξορθολογισμό του κόστους εργασίας, την ανάπτυξη της οικονομίας. Θέλω να ελπίζω ότι ως κοινωνικοί εταίροι θα ανταποκριθούμε στην πρόκληση αυτή. Είναι ο μόνος τρόπος για να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και των ευθυνών μας.