Σημεία Ομιλίας Προέδρου ΣΕΒ στο digital economy forum του ΣΕΠΕ
Είναι δύσκολο να μιλά κανείς για το επιχειρείν και τις προοπτικές του στην Ελλάδα, την τελευταία εξαετία. Είναι γεγονός ότι η μακρά διάρκεια της περιπέτειας που ζούμε και η αβεβαιότητα που γεννά, δεν μας επιτρέπει να κάνουμε μεσο-μακροπρόθεσμα σχέδια.
Σε κανονικές συνθήκες, θα μπορούσαμε να οραματιζόμαστε, να σχεδιάζουμε, να προγραμματίζουμε την είσοδο των ελληνικών επιχειρήσεων στις προκλήσεις της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται η ανατροπή που φέρνει η ψηφιακή τεχνολογία.
Για τη χώρα μας όμως, τα περισσότερα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας είναι προ-βιομηχανικά. Λείπουν τα βασικά θεμέλια μιας κανονικής ευρωπαϊκής χώρας που θέλει να έχει μια παραγωγική και εξωστρεφή οικονομία. Πρόκειται δηλαδή, για τις βασικές μεταρρυθμίσεις που αρνούμαστε ή καθυστερούμε να υλοποιήσουμε.
Στον ΣΕΒ θεωρούμε ότι δεν υπάρχει χρόνος για πολιτικούς τακτικισμούς και καθυστερήσεις. Βρισκόμαστε μέσα στην τέλεια καταιγίδα, όπου κάθε απροθυμία να πάμε παρακάτω, προσθέτει περισσότερα προβλήματα στην πορεία. Και αυτά τα προβλήματα τα πληρώνουν οι εργαζόμενοι, οι μισθωτοί, οι επιχειρήσεις, οι συνταξιούχοι: με νέους φόρους, περισσότερες εισφορές, capital controls και περικοπές στις συντάξεις. Με λίγα λόγια, δεν αντέχουμε άλλη μια περιπέτεια. Ούτε εμείς, ούτε η Ευρώπη.
Πριν από λίγες ημέρες βρισκόμουν στις Βρυξέλλες με αντιπροσωπεία του ΣΕΒ, όπου συναντήσαμε Ευρωπαίους αξιωματούχους. Ανάμεσά τους και τον αντιπρόεδρο της Επιτροπής και επίτροπο για την Ενιαία Ψηφιακή Αγορά, ο κ. Ανσιπ, πρώην Πρωθυπουργό της Εσθονίας, μιας χώρας-πρωτοπόρου στην ψηφιακή οικονομία αλλά και στις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες. Οι Εσθονοί βρέθηκαν, επί δεκαετίες, σε πολύ χειρότερη κατάσταση από τη σημερινή Ελλάδα. Απελευθερωμένοι πριν 25 χρόνια, από τη σκληρή Σοβιετική γραφειοκρατία και την κρατικά σχεδιασμένη οικονομία, αποφάσισαν, αντί να επιβάλλουν φόρους που θα εξόντωναν την οικονομία τους, «να κόψουν (κυριολεκτικά) δρόμο», ψηφιοποιώντας τις συναλλαγές του πολίτη με το Δημόσιο και δίνοντας κίνητρα σε πολίτες και επιχειρήσεις να συναλλάσσονται, με διαφάνεια. Αυτή η στροφή συνδυάστηκε προφανώς με μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο, κίνητρα στις επιχειρήσεις να εκσυγχρονιστούν και επενδύσεις στους τομείς τεχνολογιών πληροφορικής.
Παγκόσμια στο χώρο της μεταποίησης συντελείται μία σημαντική αλλαγή. Η «Βιομηχανία 4.0» (Industry 4.0), όπως αποκαλείται, είναι η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση: μία ψηφιακή επανάσταση που φτιάχνει το έξυπνο εργοστάσιο, διασυνδέει τις μονάδες παραγωγής με τους προμηθευτές και πελάτες και καταλύει τις επιχειρήσεις-νησίδες.
Έτσι μία μονάδα δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει μόνη της, αποκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά είναι οργανικά συνδεδεμένη σε μία μεγάλη και ευέλικτη αλυσίδα αξίας. Η επανάσταση αυτή επηρεάζει τις επιχειρήσεις, όλων των μεγεθών και είναι μία ευκαιρία για την ελληνική βιομηχανία να κάνει ένα άλμα εμπρός, να αποκτήσει ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και να προσφέρει προϊόντα με υψηλότερη προστιθέμενη αξία. Η νέα βιομηχανική πολιτική, την οποία χρειάζεται η χώρα, θα πρέπει να έχει ως ακρογωνιαίο λίθο την ταχεία μετάβαση των επιχειρήσεων σε αυτή τη νέα βιομηχανική εποχή.
Ένα ακόμη στοιχείο που αφορά στις επιχειρήσεις είναι οι εξαγορές και συγχωνεύσεις εταιριών που παγκοσμίως σημείωσαν σημαντική αύξηση το 2014, για πρώτη φορά μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Η τάση συνεχίστηκε και το 2015. Ένας σημαντικός λόγος για αυτές τις συγχωνεύσεις ήταν η τεχνολογία, που παίζει έναν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο. Το μεγάλωμα φαίνεται να αποτελεί όρο επιβίωσης, για όλα τα μεγέθη επιχειρήσεων, σε όλο τον κόσμο.
Στην Ευρώπη ειδικότερα γίνεται πολύς λόγος για την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά, έναν μετασχηματισμό της Ευρώπης με πολύ πιεστικό χρονοδιάγραμμα που θα αλλάξει το τοπίο και δεν θα αφήσει κανέναν ανεπηρέαστο. Ειδικά οι μικρές χώρες, από αυτό το άνοιγμα των αγορών, μπορούν να βρεθούν σε δυσχερέστερη θέση αν οι επιχειρήσεις τους δεν προετοιμαστούν για την μετάβαση στο ψηφιακό επιχειρείν. Η εξωστρέφεια των επιχειρήσεων γίνεται μία αναγκαία, αν και όχι πάντα ικανή, συνθήκη επιβίωσης.
Πού βρίσκεται η Ελλάδα απέναντι σε όλες αυτές τις προκλήσεις;
Είμαστε (σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της ΕΕ) στην ομάδα κρατών-μελών ΕΕ που έχει μείνει πίσω στην ψηφιοποίηση της οικονομίας. Και όχι μόνον αυτό, αλλά η διαφορά σε αυτή την ομάδα μεγαλώνει.
Να σας δώσω μερικά παραδείγματα:
Στην Κύπρο ο τζίρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από το e-commerce, ισοδυναμεί με 7,3% του συνολικού τους τζίρου.
Στην Πορτογαλία (στις επιχειρήσεις με περισσότερους από 10 υπαλλήλους) ο τζίρος της ηλεκτρονικής τιμολόγησης αγγίζει το 13% .
Στην Εσθονία, την πρωταθλήτρια των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών, η νέα γενιά fiber συνδέει το 86% των νοικοκυριών.
Τα αντίστοιχα νούμερα για την Ελλάδα:
Ο τζίρος του e-commerce ισοδυναμεί με 1,2% του συνολικού τζίρου, τελευταίοι στην ΕΕ.
Ο τζίρος ηλεκτρονικής τιμολόγησης (πάλι στις επιχειρήσεις με πάνω από 10 υπαλλήλους), αγγίζει το 4.1 % τελευταίοι στην ΕΕ.
Το ίδιο και στο New Generation Access (fiber), όπου αφορά μόνο στο 36% των νοικοκυριών – και πάλι ουραγοί στην ΕΕ.
Υπάρχει προφανώς πρόβλημα πολιτικών και νοοτροπίας.
Ειδικά η δεύτερη, εμποδίζει πολλές επιχειρήσεις στο να προχωρήσουν μπροστά. Μάλλον θεωρούν ότι το πέρασμά τους στην ψηφιακή εποχή μπορεί να περιμένει. Αυτή είναι μεγάλη παγίδα που οδηγεί σε ένα φαύλο κύκλο και σε οικονομία δύο ταχυτήτων.
Για να μπορέσουν όμως αυτές οι επιχειρήσεις να επενδύσουν στο ψηφιακό τους μέλλον, θα πρέπει να έχουν ισχυρά κίνητρα. Και δεν μιλάμε για επιδοτήσεις, αλλά για φορολογικό πλεονέκτημα. Κέρδη τα οποία επανεπενδύονται δεν μπορεί να φορολογούνται βαριά. Πρέπει να εστιάσουμε στην επιβράβευση της οικονομικής απόδοσης που παράγει νέα κέρδη και θέσεις εργασίας, που με τη σειρά τους παράγουν νέα έσοδα για το κράτος.
Επίσης, οι νέες επιχειρήσεις είναι πιο πιθανό να ξεκινήσουν τις δραστηριότητές τους συμμετέχοντας ενεργά στην ψηφιακή οικονομία.
Έχουμε προτείνει οι νεοφυείς επιχειρήσεις, ειδικά με καινοτομικές δραστηριότητες, καθώς και οι χρηματοδότες τους, να έχουν φορολογικά κίνητρα όπως αυξημένη δυνατότητα έκπτωσης δαπανών και δυνατότητα μεταφοράς των ζημιών τους για 10 έτη. Το ταλέντο δεν πρέπει να υπόκειται σε φορολογική αφαίμαξη, προκειμένου να μπορεί να δημιουργήσει.
Πρόσφατα, στον διαγωνισμό «Η Ελλάδα Καινοτομεί!», που διοργανώνουν ο ΣΕΒ και η Eurobank, ξεχωρίσαμε και βραβεύσαμε τις καλύτερες προτάσεις έρευνας και καινοτομίας. Και διαπιστώσαμε ότι και καλές ιδέες και πολύ ταλέντο υπάρχουν και ότι οι νέοι διψούν να φτιάξουν κάτι καινούργιο και να το δουν να γίνεται μία πραγματική επιχείρηση.
Γιατί ο πραγματικά πολύτιμος πόρος της οικονομίας μας είναι το έμψυχο δυναμικό μας. Είναι επιτακτική προτεραιότητα να έχουμε, ιδιαίτερα τώρα στη νέα χρηματοδοτική περίοδο, ένα αποτελεσματικό και ευέλικτο σχέδιο για να εφοδιάσουμε τους εργαζόμενους και τα στελέχη σε όλα τα επίπεδα της επιχείρησης με τις νέες ψηφιακές δεξιότητες.
Σε αυτήν την εξίσωση, μεταξύ επιχειρήσεων και των προκλήσεων της νέας ψηφιακής οικονομίας, υπάρχει μια σημαντική μεταβλητή: το κράτος. Τι θα μπορούσε να κάνει το κράτος;
Καταρχήν το αυτονόητο: μια ολοκληρωμένη εθνική πολιτική για την ψηφιακή σύγκλιση και την ψηφιακή οικονομία. Γιατί η τεχνογνωσία είναι διάσπαρτη και δεν κεφαλαιοποιείται από το κράτος και τις επιχειρήσεις.
Στην Ελλάδα, σκεφτόμαστε πώς θα δημιουργήσουμε δομές που θα απορροφούν και θα μοιράζουν πόρους σε έργα, χωρίς να υπάρχει ένας φορέας ή μια αρχή που θα θέτει στόχους για τη χρήση των ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος, την κοινωνία και την αγορά. Σκεφτόμαστε δηλαδή πώς θα μοιράσουμε τα χρήματα του ΕΣΠΑ, όχι πώς θα μετασχηματίσουμε την οικονομία. Για αυτό και έχουμε πει ως ΣΕΒ ότι η Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής πρέπει να είναι κάτι ευρύτερο κι΄ οριζόντιο και να αποκτήσει αρμοδιότητα και στην ιδιωτική οικονομία.
Θα μπορούσαμε επίσης να αλλάξουμε προσανατολισμό σε δημόσιες δαπάνες και να εξοικονομήσουμε δις ευρώ, ωθώντας παράλληλα τις επιχειρήσεις μας στην εξαγωγή τεχνογνωσίας. Υπάρχουν επιχειρήσεις που μπορούν να εκσυγχρονίσουν και να αναβαθμίσουν το κράτος και τις υπηρεσίες του, όπως τη λειτουργία των δημόσιων προμηθειών, των νοσοκομείων, την ηλεκτρονική δικαιοσύνη και αυτές οι επιχειρήσεις να δημιουργήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τη χώρα.
Επιπλέον, στο ΣΕΒ επιμένουμε σθεναρά και για πολύ καιρό στην καθολική υιοθέτηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και πιστεύουμε ότι σε ορισμένους τομείς, όπως της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, πρέπει να γίνει υποχρεωτική. Πέρα από την πάταξη της φοροδιαφυγής, πιστεύουμε ότι τα οφέλη των ηλεκτρονικών συναλλαγών για τις επιχειρήσεις είναι σημαντικά: γίνονται πιο ευέλικτες και εξωστρεφείς, αποκτούν πιο εξελιγμένες διαδικασίες εφοδιαστικής αλυσίδας και μπορούν να επικοινωνούν και να συνεργάζονται με άλλες επιχειρήσεις πολύ πιο αποτελεσματικά. Έτσι προσαρμόζουν ευκολότερα το επιχειρηματικό τους μοντέλο, γίνονται πιο ανταγωνιστικές , μπαίνουν σε νέες αγορές και ανοίγουν νέα κανάλια διανομής.
Το κράτος επίσης είναι υπεύθυνο για την διατήρηση και την αύξηση της διαφάνειας, η οποία είναι το οξυγόνο για το υγιές επιχειρείν. Πρακτικές όπως η «Διαύγεια», και οι ηλεκτρονικές προμήθειες του κράτους πρέπει να αναπτυχθούν ακόμη περισσότερο και να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του ψηφιακού επιχειρείν.
Στην πορεία του ψηφιακού μετασχηματισμού το κράτος μπορεί να παίξει έναν ακόμη σημαντικό ρόλο. Μπορεί να διαθέσει δεδομένα στην αγορά για την εμπορική τους αξιοποίηση, όπου εξειδικευμένοι πάροχοι μπορούν να τα αναλύσουν και να προσφέρουν υπηρεσίες προστιθεμένης αξίας σε επιχειρήσεις και πολίτες. Ο πρόσφατος νόμος για την πρόσβαση κάθε πολίτη στη δημόσια πληροφορία είναι ευκαιρία για τις δημόσιες υπηρεσίες να δημιουργήσουν αποθετήρια πληροφοριών για κάθε είδους χρήση από τους ενδιαφερόμενους.
Το τοπίο αλλάζει μπροστά στα μάτια μας. Σήμερα, η ψηφιακή επανάσταση αλλάζει τις δομές, τις νοοτροπίες αλλά και τις ιεραρχίες που γνωρίζαμε. Χώρες όπως η Ινδία ή η Νότια Κορέα ενσωματώνουν την τεχνολογική καινοτομία ως μέσο κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, ενώ αντίθετα, ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ελλάδα, κινδυνεύουν να μείνουν ουραγοί σε έναν κόσμο που διαρκώς δικτυώνεται.
Η πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν, στοιχεία της οποίας σας ανέφερα προηγουμένως, δείχνει το μεγάλο ψηφιακό χάσμα που υπάρχει στην Ελλάδα, ανάμεσα στους νέους και στους μεγαλύτερους. Ταυτόχρονα μελέτες δείχνουν ότι η επέλαση της 4ης βιομηχανικής επανάστασης δεν θα ανοίξει μόνο παράθυρα ευκαιρίας για δεξιότητες και εργασία, αλλά θα καταργήσει μη ειδικευμένες θέσεις, κλονίζοντας τα κοινωνικά συμβόλαια σε αρκετές χώρες.
Η πρόκληση για τα οργανωμένα κράτη και τις επιχειρήσεις είναι να δώσουν έμφαση στην κατάρτιση και στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων, όσων κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους από τα ρομπότ, τους σένσορες, τα λοτζίστικς, τους τρισδιάστατους εκτυπωτές.
Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε περισσότερες επενδύσεις σε δίκτυα, για να κλείσουμε το ψηφιακό χάσμα και να παρέχουμε καλύτερες υπηρεσίες στις επιχειρήσεις και στους πολίτες. Επενδύσεις στην εκπαίδευση, ώστε να υπάρχει σταθερό υπόβαθρο έρευνας και προόδου στους κλάδους. Επενδύσεις στην ιδιωτική οικονομία, για να πάμε μπροστά και να αξιοποιήσουμε και να κρατήσουμε το πολύτιμο ταλέντο στην Ελλάδα. Κίνητρα και προϋποθέσεις για την μεγέθυνση των επιχειρήσεων. Χρειαζόμαστε επίσης μια νέα σχέση μεταξύ κράτους-πολιτών, αλλά και κράτους-επιχειρήσεων, με διαφάνεια και ηλεκτρονική διακυβέρνηση δεύτερης γενιάς, όπου κάθε πολίτης και κάθε επιχείρηση θα έχει στη διάθεσή του ένα φάσμα πληροφοριών και υπηρεσιών προσαρμοσμένων στις ανάγκες του.
Η κοινωνία και η οικονομία μας επιβάλλεται να αλλάξουν γοργά. Ο αποτελεσματικός ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους και των επιχειρήσεων της χώρας, βάσει σχεδίου, θα βελτιώσει το επιχειρηματικό μας περιβάλλον και θα συμβάλει ουσιαστικά στην πολυπόθητη ανάκαμψη της οικονομίας.