Τοποθέτηση του Προέδρου του ΣΕΒ, κ. Δημήτρη Δασκαλόπουλου στη Συνέντευξη Τύπου του ΣΕΒ, Τετάρτη, 7 Νοεμβρίου 2007
-
Στο πρώτο επίπεδο, διάλογος μεταξύ της κυβέρνησης και των άλλων πολιτικών δυνάμεων. Σ’ αυτό το «πολιτικό τραπέζι», οι εκπρόσωποι των κομμάτων θα κληθούν να καταθέσουν τις δικές τους ολοκληρωμένες προτάσεις, τόσο για τον ορισμό όσο και για τη λύση του προβλήματος. Το κάθε κόμμα θα αναλάβει έτσι τις ευθύνες του ενώπιον του κοινωνικού συνόλου.
-
Στο δεύτερο επίπεδο, διάλογος μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.
Σ’ αυτό το «κοινωνικό τραπέζι», οι δυνάμεις της εργασίας –εργοδότες και εργαζόμενοι– θα κληθούν να αναζητήσουν τα σημεία σύγκλισης στη διαμόρφωση συγκεκριμένων προτάσεων για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν –χωρίς υπεκφυγές απέναντι στις δικές τους ευθύνες. Οι κοινές αυτές προτάσεις θα διευκολύνουν τη λήψη απόφασης και στο πολιτικό επίπεδο. Εξάλλου, η ουσιαστική καταγραφή των διαφορών μεταξύ των κοινωνικών εταίρων θα αποτελεί κέρδος, στον βαθμό που θα ξεκαθαρίσει ένα θολό σήμερα τοπίο.
Η προσέγγιση του ασφαλιστικού θα αποσαφηνιστεί έτσι τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο και το πεδίο του διαλόγου θα καταστεί πιο καθαρό, πιο ουσιαστικό, άρα και πιο αποτελεσματικό.
Αυτή είναι η πρόταση ευθύνης που καταθέτω σήμερα εκ μέρους του ΣΕΒ, με πλήρη συναίσθηση της κρισιμότητας του προβλήματος. Το ασφαλιστικό είναι μία ευθύνη την οποία η επιχειρηματική κοινότητα δεν θέλει να αποφύγει. Δεν θέλει να μεταθέσει στις νεώτερες γενιές.
Την περασμένη εβδομάδα απηύθυνα πρόσκληση στη ΓΣΕΕ και στους άλλους κοινωνικούς εταίρους –γιατί σ’ αυτούς πρωτίστως απευθύνομαι– να καθίσουμε άμεσα γύρω από το ίδιο τραπέζι, με στόχο, μέσα στο επόμενο τρίμηνο, να παρουσιάσουμε στον πολιτικό κόσμο ένα κοινό πλαίσιο θέσεων και προτάσεων.
Πεποίθησή μου είναι ότι αυτό και πρέπει και μπορεί να γίνει.
Το χρηματοδοτικό, η εισφοροδιαφυγή και η αδήλωτη εργασία, καθώς και η αποτελεσματική αξιοποίηση της περιουσίας των ταμείων αποτελούν τούτη τη στιγμή τα θέματα τα οποία προτάσσονται. Οι θέσεις του ΣΕΒ είναι ξεκάθαρες:
-
Ως προς τη χρηματοδότηση, το Κράτος έχει την απόλυτη ευθύνη και υποχρέωση να τηρεί αυτά που υπόσχεται –και πολύ περισσότερο αυτά που το ίδιο νομοθετεί. Στο σημείο αυτό, ο ΣΕΒ στηρίζει τη ΓΣΕΕ –συμπαρατάσσεται με τη ΓΣΕΕ. Η έστω και σταδιακή καταβολή των χρωστούμενων επιδοτήσεων, καθώς και η εγγύηση για την έγκαιρη καταβολή τους στο μέλλον, δημιουργεί την απαραίτητη βάση αξιοπιστίας ώστε να ξεκινήσει η συζήτηση ως προς τις μακροπρόθεσμες ανάγκες χρηματοδότησης του συστήματος και την εύρεση πηγών για την κάλυψή τους. Η χθεσινή δέσμευση αναδρομικής χρηματοδότησης του ΙΚΑ στο ύψος του 1% του ΑΕΠ, είναι ένα πρώτο θετικό βήμα.
-
Ως προς την εισφοροδιαφυγή και την αδήλωτη εργασία, ο ΣΕΒ πάγια ζητεί –με επιμονή και συνέπεια– να χαραχθεί μία μακρόπνοη στρατηγική για την αντιμετώπιση αυτού του καρκινώματος που στρεβλώνει την προσπάθεια ανάπτυξης και τον ανταγωνισμό. Χθες, καταθέσαμε στη Βουλή ολοκληρωμένη δέσμη 17 μέτρων, που αντιμετωπίζει το πρόβλημα τόσο σε επίπεδο πρόληψης όσο και σε επίπεδο καταστολής.
-
Ως προς την αξιοποίηση της περιουσίας των Ταμείων, πριν από έξι μήνες ο ΣΕΒ κατέθεσε συγκεκριμένες προτάσεις με στόχο τη βελτίωση των αποδόσεών τους και την ενίσχυση της διαφάνειάς τους. Ανάλογες προτάσεις καταθέσαμε και για τη στρατηγική του ΙΚΑ. Η άμεση και ολοκληρωμένη εφαρμογή μέτρων καλύτερης διαχείρισης της διοίκησης και της περιουσίας των ασφαλιστικών οργανισμών, θα περιορίσει τη σπατάλη, θα αυξήσει τα έσοδα και θα δώσει ανάσα ζωής στο σύστημα.
Το Ασφαλιστικό παραμένει ο γόρδιος δεσμός του πολιτικού μας συστήματος και μία νάρκη στο αναπτυξιακό μας μέλλον. Και οφείλω να επαναλάβω ότι η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως απειλή. Είναι ευθύνη όλων μας. Ασφάλεια για τον εργαζόμενο δεν είναι η καλλιέργεια ψευδαισθήσεων και ο εφησυχασμός. Ασφάλεια είναι η επίτευξη μίας βιώσιμης λύσης για το ασφαλιστικό, σε βάθος χρόνου.
Καλούμαστε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας τόσο απέναντι σε όσους επενδύουν στη δουλειά τους όσο και απέναντι στις επόμενες γενιές. Αν δεν τολμήσουμε σήμερα, αύριο θα δούμε τα παιδιά μας να δουλεύουν πιο σκληρά από εμάς για να πληρώσουν τις συντάξεις. Και τα εγγόνια μας να μην μπορούν να πληρώσουν τις συντάξεις των παιδιών μας, όσο σκληρά κι αν κι αν δουλεύουν.