Επισκόπηση
Η ελληνική οικονομία και κοινωνία βιώνουν τις αλλαγές πολιτικής που επιβάλλει το 3ο Μνημόνιο σε μία προσπάθεια εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων που είχαν συμφωνηθεί στο παρελθόν σε πορεία υλοποίησης, καθώς και αναστροφής των μέτρων που εφαρμόσθηκαν από την αρχή του έτους και τα οποία κρίθηκαν ανεπαρκή ή μη συμβατά με τους στόχους του προγράμματος. Στο πλαίσιο αυτό, ο εξορθολογισμός του φορολογικού συστήματος και του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης προβάλλει ως αδήριτη ανάγκη για την αποκατάσταση στοιχειωδών κανόνων προγραμματισμού στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Οι πολίτες έχουν κατανοήσει την αναγκαιότητα της προσαρμογής. Αυτό, όμως, επ’ ουδενί δεν μπορεί να σημαίνει την εφαρμογή πολιτικών που ακυρώνουν τα κίνητρα για εργασία και ανάληψη επιχειρηματικής δράσης.
Όσον αφορά ειδικότερα στο ασφαλιστικό σύστημα, πολιτικές που εστιάζουν σε περικοπές μόνο των υψηλότερων συντάξεων -των οποίων οι δικαιούχοι έχουν καταβάλλει και τις μεγαλύτερες εισφορές- αποδομούν την αρχή της συνταξιοδοτικής δικαιοσύνης και της ανταποδοτικότητας του συστήματος. Όταν τιμωρούνται όσοι με συνέπεια καταβάλουν εισφορές και δεν υπάρχουν διακριτές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του συνταξιοδοτικού συστήματος και της άσκησης κοινωνικής πολιτικής, τότε μειώνεται η πίστη των πολιτών στις αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα μας οδηγήσουν σε ένα πιο δίκαιο και ανταποδοτικό σύστημα. Στο πλαίσιο αυτό, το σημερινό πόρισμα της επιτροπής σοφών για το ασφαλιστικό σύστημα προτείνει μία εθνική/κοινωνική σύνταξη, που θα χορηγείται με εισοδηματικά κριτήρια και θα επιτελεί το ρόλο ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, συνεπικουρούμενη από μια αναλογική σύνταξη. Επισημαίνουμε ότι ο διαχωρισμός της χρηματοδότησης των δύο συντάξεων, από φορολογικές και ασφαλιστικές εισφορές αντίστοιχα, αποτελεί sine qua non όρο για να μπει επιτέλους τάξη στο ασφαλιστικό σύστημα. Ανησυχούμε σφόδρα επίσης όταν διαβάζουμε ότι η μετάβαση στο νέο σύστημα θα απαιτήσει, σύμφωνα με το πόρισμα, την προσφυγή σε νέους φόρους εισοδήματος και περιουσίας στους συνεπείς φορολογουμένους για την βιωσιμότητά του, ως εάν να υπάρχει απύθμενη φοροδοτική ικανότητα σε μία χώρα που δεν αναπτύσσεται και μια κοινωνία που δυσανασχετεί με τον ΕΝΦΙΑ. Σε κάθε περίπτωση το ασφαλιστικό σύστημα πρέπει να αναμορφωθεί ριζικά, δίδοντας τη σημασία που αρμόζει στην μη υποχρεωτική ασφάλιση σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα (2ος και 3ος πυλώνας, δηλαδή επαγγελματικά ταμεία και ιδιωτική ασφάλιση). Παράλληλα είναι επιτακτικό το νέο σύστημα να μειώσει το μη μισθολογικό κόστος που πλήττει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα των Ελληνικών επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους, και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για δραστική μείωση της αδήλωτης εργασίας κάθε μορφής.
Διαβάστε εδώ το εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική οικονομία – Οικονομία & Επιχειρήσεις: Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο! – 15 Οκτωβρίου 2015.