Η τεχνολογική πρόοδος, η παγκοσμιοποίηση, η κλιματική αλλαγή και η δημογραφική γήρανση στις ανεπτυγμένες οικονομίες, επιφέρουν ριζικές αλλαγές στον κόσμο της παραγωγής και της εργασίας: διαμορφώνουν νέα δεδομένα σχετικά με το πώς, πού, και από ποιους παράγονται τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, οδηγούν στην ανάδυση νέων μορφών απασχόλησης και επιχειρηματικής οργάνωσης και επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ασκούν τα εργασιακά τους καθήκοντα. Η ισχυρή και διατηρήσιμη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, η μείωση του επίμονα υψηλού ποσοστού ανεργίας, και οι αυξανόμενες ανάγκες σε ψηφιακές δεξιότητες και σε δεξιότητες που θα υποστηρίξουν τη μετάβαση προς ένα οικονομικά και περιβαλλοντικά βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο, προϋποθέτουν ένα σύγχρονο σύστημα Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Κατάρτιση (ΣΕΚ).
Η οικοδόμηση ενός σύγχρονου, ευέλικτου και αποτελεσματικού συστήματος μάθησης ενηλίκων με διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα ποιότητας που θα παρέχει ποιοτικές, και με ουσιαστικό αντίκρισμα, ευκαιρίες επανακατάρτισης και αναβάθμισης δεξιοτήτων (Re-skilling και Upskilling), είναι μονόδρομος για την αντιμετώπιση νέων προκλήσεων και την προσαρμογή στις μεταβολές που επιφέρει ο τεχνολογικός μετασχηματισμός και η αυτοματοποίηση.
Οι μεταβολές αυτές με τη σειρά τους έχουν άμεσο αντίκτυπο στις δεξιότητες, που απαιτούνται για να εξακολουθούν οι εργαζόμενοι να παραμένουν ενεργοί στην αγορά, αλλά και για να διατηρούν οι επιχειρήσεις την ανταγωνιστικότητά τους. Για παράδειγμα, ο ψηφιακός μετασχηματισμός μεταβάλλει τον καταμερισμό των καθηκόντων μεταξύ ανθρώπου και μηχανής, οδηγεί σε αυτοματοποίηση θέσεων εργασίας και δημιουργεί νέες ειδικότητες και νέες θέσεις εργασίας. Αυτό καθιστά τις ψηφιακές και τις λεγόμενες ήπιες δεξιότητες περιζήτητες, ενώ άλλες δεξιότητες απειλούνται με απαξίωση.
Σε αυτό το δυναμικό και αβέβαιο περιβάλλον, η παροχή προς το ανθρώπινο δυναμικό ποιοτικών και προσιτών ευκαιριών επανακατάρτισης (reskilling) και αναβάθμισης των δεξιοτήτων του (upskilling), αποτελεί κομβικής σημασίας προϋπόθεση για την επιτυχή μετάβαση σε ένα σύγχρονο, διατηρήσιμο και εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο. Σύμφωνα με έρευνα του ΣΕΒ, το 84% των επιχειρήσεων προκρίνει την επανακατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού ως το βασικό εργαλείο αντιμετώπισης των αλλαγών που επιφέρει η αυτοματοποίηση στις δεξιότητες ενώ μόλις το 3,4% αναφέρει τις απολύσεις, δηλαδή την αντικατάσταση των εργαζομένων, ως προτιμότερη λύση. Η επένδυση, δηλαδή στο ανθρώπινο δυναμικό μιας επιχείρησης θεωρείται πλέον πολύ σημαντική προτεραιότητα για τις επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, εν μέσω των δυσμενών επιπτώσεων της πανδημίας του κορονοϊού στην απασχόληση, και της επακόλουθης επέκτασης της τηλεργασίας και των ηλεκτρονικών εμπορικών συναλλαγών, η ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού καθίσταται αναγκαία συνθήκη για την ομαλή εξέλιξη της οικονομίας και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων μέσα στις νέες συνθήκες.
Στην προτεραιότητα αυτή, δηλαδή την επανακατάρτιση και την αναβάθμισης των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού καλείται να απαντήσει και το αναμενόμενο νομοσχέδιο για την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση και τη ΣΕΚ.
Στην Ευρώπη, το μέγεθος της πρόκλησης είναι αρκετά μεγάλο. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τη Διακήρυξη του ‘Οσναμπρικ (Osnabrück Declaration) τίθεται ως προτεραιότητα η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης, όπου μέσω της ανάπτυξης καινοτόμων συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης θα υποστηρίζεται η μετάβαση στην ψηφιακή και την πράσινη οικονομία. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, 21 εκ. περίπου εργαζόμενοι, οι οποίοι απασχολούνται σε φθίνοντα επαγγέλματα, θα χρειαστεί μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια να συμμετέχουν σε προγράμματα επανακατάρτισης προκειμένου να μεταπηδήσουν σε διαφορετική επαγγελματική κατηγορία. Επιπλέον, 94 εκ. εργαζόμενοι (σχεδόν το 40% του σημερινού εργατικού δυναμικού) θα πρέπει να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους, καθώς το 20% περίπου των καθηκόντων που ασκούν κατά την εργασία τους εκτιμάται ότι θα αυτοματοποιηθεί μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια. Την ίδια στιγμή, καταγράφεται έλλειψη σε ειδικούς τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών, η οποία μόνο για το 2020 υπολογίζεται σε 500.000 άτομα περίπου. Μόνο τυχαίο δεν θα πρέπει, επομένως, να θεωρείται το γεγονός ότι το 85% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν σε πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας για τη Βιομηχανία, θεωρεί ότι η ανάπτυξη ενός σύγχρονου οικοσυστήματος επανακατάρτισης και αναβάθμισης δεξιοτήτων πρέπει να αναχθεί σε άμεση προτεραιότητα. Το σύνολο σχεδόν των επιχειρήσεων της Ευρωπαϊκής βιομηχανίας που έλαβε μέρος στην έρευνα αναφέρει ότι εφαρμόζει ήδη πολιτικές στρατηγικού σχεδιασμού για το ανθρώπινο δυναμικό του (strategic workforce planning) του. Ωστόσο, για το σύνολο της οικονομίας, η έρευνα δείχνει ότι μόλις το 16% των επιχειρήσεων εφαρμόζει πολιτικές ανάπτυξης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού του και, επιπλέον, το 64% δηλώνει πως δεν διαθέτει ανθρώπινο δυναμικό με τις κατάλληλες δεξιότητες, προκειμένου να επιτύχει τον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Στην Ελλάδα, αναγκαία προϋπόθεση για την αξιοποίηση των ευκαιριών και την αντιμετώπιση των προκλήσεων αποτελεί η ριζική αναδιαμόρφωση του συστήματος Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΣΕΚ) με κεντρική στόχευση την ενίσχυση της αναπτυξιακής του διάστασης. Απαιτείται ένα νέο, σύγχρονο και εξωστρεφές σύστημα δια βίου μάθησης, με βασική αποστολή την παροχή ευκαιριών προς το ανθρώπινο δυναμικό – ανεξαρτήτως ηλικίας, προσόντων, θέσης στην επιχείρηση, κ.α. – για συνεχή ανάπτυξη των δεξιοτήτων του κατά τη διάρκεια ενός μεγαλύτερου εργασιακού βίου.
Παρά την τεκμηριωμένη ανάγκη για αναδιαμόρφωση του συστήματος μάθησης ενηλίκων, τα στοιχεία και οι μελέτες δείχνουν ότι η πρόοδος που έχει συντελεστεί στην Ελλάδα σε αυτό το πεδίο είναι αργή και ελλιπής. Σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ (2019) με θέμα την ετοιμότητα των συστημάτων μάθησης ενηλίκων για την αντιμετώπιση των επερχόμενων προκλήσεων, η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών εκείνων στις οποίες η ανάγκη για επανακατάρτιση και αναβάθμιση δεξιοτήτων αξιολογείται ως ιδιαιτέρως επείγουσα. Όμως, διαπιστώνεται ότι η χώρα δεν παρέχει ευκαιρίες κατάρτισης στο επιθυμητό επίπεδο ποσότητας, ποιότητας και πρόσβασης.
Η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού συστήματος ΣΕΚ – ενός συστήματος δηλαδή που θα παρέχει ποιοτικές ευκαιρίες επανακατάρτισης και αναβάθμισης δεξιοτήτων – προϋποθέτει μια σειρά παρεμβάσεων πολιτικής. Ο ΣΕΒ προτείνει τη θεσμοθέτηση ενός ενιαίου και εξωστρεφούς συστήματος παροχής υπηρεσιών ΣΕΚ, το οποίο θα διακρίνεται από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
-Συνεργασία, συντονισμό και αποτελεσματικότητα όλων των εμπλεκόμενων φορέων, κυβερνητικών, κοινωνικών εταίρων και επιχειρήσεων
-Σύνδεση των προγραμμάτων σπουδών παραγωγής και αναβάθμισης δεξιοτήτων, και επανακατάρτισης, με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας
-Χρήση σύγχρονων εκπαιδευτικών μεθόδων και τεχνικών που αξιοποιούν ψηφιακά μέσα και προωθούν τη μάθηση με βάση την εργασία (πρακτική άσκηση, μαθητεία κλπ.),
-Επιλογή και εκπαίδευση κατάλληλων εκπαιδευτών που διαθέτουν επαγγελματική εμπειρία,
-Διασφάλιση της ποιότητας των εισροών και των εκροών της ΣΕΚ μέσω της υιοθέτησης διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων ποιότητας και πιστοποιήσεων που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις που παράγουν αγαθά και υπηρεσίες στην Ελλάδα να απασχολούν ανθρώπινο δυναμικό με πιστοποιημένες γνώσεις και δεξιότητες όπως απαιτεί η ένταξη σε διεθνείς αλυσίδες αξίας,
-Διαρκής αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς του συστήματος παροχής υπηρεσιών κατάρτισης.
Διαβάστε εδώ το Special Report
Δείτε εδώ το Infographic