Τώρα που η οικονομία δείχνει σημάδια σταθεροποίησης, είναι σαφές ότι ο νέος εθνικός στόχος πρέπει να είναι η κινητοποίηση πολλών παραγωγικών επενδύσεων που με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν καλύτερα αμειβόμενες και σταθερές θέσεις εργασίας, θα συμβάλλουν στην αναγκαία αύξηση του μεριδίου της βιομηχανίας στο 12% του ΑΕΠ (από 9,6% περίπου σήμερα) και θα μειώσουν το χάσμα που χωρίζει τη χώρα από την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. Ο ΣΕΒ έχει τονίσει επανειλημμένα την ανάγκη ταχείας κάλυψης του επενδυτικού κενού των €100δισ., που αφήνει η πολυετής ύφεση. Ένα κενό που ισοδυναμεί περίπου με 4 ΕΣΠΑ, 12 επενδύσεις όπως του Ελληνικού, 170 επενδύσεις όπως του ΟΛΠ ή 115 επενδύσεις όπως του ΟΛΘ. Στο ερώτημα «γιατί να επιλέξω την Ελλάδα ως επενδυτικό προορισμό», ο ΣΕΒ έχει εισηγηθεί μια εκτενή εργαλειοθήκη μεταρρυθμίσεων που απαντούν στους εύλογους προβληματισμούς.
Ωστόσο, ένα χρόνο μετά το επενδυτικό συνέδριο του ΣΕΒ εμφανίζεται σήμερα ένα τριπλό επενδυτικό ανάχωμα στην ταχύτερη ανάκαμψη του ΑΕΠ και την αποκλιμάκωση της ανεργίας: (α) Εκ νέου οπισθοδρόμηση της επενδυτικής ανταγωνιστικότητας βάσει διεθνών δεικτών (β) Κάμψη των επενδύσεων κατά 1,8% του ΑΕΠ (- €2,96δισ.), στο 11,1% το 2018 από 12,9% το 2017, παρά τη βελτίωση των ξένων επενδύσεων και (γ) 45% λιγότερες επενδύσεις σε σχέση με την Ε.Ε. (στο 20,5% του μέσου ευρωπαϊκού ΑΕΠ, έναντι 11,1% στην Ελλάδα). Σήμερα οι επενδύσεις σε πολλές κατηγορίες είναι μεν θετικές (π.χ. μηχανήματα +15,9%, ΤΠΕ +16,8%). Όμως οι συνολικές επενδύσεις σε πάγια (ιδίως σε κατασκευές πλην κατοικιών) εμφανίζουν πτώση -12,2% παρά τα θετικά μηνύματα του 2017.
Ακόμη κι αν η τάση αυτή αναστραφεί, με τις εκτιμήσεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος 2020-23 για ετήσια επενδυτική μεταβολή στο +5%, υπολογίζεται ότι το επενδυτικό κενό στη χώρα θα κλείσει σε 20 έτη! Το ερώτημα εάν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε τόσο έχει αυτονόητα αρνητική απάντηση. Η χώρα πρέπει να καλύψει το επενδυτικό κενό πολύ ταχύτερα για να μπορέσει να αντιμετωπίσει και άλλες σημαντικές προκλήσεις όπως το δημογραφικό, το brain drain, η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, η αναδιάρθρωση υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, τα NPLs, η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας. Για τον ΣΕΒ η αποκατάσταση του επενδυτικού κενού δεν πρέπει να ξεπερνά τα 5-6 έτη, με επέκταση των επενδύσεων κατά 15% κάθε χρόνο. Αυτός ο στόχος όμως προϋποθέτει μια ριζικά διαφορετικά λογική επενδυτικών μεταρρυθμίσεων. Με την υπέρμετρη σημερινή φορολογική επιβάρυνση, οι μηχανισμοί και τα κίνητρα ενθάρρυνσης επενδύσεων θα έπρεπε να βελτιώνουν συνεχώς την αποτελεσματικότητά τους. Έτσι θα μπορούμε να σταθούμε στο διεθνή επενδυτικό ανταγωνισμό, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τον ανταγωνισμό εντός και εκτός της Ε.Ε. για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, οι οποίες απαιτούν αυξημένη αίσθηση του επείγοντος για την ανάπτυξη της οικονομίας, πρόσφατα σημειώθηκαν ορισμένες θετικές εξελίξεις. Οι ρυθμίσεις για απλούστευση του «αναπτυξιακού νόμου», οι υπερ-αποσβέσεις 200% στον ενεργειακό εξοπλισμό, οι υπερ-εκπτώσεις 150% στις προσλήψεις, οι υπερ-εκπτώσεις 130% στο R&D, οι φορολογικές απαλλαγές στην αξιοποίηση πνευματικής ιδιοκτησίας, οι φοροαπαλλαγές για τη συγκέντρωση κεφαλαίου προς R&D, η μείωση φόρου μερισμάτων, τα κίνητρα για κέντρα κοινών υπηρεσιών, η αδειοδότηση επιχειρηματικών πάρκων, η εξυγίανση άτυπων συγκεντρώσεων, η ρύθμιση των εκκρεμοτήτων σχετικά με τον αιγιαλό, οι εταιρικοί μετασχηματισμοί, η επιστροφή αχρεωστήτως καταβλημένου ΦΠΑ από τη φαρμακοβιομηχανία, οι φορολογικές και τελωνειακές αποθήκες, κλπ, έχουν θετικό πρόσημο για την οικονομία και τις επιχειρήσεις. Αξιοποιούν προτάσεις του Επενδυτικού συνεδρίου, του Συνεδρίου για τις Μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις αλλά και του Φόρουμ των κλαδικών και περιφερειακών βιομηχανικών συνδέσμων, που συντονίζει ο ΣΕΒ και η Ελληνική Παραγωγή. Ομοίως, ο νόμος για τις στρατηγικές επενδύσεις υιοθετεί με θάρρος θέσεις του ΣΕΒ για κίνητρα (υπερ-και επιταχυνόμενες αποσβέσεις), παρά τη στασιμότητα στη περιβαλλοντική αδειοδότηση.
Από τη πληθώρα των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων αναδεικνύεται η άμεση προτεραιότητα για την υιοθέτηση των ακόλουθων:
1. Οριζόντια φορολογικά μέτρα, όπως η μείωση του φορολογικού συντελεστή, οι υπερ- και επιταχυνόμενες αποσβέσεις (σε εξοπλισμό τεχνολογικής και μηχανολογικής αναβάθμισης)
2. Άρση επενδυτικών αντικινήτρων με ευθυγράμμιση των φορολογικών πρακτικών στην ΕΕ. Ενδεικτικά αναφέρονται (α) η μεταφορά ζημιών στη 10ετία έναντι 5ετίας στην Ελλάδα, (β) συντελεστές αποσβέσεων βάσει της πραγματικής ζωής του παγίου αλλά και μεταβαλλόμενους για την επενδυτική διευκόλυνση, και (γ) εφαρμογή κανόνων ομιλικής φορολόγησης
3. Αναμόρφωση των διαδικασιών ένταξης / ελέγχου επενδύσεων στο Ν.4399/16 και διάθεσης ΕΣΠΑ. Επενδύσεις, που έχουν υποβάλλει φάκελο στο Ν.4399/16, δεν μπορούν να κάνουν χρήση των κινήτρων παρότι επιτρέπεται η έναρξη τους από το 2017. Επίσης, το ΕΣΠΑ εξακολουθεί να έχει αδιάθετα €415εκ. (12/2018). Αν και η διάθεση πόρων έχει επιταχυνθεί σημαντικά (€1,4δισ. αδιάθετα τον 6/2018), η γραφειοκρατία υποβολής / έγκρισης στερεί σημαντικές ανάσες ρευστότητας ειδικά από τις ΜμΕ. Με εκταμιευμένη προκαταβολή €1,8δισ. από την ΕΕ, το ΕΣΠΑ θα έπρεπε να είχε μηδενικά αδιάθετα κονδύλια.
4. Απλοποίηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Χωρίς εξορθολογισμό της κατηγοριοποίησης ή/και δεσμευτική ολοκλήρωση εντός λογικών προθεσμιών, οι δαιδαλώδεις διαδικασίες είναι ικανές να ανατρέψουν ακόμα και τις φορολογικές ωφέλειες του νόμου στρατηγικών επενδύσεων. Επίσης, καθυστερούν την υλοποίηση εμβληματικών επενδύσεων στην Ελλάδα (πχ Ελληνικό, Πειραιάς, κλπ.) με συνεχείς ανατροπές στις διοικητικές αποφάσεις.
5. Με δεδομένο ότι η χώρα βρίσκεται στην 57η θέση στο δείκτη GCI του WEF (πτώση 4 θέσεων), σημαντικές μεταρρυθμίσεις αφορούν στη λειτουργία της αγοράς προϊόντων (πτώση 3 θέσεων, στην 63ηθέση), στην υιοθέτηση ΤΠΕ (πτώση 2 θέσεων, στη 57η θέση), στην ανάπτυξη καινοτομιών (πτώση 1 θέσης, στη 44η θέση) και στην ποιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος (πτώση 2 θέσεων, στη 114η θέση, με βασικό θέμα τα κόκκινα δάνεια). Επιπλέον, παραμένει προβληματική η λειτουργία των θεσμών (87η θέση), παρά τη βελτίωση 3 θέσεων από το 2017.
6. Με δεδομένο ότι η χώρα βρίσκεται στην 72η θέση στο δείκτη Doing Business (πτώση 5 θέσεων), σημαντικές μεταρρυθμίσεις αφορούν στις διαδικασίες επίλυσης δικαστικών διαφορών (πτώση μιας θέσης, στην 132η θέση), στο διασυνοριακό εμπόριο και συναλλαγές (πτώση 2 θέσεων, στην 31η θέση), στη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας (πτώση 8 θέσεων, στην 153η θέση) και στη διαχείριση πτώχευσης (πτώση 5 θέσεων, στην 62η θέση).
Ένα χρόνο μετά το Επενδυτικό Συνέδριο παραμένει επίκαιρη η ανάγκη ταχύτερης ανάκτησης της επενδυτικής ανταγωνιστικότητας. Δυστυχώς, η μεταρρυθμιστική κόπωση είναι εμφανής. Όμως, χωρίς ακόμα μεγαλύτερη μεγέθυνση της παραγωγικής βάσης, χωρίς στήριξη της καινοτομίας, χωρίς άρση των εμποδίων στο επενδυτικό περιβάλλον, χωρίς άρση της υπερ-φορολόγησης και του μη μισθολογικού κόστους, χωρίς ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας δεν θα μπορέσουμε να έχουμε κάποια ουσιώδη μεταβολή στον παραγωγικό προσανατολισμό της οικονομίας και ταχεία μείωση της ανεργίας.
Διαβάστε εδώ το Special Report.