Ομιλία του Εκτελεστικού Αντιπροέδρου του ΣΕΒ, κ. Κωνσταντίνου Μπίτσιου, στην Ετήσια Συνέλευση του Συνδέσμου Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών
Κυρίες και κύριοι,
Εκ μέρους του Προέδρου και του Διοικητικού Συμβουλίου του ΣΕΒ, χαιρετίζω τη σημερινή ετήσια Γενική σας Συνέλευση.
Κύριε Πρόεδρε, θέλω να σας συγχαρώ θερμά γιατί διαχρονικά και ιδιαίτερα σε αυτή τη δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας, είστε ένας σημαντικός και αξιόπιστος σύμμαχος του ΣΕΒ στην προώθηση των κοινών μας στόχων.
Ο Σύνδεσμος Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, είναι ένας δυναμικός, αναπτυξιακός φορέας για την ευρύτερη περιοχή.
Η κρίση μπήκε απότομα στο ελληνικό λεξιλόγιο το 2009.
Μια κρίση με τόση ορμή, που διέκοψε την κανονικότητα, προκαλεί φτώχια, δυστυχία, ανασφάλεια, ανατρέπει τις σταθερές μας.
Μέσα από την κρίση, όμως, αναδύονται ευκαιρίες που οδηγούν σε μετασχηματισμούς.
Αρκεί να το θέλουμε και να το επιδιώκουμε
Υπάρχει ένας διεθνής δείκτης του Geert Hofstede, που μετρά το μέγεθος της απειλής που αισθάνονται οι κοινωνίες από ασαφείς ή από άγνωστες καταστάσεις.
Από τον τρόπο δηλαδή που αντιμετωπίζουν την αλλαγή, το καινούργιο.
Οι χώρες με υψηλή βαθμολογία σε αυτόν το δείκτη, είναι αυτές που αποφεύγουν το καινούργιο είναι, όμως, και αυτές με τη μεγαλύτερη γραφειοκρατία και τις χαμηλότερες επιδόσεις στην καινοτομία.
Η γραφειοκρατία, στις χώρες αυτές, διαφυλάσσεται γιατί δημιουργεί μια ψευδαίσθηση ασφάλειας.
Με εκατό βαθμούς, η Ελλάδα έχει την υψηλότερη βαθμολογία παγκοσμίως.
Ίσως, γιατί οι Έλληνες έχουμε κακή πείρα από επαγγελίες για αλλαγές που κατέληξαν αρνητικά.
Για όποια αιτία, όμως, η Ελλάδα έχει εκατό βαθμούς ενώ η Ιρλανδία έχει μόλις τριάντα.
Με λίγα λόγια, η πραγματική αλλαγή για τη χώρα μας, δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Κυρίες και κύριοι,
Η δεύτερη αξιολόγηση φαίνεται ότι κλείνει.
Η ελληνική οικονομία ωστόσο, θα παραμείνει διασωληνωμένη για αρκετά ακόμη χρόνια.
Το κλείσιμο της αξιολόγησης, απομακρύνει την αβεβαιότητα που κρατούσε για μήνες, όμηρο την ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα.
Διασφαλίζει, με σημαντικές θυσίες για τον ελληνικό λαό τη δημοσιονομική πειθαρχία μετά το πέρας του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018 ώστε να μπορέσει η χώρα να βγει στις αγορές με όσο το δυνατόν καλύτερους όρους.
Δεν εξασφαλίζει, όμως, την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.
Δεν ικανοποιεί δηλαδή την καίρια προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση.
Ο ΣΕΒ υποστηρίζει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή δεν μπορεί να επιτευχθεί με συνεχή αύξηση των φόρων.
Πόσο μάλλον, που η πρόσθετη φορολογία πλήττει κάθε φορά τα συνήθη υποζύγια, αυτούς δηλαδή που δηλώνουν τα εισοδήματα τους ενώ οι συστηματικοί φοροφυγάδες αφήνονται στο απυρόβλητο.
Συνεπώς, η δημοσιονομική προσαρμογή απαιτεί άλλο μείγμα πολιτικής και ειδικότερα τη μείωση των δαπανών και την επέκταση της φορολογικής βάσης.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο υποστηρίζουμε ότι κυβέρνηση και θεσμοί θα έπρεπε να δρομολογήσουν άμεσα, από το 2018, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών αντί να τις μεταθέτουν για το 2020.
Η μείωση των φορολογικών συντελεστών πρέπει να προχωρήσει άμεσα.
Δεν υπάρχουν αντοχές μέχρι το 2020!
Πόσο μάλλον δε που η μείωση των φορολογικών συντελεστών και η αύξηση των κοινωνικών δαπανών δηλαδή τα θετικά μέτρα, είναι αβέβαια.
Είναι αβέβαια, γιατί η μείωση επαφίεται στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων δυο ποσοστιαίων μονάδων μεγαλύτερων του στόχου των 3.5% του ΑΕΠ.
Αντιθέτως, η μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων δηλαδή των αρνητικών μέτρων είναι βέβαιη.
Εάν δε υπάρξει υστέρηση από το στόχο, η μείωση του αφορολόγητου θα έρθει ένα χρόνο πιο μπροστά και θα πραγματοποιηθεί μαζί με τις περικοπές συντάξεων το 2019.
Επισημαίνω επίσης, ότι το πρόβλημα του ασφαλιστικού συστήματος παραμένει επί της ουσίας άλυτο, καθώς έχουμε υλοποιήσει άλλη μια ημιτελή ασφαλιστική μεταρρύθμιση που περικόπτει τις συντάξεις με οριζόντιο και αυθαίρετο τρόπο.
Διατηρούνται απαγορευτικά υψηλές ασφαλιστικές εισφορές χωρίς ανταποδοτικές παροχές και δεν επιτρέπεται η ανάπτυξη του δεύτερου και τρίτου ασφαλιστικού πυλώνα όπως γίνεται σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες.
Για τον ΣΕΒ είναι καίριας σημασίας, τα «θετικά μέτρα» που θα αντισταθμίσουν δημοσιονομικά τα «αρνητικά μέτρα», να ενισχύσουν απτά τον ιδιωτικό τομέα.
Να συμβάλουν εκεί που πλήττεται η επιχειρηματικότητα, στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, του μη μισθολογικού κόστους, αλλά και στη μείωση του ενεργειακού κόστους.
Κυρίες και κύριοι,
Με τις λέξεις μπορούμε να κατασκευάσουμε πύργους.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι μία.
Για να σπάσει ο φαύλος κύκλος δημοσιονομικά ελλείμματα – υπερφορολόγηση πρέπει να μεγαλώσει η πίτα.
Πρέπει η χώρα να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά.
Και η ανάπτυξη που απαιτείται δεν θα έρθει ούτε από τον αναπτυξιακό νόμο, ούτε από το ΕΣΠΑ.
Θα έρθει από τον ιδιωτικό τομέα που καλείται να βγάλει την οικονομία από το τέλμα στο πλαίσιο ενός μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης.
Θα έρθει δηλαδή, από εσάς.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις πλήρωσαν βαρύ τίμημα εξαιτίας της πολιτικής και της οικονομικής αβεβαιότητας και των αναταράξεων, που τη διαδέχθηκαν.
Πάντα λέω ότι έχουμε έναν ευλογημένο τόπο με πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα και πολλές λιμνάζουσες αναπτυξιακές δυνατότητες.
Το στοίχημα, είναι απλό.
Η θα εισέλθουμε σε αναπτυξιακή τροχιά και θα εξυγιάνουμε την οικονομία μας ή θα βουλιάζουμε στο τέλμα, φυτοζωώντας.
Η εξυγίανση και η ανάπτυξη της οικονομίας μας δεν μπορεί να εξαρτάται μόνο από Μνημόνια.
Η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει ένα δικό της δραστικό εθνικό σχέδιο, προσαρμοσμένο στις ελληνικές ιδιαιτερότητες.
Ενα σχέδιο που με στοχευμένες παρεμβάσεις θα εξυγιάνει παθογένειες και θα αξιοποιήσει τις πολλές αναπτυξιακές μας δυνατότητες.
Η Ελλάδα για να ανακάμψει από την πολυετή ύφεση χρειάζεται ένα κύμα παραγωγικών επενδύσεων.
Δεδομένης μάλιστα της ανεπάρκειας των εγχώριων αποταμιευτικών πόρων, απαιτείται μαζική εισροή επενδυτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό.
Ο ΣΕΒ, έχει υπολογίσει ότι απαιτούνται περίπου 100 δις ευρώ την επόμενη επταετία για τη βιώσιμη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας και του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.
Υπάρχουν δεκάδες ώριμα επενδυτικά σχέδια, από Έλληνες και ξένους, ύψους δισεκατομμυρίων, που περιμένουν ένα σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον για να υλοποιηθούν.
Περιμένουν την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης.
Και για να γίνω συγκεκριμένος:
– Λιμάνια, μαρίνες, αεροδρόμια, υδατοδρόμια
– Διασύνδεση δικτύων ηλεκτρισμού Ελλάδας – Ιταλίας και ηπειρωτικής Ελλάδας- Κρήτης
– Δίκτυο οπτικών ινών ανοικτής πρόσβασης μέχρι το σπίτι
– Πάρκα εφοδιαστικής αλυσίδας
– Ύδρευση – αποχέτευση – άρδευση – διαχείριση αποβλήτων – επεξεργασία λυμάτων
– Ψηφιακές υπηρεσίες για την εφοδιαστική αλυσίδα, τις επιχειρηματικές συναλλαγές, τη δικαιοσύνη, τα λιμάνια, τα τελωνεία, την πολεοδομία, το κτηματολόγιο, την τράπεζα γης
– Αξιοποίηση ορυκτού πλούτου
– Ανάπλαση αστικών οικιστικών και εμπορικών περιοχών σε παρακμή με την χορήγηση φορολογικών κινήτρων
– Ανάπτυξη της παραθεριστικής κατοικίας, τουριστικών υποδομών εναλλακτικού τουρισμού, οικιστικών χωριών για συνταξιούχους
Βέβαια, δεν φθάνει να έχουμε μεγάλες επενδύσεις.
Ως Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών επιδιώκουμε καλά οργανωμένες επιχειρήσεις, που θα στηρίζουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο στο καλά αμειβόμενο ανθρώπινο δυναμικό, στη διαρκή εκπαίδευσή του και φυσικά στη σύνδεση των μισθών με την παραγωγικότητα της εργασίας.
Σε αυτή τη συγκυρία, το ζητούμενο είναι οι επιχειρήσεις μας να δημιουργήσουν αξία για την ελληνική οικονομία και τη δοκιμαζόμενη ελληνική κοινωνία.
Πρέπει να ενισχύσουμε τη βιομηχανία μας και ιδίως τις μεταποιητικές βιομηχανίες.
Πρέπει να ενισχύσουμε την παραγωγή εμπορεύσιμων και διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων.
Κυρίες και κύριοι
Για να βγει η χώρα από την κρίση, δεν αρκεί η πολιτική και οικονομική σταθερότητα.
Αυτή είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη.
Ικανή συνθήκη για να εισέλθει η χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά, είναι να απαλλαγούμε από ιδεολογικές προκαταλήψεις, γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, νομικά εμπόδια και πολιτική αβελτηρία.
Μόνον έτσι θα αποδειχθεί ότι τα κάθε είδους υφιστάμενα αντικίνητρα ζυγίζουν πολύ λιγότερο από τις επιχειρηματικές ευκαιρίες.
Τα κίνητρα που απαιτούνται και τα αντικίνητρα που πρέπει να εξαλειφθούν είναι γνωστά.
Αντικίνητρα είναι μεταξύ άλλων, η ατελής λειτουργία των ενεργειακών αγορών και δικτύων, τα γραφειοκρατικά εμπόδια, η έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού, οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης και η φοροδιαφυγή που στρεβλώνει τον ανταγωνισμό.
Η κρίση, συσσώρευσε οικονομικά και κοινωνικά ερείπια. Ταυτοχρόνως, όμως, υποχρεώνει όλους μας να αναστοχαστούμε για τον τρόπο που λειτουργούσαμε.
Αυτό που απαιτείται, είναι να γυρίσουμε μια νέα σελίδα και να συμφωνήσουμε στα βασικά που πρέπει να αποτελούν την πυξίδα για μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.
Ποια είναι αυτά;
Ο ΣΕΒ έχει συγκεκριμένο όραμα και συγκεκριμένες προτάσεις για τη χώρα.
Θέλουμε μια ανοιχτή, κοινωνικά υπεύθυνη και οικονομικά ισχυρή χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προτάσσει την ανάπτυξη ως παράγοντα κοινωνικής συνοχής.
Θέλουμε να γίνει η Ελλάδα ένα δυναμικό κέντρο της ευρωπαϊκής περιφέρειας, με στέρεους θεσμούς, ελκυστικό κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον, που προάγει τις εξαγωγές, την καινοτόμο επιχειρηματικότητα, την παραγωγή και τις ποιοτικές υπηρεσίες, τη βιώσιμη ανάπτυξη, τη γνώση, τη συνοχή, τις ίσες ευκαιρίες και το κράτος δικαίου.
Η πολυπόθητη «στροφή» προς το μέλλον απαιτεί από όλους περισσότερη ευθύνη, εξωστρέφεια και κινητοποίηση.
Οι κυβερνήσεις και οι αρμόδιοι υπουργοί πρέπει να συνεργάζονται αρμονικά με την επιχειρηματικότητα.
Να ακούν και να υλοποιούν τα μηνύματα και τις προτάσεις των επιχειρήσεων που προάγουν τη γενική ευημερία.
Διάλογο και συναίνεση και όχι παράλληλους μονολόγους.
Χρειαζόμαστε αποτελέσματα αντί για υποσχέσεις.
Πρέπει να συγκρουστούμε με παλιές νοοτροπίες, να δημιουργήσουμε οικονομικές συνέργιες, να κοιτάξουμε έξω από τα γνώριμα λημέρια μας.
Να εγκαταλείψουμε ιδεοληψίες, βεβαιότητες και ευκολίες.
Να προσανατολιστούμε σε πιο υγιείς και στέρεες επιλογές.
Αυτό μας αφορά όλους, το πολιτικό σύστημα, τους κρατικούς μηχανισμούς, τα συνδικάτα, την επιχειρηματική κοινότητα.
Όσοι εκτιμούν ότι η κρίση είναι μια δυσάρεστη παρένθεση αυταπατώνται.
Η πολιτική δημιουργίας ελλειμμάτων για να διατηρηθεί ένα επίπεδο ευημερίας έχει οριστικά τελειώσει.
Όπως άλλωστε έχει τελειώσει και το εύκολο χρήμα.
Η κρίση έχει επιφέρει πολλαπλά τραύματα στην οικονομία και στην κοινωνία.
Η προσπάθεια για ανοδική πορεία θα λάβει χώρα σε πολύ πιο δυσμενείς συνθήκες σε σύγκριση με το παρελθόν.
Δεν υπάρχει, όμως, άλλος δρόμος.
Για να το θέσω αλλιώς, ο άλλος δρόμος είναι πολύ πιο αβέβαιος και πολύ πιο επώδυνος.
Η διεθνής εμπειρία είναι γεμάτη από παραδείγματα ρηξικέλευθων και καινοτόμων παρεμβάσεων που σηματοδότησαν σημεία καμπής και παραγωγικής επανεκκίνησης στην οικονομική ιστορία πολλών κρατών.
Αυτός είναι ο δρόμος που ακολουθούν όλοι οι ανταγωνιστές μας.
Τώρα είναι η ευκαιρία.
Τώρα πρέπει να δούμε πράξεις.
Το στοίχημα παραμένει κρίσιμο αλλά και ζητούμενο.
Σας ευχαριστώ.