Βιώσιμη χρηματοδότηση: η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει τεχνικά κριτήρια για την προώθηση πράσινων επενδύσεων
Η μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 απαιτεί την πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων που καλύπτουν σχεδόν όλο το φάσμα των οικονομικών δραστηριοτήτων της ελληνικής και ευρωπαϊκής οικονομίας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η επίτευξη των αναθεωρημένων κλιματικών στόχων για το 2030 (μείωση κατά τουλάχιστον 55% των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου μέχρι το 2030) προϋποθέτει επιπρόσθετες ετήσιες επενδύσεις της τάξης των € 350 δις μόνο στο ενεργειακό σύστημα για την επόμενη δεκαετία (2021-2030) σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία (2011-2020).
Η σημαντική κινητοποίηση δημοσίων πόρων μέσω των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα παίξουν αναμφισβήτητα σημαντικό ρόλο με δεδομένο ότι οι κυβερνήσεις είναι υποχρεωμένες να διαθέσουν τουλάχιστον 37% των πόρων για την πράσινη μετάβαση. Ωστόσο, είναι εξίσου ξεκάθαρο ότι χωρίς τη συμβολή του ιδιωτικού χρηματοοικονομικού τομέα, είναι πρακτικά αδύνατο να γεφυρωθεί το χρηματοδοτικό κενό που υπάρχει για να καταστεί πραγματικότητα η κλιματική ουδετερότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΕ παρουσίασε στις 21 Απριλίου την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σχετικά με την ταξινομία της ΕΕ για το κλίμα που αποσκοπεί στη δημιουργία μίας ενιαίας «τεχνικής γλώσσας» βάσει της οποίας επενδυτές θα μπορούν να αξιολογούν αν κατά πόσο, οι δραστηριότητές τους συνεισφέρουν ή όχι στη βιώσιμη ανάπτυξη. Σε πρώτη φάση, η ταξινομία καλύπτει 13 οικονομικές δραστηριότητες οι οποίες μαζί, αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 80% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) στην ΕΕ συμπεριλαμβανομένων της ενέργειας, μεταποίησης και κτιρίων.
Παρότι η θέσπιση κριτηρίων για την ταξινομία είχε σχεδιαστεί καταρχήν ως μία τεχνική άσκηση που είχε ανατεθεί σε μία ομάδα εμπειρογνωμόνων (Sustainable Finance Platform), η τελική υιοθέτησή τους υπήρξε εν τέλει αντικείμενο μεγάλης πολιτικής αντιπαράθεσης. Ένα από τα μεγάλα πολιτικά ζητήματα που προέκυψε είναι η συμπερίληψη ή μη του φυσικού αερίου στην ταξινομία ως καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Παρότι το φυσικό αέριο αποτελεί μεταβατικό καύσιμο για πολλά κράτη μέλη, η πρόταση της Επιτροπής ουσιαστικά θα οδηγούσε σε μία κατάσταση όπου ακόμα και πιο ενεργειακά προηγμένες μονάδες φυσικού αερίου στην ΕΕ θα χαρακτηρίζονταν ως οικονομική δραστηριότητα που βλάπτει σοβαρά το περιβάλλον. Ως εκ τούτου, και ύστερα από έντονες πιέσεις από πολλά κράτη μέλη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε σε πρώτη φάση να μην συμπεριλάβει το φυσικό αέριο (καθώς και την πυρηνική ενέργεια) στην πρώτη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σχετικά με την ταξινομία και δεσμεύεται να επανέλθει εντός του έτους με καινούργιες προτάσεις ως προς το πώς θα μπορούσαν οι συγκεκριμένες επενδύσεις να συμπεριληφθούν στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα.
Δεύτερο σημείο πολιτικής αντιπαράθεσης ήταν η συμπερίληψη της δασοκομίας και της βιοενέργειας στην ταξινομία, μια οικονομική δραστηριότητα που βασίζεται στην βιομηχανική υλοτομία και την καύση δέντρων και καλλιεργειών για την παραγωγή ενέργειας. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, έξι πράσινες ΜΚΟ αποφάσισαν να αναστείλουν τη συμμετοχή τους στην ομάδα εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με ορισμένες εξ αυτών να δηλώνουν ότι πλέον θα στηρίξουν ανοιχτά την απόρριψη της ταξινομίας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έχει 4 μήνες να εξετάσει τον εν λόγω φάκελο.
Στις 14 Ιουλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να δημοσιοποιήσει το πακέτο Fit for 55 που θα συμπεριλαμβάνει προτάσεις για αναμόρφωση κομβικών νόμων (π.χ. το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Ρύπων) ώστε να μπορεί η ΕΕ να πετύχει μείωση κατά τουλάχιστον 55% των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου μέχρι το 2030. Όπως έχουν επανειλημμένα τονίσει οι εργοδοτικοί φορείς, σημασία δεν έχει ο στόχος καθαυτός αλλά το πώς θα τον επιτύχεις.
Η πολιτικές αντιπαραθέσεις σχετικά με την ταξινομία δίνουν μία πρόγευση ως προς τον βαθμό δυσκολίας εξεύρεσης συμβιβαστικών λύσεων όταν πηγαίνουμε από το θεωρητικό στο πρακτικό επίπεδο. Αυτό που απαιτείται τώρα από όλες τις πλευρές είναι υπευθυνότητα ώστε η ΕΕ να μπορεί να βγει συνολικά από αυτόν τον αγώνα πρωτοπόρος στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και με ακμάζουσα και ανταγωνιστική βιομηχανία.