1907
Η ίδρυση του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων και Βιοτεχνών
Στις 29 Ιανουαρίου 1907 υπογράφεται η ιδρυτική πράξη του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων και Βιοτεχνών (ΣΕΒΒ) από περίπου 200 μέλη του βιομηχανικού και του βιοτεχνικού κόσμου της Αθήνας και του Πειραιά. Τα πιο γνωστά ονόματα της ελληνικής βιομηχανίας –που επιχειρούσε τότε τα πρώτα, σημαντικά της βήματα– μετείχαν στη διοίκηση του Συνδέσμου, με πρώτο πρόεδρο τον Μιχαήλ Πολίτη.
Κυρίως δύο συντεταγμένες οδήγησαν –και επιτάχυναν– στη δημιουργία του ΣΕΒΒ: α. η εμφάνιση των εργατικών σωματείων, που έχρηζαν οργανωμένης απάντησης από τους εργοδότες, σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των εργατικών κινητοποιήσεων και διεκδικήσεων β. το ομόθυμο αίτημα του κόσμου των επιχειρήσεων για διαμόρφωση ειδικών θεσμών, με σκοπό την προάσπιση και την προώθηση της αναπτυσσόμενης ελληνικής βιομηχανίας.
Στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, σε μια εποχή καταιγιστικών πολιτικών εξελίξεων και πολεμικών συγκρούσεων, ο ΣΕΒΒ συνέβαλε καθοριστικά στη συγκρότηση του επονομαζόμενου 8ου υπουργείου, του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, το 1910 και στην ψήφιση του νόμου 2948/1922 «περί προαγωγής της βιομηχανίας και βιοτεχνίας», θέτοντας τα θεμέλια και το θεσμικό πλαίσιο για τη μεσοπολεμική βιομηχανική επέκταση και ανάπτυξη.
*Τα κείμενα που φιλοξενούνται στην ενότητα Ορόσημα έχει επιμεληθεί η ιστορικός – συγγραφέας Γεωργία Πανσεληνά.
1914
Η κυκλοφορία της Βιομηχανικής και Βιοτεχνικής Επιθεωρήσεως
Η περιοδική έκδοση του ίδιου του ΣΕΒΒ, η Βιομηχανική και Βιοτεχνική Επιθεώρησις, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Μάιο του 1914, επί προεδρίας Νικόλαου Κανελλόπουλου. Αρχισυντάκτης του περιοδικού ήταν ο τότε διευθυντής του Συνδέσμου, ο Ιωάννης Βαρβαγιάννης.
Όπως αναφέρεται στο πρώτο τεύχος, η Βιομηχανική και Βιοτεχνική Επιθεώρησις «πληρούσα υπάρχον κενόν, σκοπεί την παρακολούθησιν και μελέτην της παγκοσμίου βιομηχανίας και βιοτεχνίας, ως και την εξέλιξιν της εγχωρίου παραγωγικής εργασίας. Ιδιαιτέρως θα ασχολήται εις τα ζητήματα της εργασίας προς διαφώτισιν παντός εργοδότου».
Περιελάμβανε εκτενή αρθρογραφία και τρέχουσα ειδησεογραφία για τα βιομηχανικά και βιοτεχνικά τεκταινόμενα εντός και εκτός συνόρων, ενώ πλήρης ήταν η ενημέρωση για τις πυκνές –την εποχή εκείνη– απεργιακές κινητοποιήσεις. Το μηνιαίο περιοδικό του Συνδέσμου –διμηνιαίο μόνο κατά την περίοδο 1916-1919– συνέχισε ανελλιπώς την έκδοσή του έως τον Απρίλιο του 1929.
1946
Η δημιουργία του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων
Ύστερα από τις σκληρές ημέρες Κατοχής, ο Σύνδεσμος εισέρχεται σε μια νέα εποχή: αποχωρίζεται από τον βιοτεχνικό κόσμο και μετονομάζεται σε Σύνδεσμο Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ). Αυτό το έτος-ορόσημο σηματοδοτεί για τον Σύνδεσμο μια νέα περίοδο δράσης στο πλαίσιο της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης και των σημαντικών αναδιαρθρώσεων της ελληνικής οικονομίας.
Το νέο καταστατικό του προδιέγραφε ακριβώς και τις στοχεύσεις του: «Σκοπός του Συνδέσμου είναι η διά παντός προσφόρου μέσου ενίσχυσις και ανάπτυξις της βιομηχανίας και εν γένει των παραγωγικών εργασιών του τόπου, η αμοιβαία των μελών αυτού υποστήριξις προς προαγωγήν του έργου εκάστου και η διάδοσις των βιομηχανικών και τεχνικών γνώσεων».
Σε αυτήν την εποχή της μεγάλης –και ενίοτε έντονης– δημόσιας συζήτησης για την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, ο ανανεωμένος πλέον ΣΕΒ προχωρά και σε διεύρυνση των υπηρεσιών του (με τη δημιουργία και της μόνιμης Επιτροπής Μελετών και Στατιστικής), υιοθετώντας παράλληλα μια νέα στρατηγική εξωστρέφειας. Δημοσίευσε μία σειρά ειδικών, εμπεριστατωμένων μελετών και εκδόσεων τη μεταπολεμική περίοδο, ενώ ακριβώς το έτος που διαχωρίστηκε από τη βιοτεχνία για πρώτη φορά εξέδωσε τον έντυπο ετήσιο απολογισμό του, μαζί με την ετήσια ανασκόπηση της ελληνικής βιομηχανίας – μια πρακτική που συνεχίζει αδιάλειπτα, σε διάφορες μορφές, έως σήμερα.
1954
Η Στέγη της Βιομηχανίας
Από την ίδρυσή του και επί σχεδόν μία 50ετία, ο ΣΕΒ μετακινήθηκε (ή/και φιλοξενήθηκε) σε πολλές στέγες της πρωτεύουσας: από την πλατεία Κάνιγγος στη Βιομηχανική και Εμπορική Ακαδημία του Όθωνα Ρουσόπουλου (1908-1910) στη στοά Χρηματιστηρίου (1911-1914)∙ από τη φιλοξενία της Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων επί της οδού Σταδίου (1915-1916) στο κατάστημα των αδελφών Μαντζούνη στη συμβολή των οδών Νίκης και Μητροπόλεως (1941), όταν επιτάχθηκαν τα γραφεία του ΣΕΒ από τις αρχές Κατοχής, αλλά και στην οδό Αμερικής στο Μέγαρο ΕΒΕΑ για μεγάλο χρονικό διάστημα (1927-1934 και 1945-1954).
Ωστόσο, το 1954 σήμανε για τον Σύνδεσμο το τέλος των περιπλανήσεων στο αθηναϊκό κέντρο. Η Στέγη της Βιομηχανίας, ένα ιδιόκτητο μέγαρο στην οδό Ξενοφώντος 5, παραδίδεται στον ΣΕΒ στο τέλος του χρόνου. Σε αυτό το κτήριο που επιβαλλόταν «εις τον επισκέπτην ευθύς από της εισόδου του» πραγματοποιήθηκε μέσα σε πανηγυρικό κλίμα η πρώτη γενική συνέλευση του Συνδέσμου σε ιδιόκτητη στέγη (15 Μαρτίου 1955).
Ο παλαίμαχος βιομήχανος και πρώτος επίτιμος πρόεδρος του ΣΕΒ, ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος, δήλωσε εκείνη την ημέρα: «Ηγωνίσθημεν τόσα έτη για το καλόν της βιομηχανίας και την ανάπτυξίν της, επίσης ηγωνίσθημεν διά να αποκτήσωμεν εστίαν και σήμερον την βλέπω αυτήν την εστίαν πραγματοποιηθείσαν».
1962
Το “Δελτίον Πληροφοριών ΣΕΒ” και το Γραφείο Τύπου
Η σταθερή, έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση των μελών της επιχειρηματικής κοινότητας, καθώς και η προς τα έξω προβολή των απόψεων της ελληνικής βιομηχανίας, υπήρξαν από τις βασικές προτεραιότητες του Συνδέσμου ήδη από την εποχή της συγκρότησής του. Ιδίως ύστερα από την υπογραφή της Συμφωνίας των Αθηνών το 1961 και την ευθυγράμμιση της χώρας με την ευρωπαϊκή προοπτική, ο ΣΕΒ προχώρησε στην αναβάθμιση και στη συστηματική έκδοση του 15νθήμερου Δελτίου Πληροφοριών τον Ιούλιο του 1962. Το Δελτίον, που κυκλοφορούσε σε 2.000 αντίτυπα, περιελάμβανε και ειδικές μπλε σελίδες με αποκλειστική ειδησεογραφία από την Κοινή Αγορά.
Με την πάροδο των χρόνων, το Δελτίον Πληροφοριών συνέχισε να ανανεώνεται και να εμπλουτίζει την ύλη του, ενώ το 1969 μετονομάστηκε σε Δελτίον ΣΕΒ και το 1987 σε Δελτίο ΣΕΒ. Σημειώνεται ότι έναν περίπου χρόνο μετά το Δελτίον Πληροφοριών, συγκεκριμένα τον Σεπτέμβριο του 1963, τέθηκε σε κυκλοφορία και το Δελτίον Ενημερώσεως, μια προσπάθεια πρόσθετης ενημέρωσης του βιομηχανικού κόσμου σχετικά με νόμους, εκθέσεις, επενδύσεις.
Στο πλαίσιο αυτής της «πολιτικής ανοιχτών θυρών» και της ανανέωσης, που χάραξε και σταθερά επεδίωξε ο πρόεδρος του Συνδέσμου της εποχής εκείνης, ο Γεώργιος Δράκος, δημιουργήθηκε το Γραφείο Τύπου του ΣΕΒ το 1962. Με προσανατολισμό στην κοινωνία και στην αποτελεσματικότερη επικοινωνία, το Γραφείο Τύπου ανέλαβε –και εξακολουθεί έως σήμερα– τη δικτύωση και τη συνεργασία με τους οικονομικούς συντάκτες, αλλά και την πληρέστερη προώθηση των θέσεων του Συνδέσμου στο ευρύ κοινό.
1962
Ο ΣΕΒ στη UNICE
«Η σύνδεσίς μας με την ΕΟΚ θέτει ολόκληρον την Ελλάδα ενώπιον των προβλημάτων της», επεσήμανε το 1961 ο τότε πρόεδρος του ΣΕΒ Λεωνίδας Κανελλόπουλος. Πράγματι, η προοπτική ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα λειτούργησε ως καταλύτης στην ελληνική βιομηχανία. Σε αυτήν την εποχή των ραγδαίων αλλαγών και μεταστροφών, ο ΣΕΒ συντονίστηκε με τις επιταγές των καιρών, εγκαινιάζοντας συνεργασίες με αντίστοιχους ευρωπαϊκούς οργανισμούς και προχωρώντας σε πολλαπλές εσωτερικές αναδιοργανώσεις.
Τον Σεπτέμβριο του 1962, ο ΣΕΒ κατέθεσε αίτηση συμμετοχής στην UNICE (Union des Industries de la Communauté Européenne – Ένωση Βιομηχανιών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας). Η UNICE, ένα από τα πλέον σημαντικά συλλογικά όργανα και από τους ισχυρούς παράγοντες διαμόρφωσης της κοινοτικής οικονομικής πολιτικής, δημιουργήθηκε στο πλαίσιο της Κοινής Αγοράς τον Μάρτιο του 1958. Σε έναν μόλις μήνα, τον Οκτώβριο του 1962, η UNICE αναγνώρισε τον ΣΕΒ ως ισότιμο και μόνιμο μέλος της.
Σημειώνεται ότι τρεις πρόεδροι του ΣΕΒ, ο Στέλιος Αργυρός, ο Οδυσσέας Κυριακόπουλος και ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, έχουν αναλάβει την αντιπροεδρία της UNICE – η οποία από το 2007 φέρει την επωνυμία BUSINESSEUROPE.
1967
Το Γραφείο Βρυξελλών
Με την πρόσδεση της χώρας στην Κοινή Αγορά και με την εισδοχή του Συνδέσμου στην UNICE, η έδρα της οποίας βρισκόταν στις Βρυξέλλες, επιτακτική ανάγκη για τον ΣΕΒ ήταν η δημιουργία μόνιμου γραφείου στη βελγική πρωτεύουσα, προκειμένου να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις συζητήσεις και τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή σκηνή και να πραγματοποιεί τις απαραίτητες επαφές.
Οι προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση ξεκίνησαν το 1962, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Δύο χρόνια αργότερα ίδρυσε στις Βρυξέλλες κοινό γραφείο με το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΕΒΕΑ) και τον Εμπορικό Σύλλογο Αθηνών.
Ήταν, όμως, το 1967 επί προεδρίας Δημήτρη Μαρινόπουλου, όταν ο ΣΕΒ απέκτησε το δικό του μόνιμο Γραφείο Βρυξελλών. Ήταν ακριβώς η εποχή που το οδυνηρό πέρασμα της χώρας από τη δικτατορία θα επέφερε και καθυστέρηση στις ενταξιακές διαδικασίες, με τον πρόεδρο του Συνδέσμου να προσπαθεί να διαφυλάξει την ενότητα του βιομηχανικού κόσμου, αλλά και την ακεραιότητα του ΣΕΒ από επεμβάσεις των Απριλιανών στο εσωτερικό του.
1975
Το Βιομηχανικό Συνέδριο και οι Εθνικές Συλλογικές Συμβάσεις
Μία ανάσα πριν από την επιβολή της δικτατορίας, το 1966, ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Μαρινόπουλος είχε οραματιστεί και εξαγγείλει τη διοργάνωση ενός βιομηχανικού συνεδρίου που θα έθετε σε δημόσιο διάλογο όλα τα ζητήματα που απασχολούσαν την ελληνική βιομηχανία. Οι πολιτικές εξελίξεις και η «απομάκρυνσή» του από τον ΣΕΒ ματαίωσαν τους σχεδιασμούς του. Με την επάνοδό του στην προεδρία, το Βιομηχανικό Συνέδριο υλοποιήθηκε εν τέλει τον Φεβρουάριο του 1975, με τη συμμετοχή περίπου 400 συνέδρων. Λίγες ημέρες πριν από τη διεξαγωγή του Συνεδρίου, σύσσωμος ο βιομηχανικός κόσμος προέβη στη Διακήρυξη Ενότητας (Ιανουάριος 1975), εκφράζοντας την απόφασή του να συμμετάσχει ενεργά στην αναπτυξιακή πορεία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.
Βασική επιδίωξη του Συνεδρίου ήταν να προσδιορίσει τους στόχους της ελληνικής βιομηχανίας σε βάθος μιας 25ετίας. Με ζητούμενο την εκβιομηχάνιση της χώρας, επιβάλλονταν θεσμικές αλλαγές όχι μόνο ως προς τη λειτουργία των επιχειρήσεων, αλλά και στο σύνολο του οικονομικού, πολιτικού και κοινωνικού ιστού. Αυτή η θέληση του Συνδέσμου να απευθυνθεί και να συζητήσει με διάφορες κοινωνικές ομάδες συνεχίστηκε και στην κατοπινή διαδρομή του (βιομηχανικά συνέδρια πραγματοποιήθηκαν το 1994 και το 2000).
Παράλληλα όμως με το Βιομηχανικό Συνέδριο, ο Σύνδεσμος ανέλαβε πρωτοβουλία για την επαναλειτουργία του θεσμού των εθνικών συλλογικών συμβάσεων τον Φεβρουάριο του 1975. Εκείνο το διάστημα υπογράφηκαν τρεις συλλογικές συμβάσεις, εκ των οποίων η μία καθιέρωνε για πρώτη φορά την αρχή «της ίσης αμοιβής αρρένων και θηλέων», με όριο ολοκλήρωσής της το 1978.
1975
Το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών
Ακριβώς στη Μεταπολίτευση, σε αυτήν την εποχή των προσδοκιών και των απαιτήσεων για μια πιο ευοίωνη οικονομική προοπτική και με τις ενταξιακές διαδικασίες να επιταχύνονται, ο ΣΕΒ αποδείχτηκε ιδιαίτερα δραστήριος και δυναμικός. Συστηματικά προχώρησε στον εκσυγχρονισμό του και στην αναδιοργάνωση των υπηρεσιών του, σύμφωνα με ευρωπαϊκά πρότυπα. Ωστόσο, σταθμός στην ιστορία του θεωρείται η ίδρυση του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) το 1975.
Αυτή η πρωτοβουλία του, σε συνεργασία με άλλους φορείς, για τη συγκρότηση του ΙΟΒΕ υπήρξε το επιστέγασμα της σταθερής αντίληψης και πίστης του ΣΕΒ στην ανεξάρτητη επιστημονική έρευνα και μελέτη των βιομηχανικών θεμάτων. Στα χρόνια που θα ακολουθούσαν, το ΙΟΒΕ θα αποδεικνυόταν ενεργητικότερο ως προς την εκπόνηση ερευνών και αναλύσεων της ελληνικής οικονομίας από το κυβερνητικό Κέντρο Προγραμματισμού και Ερευνών (ΚΕΠΕ), γεγονός που δηλώνει ταυτόχρονα τη σταδιακή επιρροή που κατέκτησε ο Σύνδεσμος.
1979
Μετονομασία σε Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών και ο θεσμός της «ανοιχτής συνεδρίασης»
Το 1979 δεν υπήρξε μόνο ένα έτος-τομή για την Ελλάδα που υπέγραψε πανηγυρικά τη συμφωνία ένταξης στην ΕΟΚ στις 28 Μαΐου∙ υπήρξε έτος-τομή και για τον ΣΕΒ. Με πρόεδρο τον Δημήτρη Κυριαζή, ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων μετονομάστηκε σε Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών, μία κίνηση που υπαγορεύτηκε από τις ουσιαστικές αλλαγές «στην κεφαλαιακή συγκρότησι και στη διοικητική συμπεριφορά των βιομηχανικών επιχειρήσεων», σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του ΣΕΒ.
Σε τούτη τη συμπόρευση του Συνδέσμου με τις μεταβολές στη δομή των επιχειρήσεων, προστέθηκε και ο θεσμός των ανοιχτών συνεδριάσεων. Ο θεσμός αυτός εγγράφεται στο πλαίσιο των συστηματικών προσπαθειών για εξωστρέφεια και άμεση επαφή του ΣΕΒ με την ελληνική κοινωνία∙ ένα εγχείρημα που φανέρωνε τη βούληση του Συνδέσμου να «κοινωνήσει» με διαφάνεια την ιδιωτική πρωτοβουλία. Η πρώτη ανοιχτή συνεδρίαση πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1979, παρουσία της πολιτικής ηγεσίας και άλλων παραγόντων της οικονομικής ζωής της χώρας.
1992
Το ALBA και η “Επιχειρηματικότητα Νέων”
Ύστερα από μελέτη δύο ετών, το 1992, με πρωτοβουλία του ΣΕΒ και της Ελληνικής Εταιρείας Διοικήσεως Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ) δημιουργήθηκε το Εργαστήριο Ελευθέρων Σπουδών Στελεχών Επιχειρήσεων (Athens Laboratory of Business Administration, ALBA), με στόχο την εκπαίδευση στελεχών επιχειρήσεων σε ανώτερο μεταπτυχιακό επίπεδο και με τη συμμετοχή του ΣΕΒ διά του εκάστοτε προέδρου του στη διοίκηση.
Αλλά και στην αρχή του 21ου αιώνα ο Σύνδεσμος αναζήτησε εκείνους τους δρόμους που θα οδηγούσαν στη σύζευξη της επιχειρηματικότητας με τους νέους. Το 2001 εγκαινιάστηκε το πιλοτικό πρόγραμμα «Επιχειρηματικότητα Νέων» σε συνεργασία με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο του υπουργείου Παιδείας και εφαρμόστηκε επιτυχώς σε περίπου 150 σχολεία ανά την Ελλάδα. Αποτέλεσμα αυτής της συνεργασίας υπήρξε μια σειρά σχολικών εγχειριδίων σχετικά με την επιχειρηματικότητα, βοηθώντας τους μαθητές να προσεγγίσουν την έννοια της επιχειρηματικότητας, να κατανοήσουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων και να ανακαλύψουν ευκαιρίες και δυνατότητες για τη σταδιοδρομία τους. Με την ολοκλήρωση του προγράμματος και με πρωτοβουλία του ΣΕΒ επί προεδρίας Οδυσσέα Κυριακόπουλου ιδρύθηκε το μορφωτικό σωματείο Επιχειρηματικότητα Νέων, σε συνεργασία με τον διεθνή οργανισμό Junior Achievement International, το 2005.
2007
Μετονομασία σε ΣΕΒ σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών
Στη νέα χιλιετία, με την πλήρη ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ, ο ΣΕΒ, υπό την προεδρία του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, ευθυγραμμίστηκε και πάλι με τις επιχειρηματικές εξελίξεις: απέκτησε την επωνυμία ΣΕΒ σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών, αντανακλώντας με σαφήνεια τους προβληματισμούς της επιχειρηματικής κοινότητας σε μια Ελλάδα που ζούσε ακόμη στον πυρετό και στον ενθουσιασμό των Ολυμπιακών Αγώνων. Ανασύνταξη και διεύρυνση της βάσης της εργοδοτικής οργάνωσης επέτασσαν οι καιροί, που μόλις άρχισαν να εμφανίζουν τα σημάδια μιας βαθιάς κρίσης.
Σε ετούτη τη μεταολυμπιακή εποχή, που προμήνυε τις γνωστές ραγδαίες ανατροπές, βασική επιδίωξη του Συνδέσμου ήταν η περιχάραξη της ταυτότητας/δράσης του επιχειρηματικού κόσμου – μια προσπάθεια που πήγαινε πίσω στον χρόνο, στη δεκαετία του 1950, καταλήγοντας στη «Χάρτα Δικαιωμάτων και Υποχρεώσεων των Επιχειρήσεων» το 2005 και στον εκσυγχρονιστικό «Κώδικα Εταιρικής Διακυβέρνησης ΣΕΒ για τις Εισηγμένες Εταιρείες» το 2011.